Του Κωνσταντίνου Ιατρίδη
Η πρόσφατη ομιλία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αποτελεί ακόμη ένα επεισόδιο στη διαρκή προσπάθειά του να αναδείξει τη χώρα του ως αυτόνομη γεωπολιτική δύναμη. Με ύφος που ταλαντεύεται μεταξύ ηγέτη και προπαγανδιστή, ο Ερντογάν υποστήριξε ότι η Τουρκία είναι ο «φύλακας της ειρήνης» και ηγέτιδα δύναμη που στηρίζεται στη συνεργασία και τη δικαιοσύνη.
Ωστόσο, η πραγματικότητα διαψεύδει αυτούς τους ισχυρισμούς, καθώς η πολιτική της Άγκυρας χαρακτηρίζεται από στρατιωτική επιθετικότητα, αυταρχισμό και προκλητικές ενέργειες που αποσταθεροποιούν την περιοχή. Η ομιλία του δεν ήταν παρά μια καλοσχεδιασμένη προσπάθεια να αποπροσανατολίσει τόσο την εσωτερική κοινή γνώμη όσο και τη διεθνή κοινότητα.
Ένα από τα κεντρικά σημεία της ομιλίας του Ερντογάν ήταν η καταγγελία των «ιμπεριαλιστικών τακτικών» που, σύμφωνα με τον ίδιο, έχουν καταδυναστεύσει την περιοχή. Διακήρυξε πως «η εποχή της βίας, της τρομοκρατίας και των εξωτερικών παρεμβάσεων έχει τελειώσει ανεπιστρεπτί». Ωστόσο, η ειρωνεία αυτής της δήλωσης είναι προφανής, καθώς η Τουρκία πρωταγωνιστεί σε ακριβώς τέτοιες ενέργειες.
Από τις στρατιωτικές επεμβάσεις στη Συρία και το Ιράκ έως τις επιχειρήσεις κατά των Κούρδων, η Άγκυρα έχει επιλέξει την καταστολή αντί για τον διάλογο, ενώ η πολιτική της στηρίζεται στη διαρκή απειλή χρήσης στρατιωτικής ισχύος.
Στη Συρία, η Τουρκία εμπλέκεται σε στρατιωτικές επιχειρήσεις που στοχεύουν όχι μόνο στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, όπως ισχυρίζεται, αλλά και στην εδραίωση της επιρροής της στη βόρεια περιοχή της χώρας. Παράλληλα, συνεχίζει να πιέζει τη Βαγδάτη, πραγματοποιώντας επιχειρήσεις στο βόρειο Ιράκ, ενώ οι Κουρδικοί πληθυσμοί, εντός και εκτός Τουρκίας, βιώνουν πολιτική και στρατιωτική καταπίεση. Πώς, λοιπόν, μπορεί η Τουρκία να διαφέρει από τις «ιμπεριαλιστικές» δυνάμεις που καταγγέλλει;
Ο Ερντογάν επεδίωξε να επενδύσει ρητορικά στην «ιστορική μνήμη» και την «ενότητα των λαών της περιοχής», όπως οι Τούρκοι, οι Κούρδοι, οι Άραβες και οι Πέρσες. Παρουσίασε την Τουρκία ως δύναμη «αδελφοσύνης» που μπορεί να γεφυρώσει διαφορές. Αυτό το αφήγημα, όμως, καταρρέει μπροστά στις συστηματικές πολιτικές του καθεστώτος του, οι οποίες επιτείνουν το κλίμα διχασμού.
Οι Κούρδοι στην Τουρκία εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται ως «εσωτερικός εχθρός», καταπιέζονται, απειλούνται, παραβιάζονται τα δικαιώματά τους, ενώ οι όποιες προσπάθειες συμφιλίωσης έχουν εγκαταλειφθεί πλήρως. Παράλληλα, οι συνεχείς στρατιωτικές επιχειρήσεις και η εθνικιστική ρητορική έχουν βαθύνει το χάσμα τόσο εντός της χώρας όσο και με γειτονικούς λαούς.
Η προβολή της ενεργειακής «αυτονομίας» ήταν επίσης κεντρικό θέμα στην ομιλία του Ερντογάν. Ο Τούρκος πρόεδρος παρουσίασε τις γεωτρήσεις στη Μαύρη Θάλασσα και τις ενέργειες της Τουρκίας στη Σομαλία ως παραδείγματα ανεξαρτησίας και στρατηγικού δυναμισμού.
Ωστόσο, οι μονομερείς ενέργειες της Άγκυρας, ιδιαίτερα στην Ανατολική Μεσόγειο, έχουν προκαλέσει σοβαρές εντάσεις. Από τις έρευνες σε περιοχές που επικαλύπτονται με τις ΑΟΖ της Ελλάδας και της Κύπρου, έως την εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών, η Τουρκία έχει επιλέξει μια στρατηγική σύγκρουσης αντί συνεργασίας. Ο Ερντογάν έχει αναδειχθεί ως ο μεγαλύτερος ταραχοποιός στην ευρύτερη περιοχή.
Η ενεργειακή αυτονομία που προβάλλει ο Ερντογάν παραμένει ένα απραγματοποίητο όραμα, καθώς η χώρα εξαρτάται ακόμα σε μεγάλο βαθμό από εισαγωγές φυσικού αερίου και πετρελαίου. Αντί για συνεργασία με γειτονικές χώρες, η Άγκυρα ακολουθεί μια πολιτική που υπονομεύει την εμπιστοσύνη και την περιφερειακή σταθερότητα.
Ο Ερντογάν δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει την «ισχύ» των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, μιλώντας για τη «σιδερένια γροθιά» της χώρας του. Ωστόσο, αυτή η υπερβολική προβολή της στρατιωτικής δύναμης επισκιάζεται από σοβαρά προβλήματα συνοχής και συνεργασίας στο στράτευμα που επηρεάζουν σοβαρά την επιχειρησιακή ικανότητα της Τουρκίας. Οι μαζικές εκκαθαρίσεις μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 έχουν αποδυναμώσει τη δομή των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ η πολιτικοποίηση της στρατιωτικής ηγεσίας έχει δημιουργήσει εσωτερικές τριβές. Η προπαγάνδα του Ερντογάν, λοιπόν, λειτουργεί περισσότερο ως μέσο αποπροσανατολισμού παρά ως ένδειξη πραγματικής στρατιωτικής ισχύος.
Η ομιλία του Ερντογάν είχε έντονη στόχευση στο εσωτερικό ακροατήριο. Μέσα από αναφορές στην ιστορία και την εθνική υπερηφάνεια, επιχείρησε να αποσπάσει την προσοχή από τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας: Την υποτίμηση της λίρας, τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό και την ανεργία που πλήττει εκατομμύρια πολίτες. Η διαρκής προσπάθεια να παρουσιάσει τον εαυτό του ως ηγέτη που αντιστέκεται στις «ξένες πιέσεις» εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική που αποσκοπεί στην ενίσχυση της εικόνας του ως αδιαμφισβήτητου ηγέτη.
Η ομιλία του καταδεικνύει για άλλη μια φορά πως η Τουρκία βρίσκεται εγκλωβισμένη σε μια στρατηγική που στηρίζεται στην πόλωση. Αντί να προάγει τη συνεργασία, επιλέγει τον διχασμό. Αντί για σεβασμό στο διεθνές δίκαιο, επιδίδεται σε επιθετικές ενέργειες. Ο Ερντογάν παρουσιάζεται ως «υπερασπιστής της ειρήνης», ενώ την ίδια στιγμή εντείνει τις γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις.
Η Τουρκία, αν πραγματικά επιθυμεί να αναδειχθεί ως ηγετική δύναμη, πρέπει να εγκαταλείψει την πολιτική του επεκτατισμού και της προπαγάνδας και να προσαρμοστεί στις αρχές του διεθνούς δικαίου και της συνεργασίας. Διαφορετικά, η στρατηγική της θα παραμείνει μια ψευδαίσθηση, ενώ οι αντιφάσεις θα υπονομεύουν την αξιοπιστία της. Ο Ερντογάν μπορεί να ποντάρει στην προπαγάνδα για να ενισχύσει τη θέση του, αλλά μακροπρόθεσμα η Τουρκία κινδυνεύει να απομονωθεί και να χάσει την ευκαιρία να παίξει τον ρόλο που επιθυμεί στη διεθνή σκηνή.
Οι δε φιλοδοξίες του Ερντογάν για ηγετικό ρόλο στην περιοχή θα εμποδιστούν από τις ΗΠΑ, το Ισραήλ, τις αραβικές χώρες και την ΕΕ. Η καχυποψία για την τουρκική πολιτική, οι στρατηγικές συμμαχίες εναντίον της και οι εσωτερικές οικονομικές αδυναμίες θα περιορίσουν την επιρροή της, και θα την οδηγήσουν σε απομόνωση αντί ηγεμονίας.
* Ο Κωνσταντίνος Ιατρίδης είναι Αντιπτέραρχος (Ι) εα., Επίτιμος Διοικητής ΔΑΥ, Επίτιμος Πρόεδρος Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Αεροπορίας, Αμυντικός Αναλυτής
Πηγή: liberal.gr