Του Δημήτρη Καμπουράκη
Το ‘χουν, άπαντες, εύκολο σύνθημα. «Οι μικρομεσαίοι είναι η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας». Το εύκολο αυτό σύνθημα δεν είναι μετέωρο, πατά πάνω σε πραγματικά στοιχεία. Όταν το 59% των ελληνικών επιχειρήσεων είναι ατομικές δίχως κανέναν εργαζόμενο, το 32% έχει από έναν έως τέσσερις και το 5% από πέντε μέχρι εννιά, τότε οι μικρομεσαίοι δεν είναι μόνο η ραχοκοκαλιά αλλά και σχεδόν ολόκληρο το σώμα της ελληνικής οικονομίας. Και δεν είναι καν μικρομεσαίοι, είναι μικροί έως μικρότατοι.
Πλην η εύκολη συνθηματολογία μπορεί να παράγει ψήφους, αλλά πλούτο δεν παράγει. Μια «επιχείρηση» με μοναδικό εργαζόμενο τον ιδιοκτήτη της ή άντε άλλον έναν με δύο, απλώς συντηρεί τον κάτοχό της. Η συνεισφορά της στην εθνική οικονομία είναι μηδαμινή, η προστιθέμενη αξία που θα ‘πρεπε να δημιουργεί ανύπαρκτη, ενώ συχνά η επιβίωση του ιδιοκτήτη της στρέφεται και εναντίον της εθνικής οικονομίας καθότι ικανό μέρος των εσόδων του προέρχεται από ερασιτεχνική πλην υπαρκτή (και αθροιστικά μεγάλη) φοροδιαφυγή.
Η συνθηματολογία «βοηθήστε τους μικρομεσαίους, μην τους χτυπάτε» χαϊδεύει μεν τα αυτιά του ιδιοκτήτη ενός καφέ ή του τεχνίτη που κάνει μερεμέτια, δεν παύει όμως να αποτελεί αναχρονισμό σε μια ανοικτή, ελεύθερη στο εμπόριο προϊόντων και υπηρεσιών οικονομία. Πολύ περισσότερο σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Για τον μικρό ή έστω τον μικρομεσαίο, έννοιες όπως η χαμηλή παραγωγικότητα, τεχνολογική καθήλωση ή η ευαλωτότητα σε κρίσεις δεν λένε τίποτα. Για μια εθνική οικονομία όμως, είναι το παν.
Ο ιδιοκτήτης της ατομικής επιχείρησης που δραστηριοποιείται σε μια γειτονιά γελά όταν ακούει ότι ο ανταγωνιστής του βρίσκεται στο Λονδίνο ή στο Χονγκ Κονγκ. Αυτός δουλεύει για το ημερήσιο πενηντάρικό του δίχως απόδειξη, τι σχέση έχει με άλλες χώρες και ηπείρους; Κατανοητό, πλην τα ίδια έλεγε και ο μικρομπακάλης της γειτονιάς το 1970-80, μέχρι που τον κατάπιε το μεγάλο ελληνικό ή πολυεθνικό σούπερ μάρκετ. Τα ίδια έλεγαν και οι σεβάσμιοι μικροβιβλιοπώλες κάθε επαρχιακής πολιτειούλας, μέχρι που ήρθε η μεγάλη αλυσίδα που σήμερα κατέχει το 90% των πωλήσεων βιβλίων στη χώρα.
Οι κυβερνήσεις που έχουν στοιχειώδη επίγνωση, περιλαμβανομένης της σημερινής μας, προσπαθούν να πείσουν τους μικρούς να ενωθούν και να γίνουν μεγαλύτεροι. Οι προσπάθειες αυτές, μονίμως εκλαμβάνονται ως υποχθόνιο σχέδιο να «σβήσουν» οι μικροί προς όφελος των μεγάλων. Πρόκειται για μεγαλοπρεπή σαχλαμάρα που δεν θέλει να αντιληφθεί τις τάσεις των καιρών. Από πενταετία σε πενταετία, οι μικροί δυστυχώς θα σβήνουν ανεξαρτήτως της βούλησης των κυβερνήσεων. Προς τα ‘κει τρέχει η αγορά παραγωγής και εμπορίας προϊόντων και υπηρεσιών.
Ο μόνος τρόπος να βοηθηθεί πραγματικά ο σημερινός μικρομεσαίος, είναι να εξωθηθεί σε μεγέθυνση, μέσω συνεργασιών, συγχωνεύσεων ή συνεταιρισμών. Μόνο έτσι θα πάρει μέρος ο ίδιος στην μετάβαση προς τη νέα οικονομική εποχή και δεν θα ισοπεδωθεί από τα μεγαθήρια, καταλήγοντας είτε άνεργος είτε χαμηλόμισθος υπάλληλος μεγάλων αλυσίδων. Δείτε τα δικηγορικά γραφεία μεμονωμένων δικηγόρων που σαρώνονται από τις μεγάλες δικηγορικές εταιρείες, δείτε ως και τα ψιλικατζιδικοκαφέ που εκτοπίζονται από τέτοιες μεγάλες εταιρείες Franchise οι οποίες σταδιακά καταλαμβάνουν όλα τα καλά στέκια.
Μην το ψάχνετε, αυτά τα ρητορικά «είμαστε στο πλευρό των μικρομεσαίων» ή «μην χτυπάτε τους μικρομεσαίους» είναι κούφια λόγια προορισμένα για τα αυτιά της κομματικής πελατείας, ενώ αν μεταφραστούν σε εφαρμοσμένη πολιτική είναι μάχες οπισθοφυλακής δίχως ελπίδα. Αν η παραίνεση «βοηθήστε τους μικρομεσαίους» σημαίνει πρακτικά «αφήνετέ τους να φοροδιαφεύγουν διότι μόνο έτσι επιβιώνουν», τότε βαδίζουμε στο δρόμο της οικονομικής απώλειας. Μια τέτοια οικονομική πολιτική απλώς υποσκάπτει και το μέλλον της χώρας και τις προοπτικές των μικρομεσαίων.
Για τον ίδιο λόγο, είναι εντελώς εξωπραγματική και συχνά ανόητη η κριτική για την κατεύθυνση των κονδυλίων του Ταμείο Ανάκαμψης ή των ΕΣΠΑ. Η κριτική ότι «όλα τα ευρωπαϊκά λεφτά πάνε σε λίγες μεγάλες επιχειρήσεις» είναι προσχηματική και λαϊκίστικη. Για ποιο λόγο ο υπουργός Οικονομικών που έχει μπαζωμένα ευρωπαϊκά λεφτά που δεν απορροφούνται, να μην θέλει να δώσει σ’ έναν μικρομεσαίο αν αυτός τα ζητήσει; Ηλίθιος είναι; Αφού έχει στα ταμεία περισσότερα απ’ όσα του απορροφά η οικονομία συνολικά.
Εξάλλου, τα κριτήρια για να πάρει κάποια επιχείρηση λεφτά, είτε μικρή είναι είτε μεγάλη, είναι πανευρωπαϊκά και αυτοματοποιημένα. Απλώς η ατομική ή η πολύ μικρή ελληνική επιχείρηση δεν διαθέτει την υποδομή, τη δυνατότητα, την εξωστρέφεια, τις διασυνδέσεις και τα business plans για να εκμεταλλευτεί το άφθονο ευρωπαϊκό χρήμα που κυλάει στα πόδια της. Όλα αυτά τα έχουν οι μεγάλες επιχειρήσεις. Όποιος ζητά χρήμα, παίρνει. Μόνο που οι μεγάλοι ξέρουν και τι να το κάνουν, οι μικροί δεν έχουν ιδέα. Ακόμα κι αν οι υπηρεσίες τους βοηθήσουν περισσότερο στα γραφειοκρατικά για να τα ζητήσουν, δεν ξέρουν που να τα επενδύσουν.
Όλη αυτή η φιλολογία δήθεν υπεράσπισης των μικρομεσαίων που ίπταται σκόρπια στον αέρα, δεν είναι παρά μια ανώφελη αοριστολογία δίχως πρακτικό αντίκρισμα. Οι μικροί και μεσαίοι συνεχίζουν να είναι η ραχοκοκαλιά και το σώμα της σημερινής ελληνικής οικονομίας, πλην μπροστά στα θηριώδη διεθνή μεγέθη που σφυρίζουν πάνω από το κεφάλι μας, αυτή η σπονδυλική στήλη είναι ραχητική κι αυτό το σώμα πάσχει από δυσθρεψία. Είτε θα καβαλήσουν το κύμα και θα σωθούν, είτε θα σταθούν απέναντι του και κάθε χρόνο θα πνίγονται λίγοι-λίγοι ώσπου να τελειώσουν. Δυστυχώς.
Πηγή: liberal.gr