Του Μανόλη Καψή 

Μια φίλη μου με την οποία είχαμε καιρό να βρεθούμε, όταν συναντηθήκαμε σε ένα από τα μεγάλα τραπέζια των γιορτών, κάποια στιγμή γύρισε και μου είπε μειδιώντας ειρωνικά. “Και η Καϊλή; Τι συνέβη;” Τυπικά, η ερώτηση ήταν αν ξέρω κάτι περισσότερο για την υπόθεση από όσα γράφονται. Αν την γνωρίζω καλύτερα από το παρελθόν για παράδειγμα, και αν μπορώ να δώσω μια εξήγηση. Πώς εξηγείται τέτοια ξεφτίλα και τέτοια ξεδιαντροπιά;

Αλλά αισθάνθηκα ότι η ερώτηση υπονοούσε και κάτι μεγαλύτερο. Σαν να μου έλεγε, μήπως έχουν δίκιο όσοι κατηγορούν τους πολιτικούς; Μήπως αυτοί που στρέφονται κατά των πολιτικών και της πολιτικής και τους καταχωρίζουμε για ευκολία στους πάσης φύσεως λαϊκιστές, έχουν κάποιο δίκιο; Μήπως το πρόβλημα είναι βαθύτερο;

Προσπάθησα ατέχνως να υπερασπιστώ τους πολιτικούς και την πολιτική αλλά φοβάμαι ότι δεν την έπεισα. Αυτοί είναι οι φίλοι μου και οι γνωστοί μου, με αυτούς συνεργάζομαι και συναγελάζομαι καθημερινά όλα αυτά τα χρόνια στη δημοσιογραφία. Τα παραδείγματα για αφοσιωμένους λειτουργούς και αξιοπρεπείς πολιτικούς που της έδωσα, δεν ήταν αρκετά πειστικά. Φοβάμαι δηλαδή ότι εξέλαβε τις απαντήσεις μου, σαν μια προσπάθεια να υπερασπιστώ το σινάφι μου.

Επιμένω όμως ότι είχα δίκιο. Δεν είναι πιο διεφθαρμένοι οι πολιτικοί από τους υπόλοιπους πολίτες και επαγγελματίες. Επιμένω ότι ο κατ’ εξοχήν λόγος που ορισμένοι από εμάς μπαίνουν στην πολιτική, είναι η φιλοδοξία και όχι η απληστία και το προσωπικό όφελος. Όχι, δεν είμαι τόσο αφελής να εμπιστεύομαι τα προπαγανδιστικά φυλλάδια των υποψηφίων που προσπαθούν να μας πείσουν ότι η κινητήριος δύναμη πίσω από τη συμμετοχή τους στις εκλογές είναι η φιλοδοξία να προσφέρουν στο κοινό καλό. Αλλά ναι, πιστεύω ότι η αφορμή για να συμμετάσχουν στα κοινά είναι η φιλοδοξία να πετύχουν, να διακριθούν και να καρπωθούν φυσικά και τα οφέλη από την επιτυχία τους. Οφέλη σε φήμη, αναγνωρισιμότητα, αποδοχή, σεβασμό, εκτίμηση και γιατί όχι -αλλά σε δεύτερο πλάνο- και οικονομικό όφελος. Αλλά δεν είναι αυτό το τελευταίο που τους καθοδηγεί. Είναι η φιλοδοξία.

Και τότε πώς εξηγούνται όλα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια; Από την υπόθεση Κοσκωτά και τον χρηματισμό Κουτσόγιωργα, μέχρι τον Ακη Τσοχατζόπουλο και σήμερα την Καϊλή; Πόσο και γιατί διαφέρουν οι σημερινοί πολιτικοί από προσωπικότητες του παρελθόντος, όπως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ή ο Νίκος Πλαστήρας, που αδιαφορούσαν για την πολυτέλεια και διήγαν λιτό βίο;

Υποθέτω μια ερμηνεία είναι ότι στην πολιτική υπάρχουν οι αφορμές και ο πειρασμός. Αν κάνεις καριέρα σαν πολιτικός μηχανικός, θα έχεις πολύ λιγότερες ευκαιρίες και αφορμές για να προσποριστείς παράνομα χρήματα. Ενώ αν είσαι στην πολιτική (ή και στην εφορία όμως), οι ευκαιρίες για παράνομο όφελος είναι πολλές. Επίσης οι περιπτώσεις των παρανομούντων πολιτικών παίρνουν μεγάλη δημοσιότητα και γίνονται ευρύτερα γνωστές, ενώ το φακελάκι του γιατρού για παράδειγμα, γίνεται σχεδόν αποδεκτό και περνά απαρατήρητο. Είναι όμως μόνο αυτό;

Εχω την υποψία ότι η συμμετοχή στην πολιτική και η επιτυχία συνοδεύεται συχνά από μια αλαζονεία. Μια αλαζονεία που προκύπτει από τη διασημότητα -δεν είναι εύκολη πάντα η διαχείρισή της, αν δεν σε διακρίνει η ταπεινότητα- από την αίσθηση ότι η επιτυχία είναι αποτέλεσμα των εξαιρετικών ικανοτήτων και από τα φυσικά χαρίσματα του/της πολιτικού, τα δε οφέλη εκτιμώνται ως τα ελάχιστα, τα μίνιμουμ που χρωστά η κοινωνία, σε μια “μεγάλη ιστορία επιτυχίας”.

Η αλαζονεία προκαλεί μια απώλεια του μέτρου, ο συγχρωτισμός με τους επιχειρηματίες προσφέρει το δέλεαρ, η διαχείριση των κοινών μια αίσθηση ατιμωρησίας και όταν ο πειρασμός είναι μεγάλος, αν το πρόσωπο του/της πολιτικού δεν διαθέτει ηθικό πυρήνα, οδηγείται στην παρανομία.

Τα πρόσφατα γεγονότα όμως φωτίζονται και ερμηνεύονται και από το συλλογικό μας πρόβλημα. Σε ένα σύστημα όπως το ελληνικό, ένα σύστημα μειωμένου σεβασμού στη νομιμότητα, ένα σύστημα που επιτρέπει την ατιμωρησία και όπου οι γενικώς παραδεκτοί ηθικοί κανόνες αντιμετωπίζονται ως αυταρχικά κατάλοιπα μιας αυστηρής κοινωνίας του παρελθόντος, όταν η καθημερινή πρακτική συνδυάζεται με τη μοντέρνα ατομοκεντρική επιδίωξη της άνευ όρων καταναλωτικής ευμάρειας, οδηγεί τελικά στην απληστία και τη συναλλαγή. Και τελικά, φθάνουμε στην Καϊλή.

Εχουμε και εμείς ευθύνη όμως. Η Εύα Καϊλή μας πρότεινε την πιο light και life style εκδοχή της πολιτικής. Δεν έκρυψε ποτέ τις σχέσεις της με την οικονομική ολιγαρχία, στη βορειοελλαδίτικη εκδοχή της. Αλλά όλα τα αντιμετωπίσαμε με ανοχή και αδιαφορία, σαν τη φυσική συνέπεια της life style πολιτικής. Και όπως έγραψε ένας χρήστης του twitter “εμείς την ψηφίσαμε επειδή είναι κουκλάρα, ούτε για τις απόψεις της, ούτε για την ευφυΐα της την ψηφίσαμε”. Και ό,τι ψηφίσαμε πήραμε.

Πηγή: capital.gr