Του Άρη Ραβανού

Οι νέες και οι νέοι σε μια εποχή εργασιακής ανασφάλειας, πενιχρών μισθών, κακών συνθηκών εργασίας, αναξιοκρατίας, και άλλων πολλών στοιχείων που κάνουν την καθημερινότητά τους αφόρητη και τους οδηγούν πολλούς πτυχιούχους στο εξωτερικό, έχουν άλλες απόψεις.

Μια εικόνα χίλιες λέξεις, σύμφωνα με τους Κινέζους και αυτό που έγινε το απόγευμα της Πέμπτης στο αμφιθέατρο της Σαριπόλων στην Νομική Αθηνών έδινε πολλές απαντήσεις για όσα λέγονται για τους νέους και την πολιτική.

Τι ακούμε μόνιμα; Οι νέοι δεν ασχολούνται με την πολιτική. Είναι αδιάφοροι. Έχουν άλλες προτεραιότητες. Όμως η πραγματικότητα είναι διαφορετική και αυτό φαίνεται στις κατά καιρούς διαφοροποιήσεις και διαμαρτυρίες τους στο κοινωνικό πεδίο για κρίσιμα θέματα που τους αφορούν και δεν μπορούν να αποκωδικοποιήσουν στα ενδότερα των κυρίαρχων συστημικών κομμάτων.

Οι νέες και οι νέοι σε μια εποχή εργασιακής ανασφάλειας, πενιχρών μισθών, κακών συνθηκών εργασίας, αναξιοκρατίας, και άλλων πολλών στοιχείων που κάνουν την καθημερινότητά τους αφόρητη και τους οδηγούν πολλούς πτυχιούχους στο εξωτερικό, έχουν άλλες απόψεις.

Αυτό φάνηκε σε μια άκρως εντυπωσιακή, από πλευράς συμμετοχής κόσμου και ποιότητας, συζήτησης στο αμφιθέατρο της Νομικής με καλεσμένο τον νεαρό Γάλλο συγγραφέα Εντουάρ Λουί που ήταν καλεσμένος των εκδόσεων «Αντίποδες» και συμμετοχή του πολιτικού επιστήμονα και συγγραφέα Γιάννη Μπαλαμπανίδη.

Το αμφιθέατρο κατάμεστο από νέους για να ακούσoυν τον Λουί που είπε κάποια στιγμή:

«Όταν άρχισα να γράφω κατάλαβα ότι με απέτρεπαν από το να μεταφέρω ό,τι είχα ζήσει στο προβληματικό, φτωχό περιβάλλον μου, ότι η μπουρζουαζία μου μάθαινε να μη μιλάω για τα άσχημα της ζωής. Ότι μου δίδασκε την αισθητική αξία της σιωπής».

 

Ο 30χρονος Λουί μεγάλωσε σε μία φτωχή οικογένεια υποστηριζόμενη από κρατικά επιδόματα: ο πατέρας του ήταν εργάτης σε ένα εργοστάσιο για μια δεκαετία ώσπου «μια μέρα στη δουλειά, ένα κοντέινερ έπεσε πάνω του και τσάκισε τη μέση του, αφήνοντας τον κατάκοιτο, να παίρνει μορφίνη για τον πόνο» και ανίκανο να εργαστεί. Η μητέρα του έβρισκε περιστασιακά δουλειά καθαρίζοντας και πλένοντας ηλικιωμένους. Η φτώχεια, ο ρατσισμός, ο αλκοολισμός και η ομοφοβία με τα οποία ήρθε αντιμέτωπος τόσο μέσα στην οικογένειά του όσο και στην κλειστή κοινωνία της κωμόπολης θα γίνουν αργότερα τα θέματα του λογοτεχνικού του έργου.

Στην Αθήνα συζήτησε για το νέο του βιβλίο «η μέθοδος της αλλαγής» με την εξής πλοκή:  Ένα αγόρι μετακομίζει από το χωριό του σε μια μικρή πόλη του γαλλικού Βορρά για να φοιτήσει στο λύκειο. Στην προσπάθειά του να ενσωματωθεί στο νέο περιβάλλον και να κόψει οριστικά τους δεσμούς με το παρελθόν, είναι αναγκασμένος να μάθει από την αρχή, με πολύ κόπο και αυτοθυσία, κάθε πτυχή της πραγματικότητας. Όμως η διαρκής επανεπινόηση του εαυτού και η εσωτερική ορμή της αλλαγής τον ωθούν και πάλι σε ρήξη με το καινούργιο πλαίσιο, που αποδεικνύεται εξίσου ασφυκτικό με το παλιό.

Ο Εντουάρ Λουί σε μια βαθιά προσωπική και συγκινητική αφήγηση, αναμειγνύοντας κριτική και νοσταλγία, εξιστορεί τα στάδια που περνάει κανείς για να μεταμορφώσει τον εαυτό του ολοκληρωτικά, σκάβοντας βαθιά μέσα στο δικό του βίωμα της αλλαγής, για να ανασύρει τη συλλογική εμπειρία.

Η παρουσία τόσων πολλών νέων ανθρώπων σε ένα αμφιθέατρο σημαίνει πολλά για αυτό που ονομάζουμε πολιτικοποίηση της νέας εποχής. Μπορεί να μην έχει τα χαρακτηριστικά παλαιότερων εποχών, αλλά είναι εδώ με άλλη μορφή που αδυνατούν τα κόμματα να κατανοήσουν και αποκωδικοποιήσουν.

Και αυτό δεν πρέπει να το υποτιμά κανείς ιδιαίτερα σε εποχές που παραπέμπουν στην περίοδο του Μεσοπολέμου με ότι αυτό σημαίνει για τις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες εν μέσω οικονομικής αστάθειας.

Πηγή: in.gr