Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Από δυσβάσταχτο οικονομικό βάρος συνοδεύεται η ανείπωτη τραγωδία με τους περισσότερους από 36.000 νεκρούς στην Τουρκία, μετά τους καταστροφικούς σεισμούς της 6ης Φεβρουαρίου. Η Παγκόσμια Τράπεζα έκανε χθες λόγο για «κόστος δισεκατομμυρίων δολαρίων», ενώ η Τουρκική Συνομοσπονδία Επιχειρήσεων (Turkonfed) υπολόγισε το συνολικό κόστος των ζημιών στα 84 δισ. δολάρια, εκ των οποίων τα 70,8 δισ. δολάρια αφορούν στην επισκευή χιλιάδων σπιτιών, τα 10,4 δισ. δολάρια στην απώλεια εθνικού εισοδήματος και τα 2,9 δισ. δολάρια στην απώλεια εργάσιμων ημερών.
Με τον πρόεδρο Ερντογάν να δηλώνει ότι το κράτος θα ολοκληρώσει την ανοικοδόμηση των κατοικιών εντός ενός έτους και ότι η κυβέρνηση ετοιμάζει ένα πρόγραμμα για να «να σταθεί η χώρα ξανά όρθια», η τουρκική οικονομία χρειάζεται άμεσα οικονομική βοήθεια. Μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για μία οικονομία με πληθωρισμό άνω του 70%, αρνητικά συναλλαγματικά αποθέματα -αν εξαιρεθούν οι συμφωνίες με τις τράπεζες- και ένα νόμισμα που παραπαίει και προχθές έγραψε νέο ιστορικό χαμηλό έναντι του δολαρίου στις 18,32 λίρες/δολάριο.
Θα μπορούσε η βοήθεια να έρθει από το ΔΝΤ; Ο ίδιος ο Ερντογάν έχει επανειλημμένα απορρίψει κάθε τέτοιο ενδεχόμενο, δηλώνοντας ότι η Τουρκία δεν θα δεσμεύσει το οικονομικό της μέλλον στο ΔΝΤ. Τότε από που θα βρεθούν οι απαιτούμενοι πόροι; Η Παγκόσμια Τράπεζα ανέφερε ότι θα διαθέσει 1,8 δισ. δολάρια μόνο για την Τουρκία, αλλά οι ανάγκες είναι τεράστιες.
Είναι γνωστό ότι εδώ και χρόνια η Τουρκία διατηρεί γραμμές ρευστότητας με το Κατάρ, την Κίνα, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Νότια Κορέα. Όμως οι διευκολύνσεις αυτές αφορούν στη σταθεροποίηση της λίρας καθώς μειώθηκαν δραματικά τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας μετά την κρίση του 2018. Θα μπορούσε ο Ερντογάν να στρέψει το βλέμμα στην Ευρώπη ή σε δυτικούς συμμάχους λόγω της έκτακτης κατάστασης;
Το τουρκικό δημόσιο καλείται να αποπληρώσει χρέος ύψους 120 δισ. δολαρίων μέσα στη φετινή χρονιά, ενώ άμεσα πρέπει να αυξήσει τις δαπάνες με ποσό που σύμφωνα με αναλυτές του Bloomberg αντιστοιχεί στο 5,5% του ΑΕΠ, για να καλύψει τις ανάγκες των 13,5 εκατομμυρίων πολιτών (ή 15,7% του πληθυσμού της Τουρκίας) που έχουν πληγεί από τον σεισμό. Τα έργα ανοικοδόμησης σε δέκα επαρχίες αναμένεται να οδηγήσουν το δημοσιονομικό έλλειμμα της Τουρκίας στο 5% του ΑΕΠ, από 3,5% που αναμενόταν πριν τον σεισμό.
Χθες έγινε γνωστό ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας φούσκωσε στα 48,7 δισ. δολάρια το 2022 που είναι το υψηλότερο έλλειμμα από το 2013. Η εξέλιξη αυτή επιδεινώνει την ήδη κακή κατάσταση στην οποία βρίσκεται η τουρκική οικονομία. Μάλιστα, πριν από λίγους μήνες είχε γίνει γνωστό ότι ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου είχε στα χέρια του έκθεση που ανέφερε ότι μετά τις εκλογές του 2023, η τουρκική οικονομία θα βρισκόταν αντιμέτωπη με τον κίνδυνο χρεοκοπίας.
Οι πληγείσες επαρχίες ευθύνονται για το 9% του ΑΕΠ της Τουρκίας, με την πιο βιομηχανική από αυτές να είναι το Γκαζιάντεπ, στα σύνορα με τη Συρία, που συνεισέφερε 0,25 ποσοστιαίες μονάδες στον ρυθμό ανάπτυξης 11,4% που εμφάνισε η Τουρκία το 2021. Είναι η 8η σε οικονομική συνεισφορά επαρχία της Τουρκίας επί συνόλου 81 επαρχιών.
Στις 28 Φεβρουαρίου θα ανακοινωθούν τα στοιχεία για την ανάπτυξη του 2022, η οποία τοποθετείται μεταξύ 6% και 7%, όμως για το 2023 οι αναλυτές δεν είχαν πριν τον σεισμό προσδοκίες για ανάπτυξη μεγαλύτερη του 3%, άσχετα αν η κυβέρνηση προβλέπει ρυθμό 5%. Δεν θα πρέπει να προκαλέσει εντύπωση αν οι διεθνείς επενδυτικοί οίκοι προχωρήσουν σε νέες υποβαθμίσεις των προβλέψεων.
Στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα της κυβέρνησης, προβλέπεται ότι το ΑΕΠ θα φτάσει στα 867 δισ. δολάρια το 2023, που αντιστοιχεί σε κατά κεφαλήν ΑΕΠ της τάξης των 10.071 δολαρίων. Αν ληφθεί υπόψη και η συνεχιζόμενη διολίσθηση της λίρας, τότε ο στόχος είναι ανέφικτος. Στις πληγείσες περιοχές το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν ήδη πολύ χαμηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο και αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω στα 5.000-6.000 δολάρια.
Ένας άλλος κίνδυνος σχετίζεται με τον πληθωρισμό γιατί οι πληγείσες περιοχές ευθύνονται για το 15% της αγροτικής παραγωγής της Τουρκίας και πιθανή μείωση της παραγωγής θα οδηγήσει σε άνοδο τις τιμές, με τον πληθωρισμό να παραμένει πάνω από 70% τον Ιανουάριο. Επίσης, οι μεγάλες χαλυβουργίες της Νότιας Τουρκίας αναμένεται να παραμείνουν κλειστές για εβδομάδες εξαιτίας των σεισμών. Περίπου δώδεκα εργοστάσια σε περιοχές που βρίσκονται κοντά στο επίκεντρο του σεισμού αντιστοιχούν στο 1/3 της εθνικής παραγωγής χάλυβα.
Τι έχουμε λοιπόν; Μία οικονομία που βρισκόταν ήδη σε οικονομικό αδιέξοδο, και μετά τους σεισμούς φτωχοποιείται ακόμη περισσότερο και αναζητεί πηγές εσόδων ή/και δανεισμού, όταν το κόστος δανεισμού για το τουρκικό δημόσιο από τις αγορές ξεπερνά το 11%. Σημειώνεται, τέλος, ότι το 2022 οι εξαγωγές από τις πληγείσες περιοχές ανήλθαν σε 21,5 δισ. δολάρια ή στο 8,5% των συνολικών εξαγωγών της Τουρκίας, με το Γκαζιάντεπ να έχει τη μερίδα του λέοντος.
Πηγή: liberal.gr