Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
O Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, συνεχίζει την ανοδική του πορεία, παίρνοντας μικρές δειλές ανάσες αποσυμπίεσης. Η ταχύτητα της ανόδου έχει εκπλήξει ακόμα και τους πλέον αισιόδοξους. Οι αγορές από το εξωτερικό συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό, με τις τοποθετήσεις να κινούνται γύρω από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες και τις μετοχές των εταιρειών με κεφαλαιοποίηση πάνω από το 1 δισ. ευρώ.
Το πρόσφατο ράλι της μετοχής της Τράπεζας Αττικής από το 0,07 έως το 0,32 και της MIG από το 0,04 μέχρι το 0,16, δύσκολα μπορεί να αφήσει ανεπηρέαστο ακόμα και τον πιο αδιάφορο επενδυτή. Ακόμα και τους «συνταξιούχους» επενδυτές που κουβαλούν στο μυαλό τους τις μνήμες του 1999 και την σχεδόν εικοσαετή θλιβερή εικόνα της πάλαι ποτέ κραταιάς Σοφοκλέους.
Οι τιμές στόχοι που είχαν τεθεί από τους νουνεχείς και έμπειρους επενδυτές για ολόκληρο το 2023, έχουν επιτευχθεί μέσα σε ένα – ενάμισι μήνα. Η μετοχή της Εθνικής Τράπεζας που για χρόνια αποτελούσε την πυξίδα της αγοράς από το 3,78 έφτασε μέχρι τα 4,89 ευρώ, η μετοχή της Eurobank από το 1,07 στα 1,387, η μετοχή της Alpha Bank από το 1,028 στα 1,337 και η μετοχή της Τράπεζας Πειραιώς από το 1,44 στα 2,18 ευρώ.
Οι ποσοστιαίες αποδόσεις που θυμίζουν άλλες εποχές, ξαφνιάζουν ακόμα και τους έμπειρους traders. Και στους καθημερινούς χρηματιστηριακούς διαλόγους ακούγεται μετά από καιρό η παλαιά και κλασσική έκφραση της σύγχυσης: «αφού την έχω πουλήσει χαμηλότερα, πως να την αγοράσω υψηλότερα». Δεν έχουν περάσει πολλοί μήνες από την περίοδο που η έκφραση «πούλα και μετάνιωνε» κυριαρχούσε ανάμεσα στους επενδυτές.
Όμως αυτή η ψυχολογική προσέγγιση έχει ανατραπεί άρδην. Σήμερα όποιος πουλάει τις μετοχές του, αμέσως μετά το μετανιώνει, διστάζοντας να αγοράσει εκ νέου τις ίδιες μετοχές σε υψηλότερες μετοχές, ή να αγοράσει μετοχές που «έχουν τρέξει» περισσότερο. Έτσι είναι η ανθρώπινη φύση.
Όταν η αγορά κατέρρεε, οι επενδυτές κρατούσαν τις μετοχές σφιχτά «για να μην τους πάρουν τα χαρτιά» οι ανύπαρκτοι κερδοσκόποι. Ενώ τώρα που η αγορά ανεβαίνει με πραγματικούς αγοραστές και πραγματικές εισροές κεφαλαίων, οι επενδυτές «πωλούν τα χαρτιά» με ιδιαίτερη ευκολία. Και οι λόγοι είναι δύο. Ο πρώτος είναι οι σημαντικές αποδόσεις που οι περισσότεροι δεν είχαν ονειρευτεί τα τελευταία χρόνια. Και ο δεύτερος λόγος είναι πως δεν έχει εδραιωθεί η εικόνα πως τα πράγματα έχουν αλλάξει στο μακροοικονομικό περιβάλλον, στις λογιστικές καταστάσεις των εταιρειών και στο επενδυτικό προφίλ της ελληνικής οικονομίας στο εξωτερικό.
Γεννούν λοιπόν και τα κοκόρια μας ή θέλει προσοχή; Έφτασε η εποχή που θα πετάμε βελάκια για να επιλέγουμε μετοχές, όπως γινόταν το ’99 ή θα ακολουθούμε τις πάγιες και καλά εδραιωμένες βασικές επενδυτικές αρχές; Φυσικά το δεύτερο. Οι μετοχικές επιλογές βασισμένες σε αυστηρά χρηματοοικονομικά και επενδυτικά κριτήρια μπορεί να μην είναι αρκετές, αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Διότι από αυτές ακριβώς τις λίγες μετοχές επιλέγουν τους στόχους τους οι ξένοι θεσμικοί επενδυτές. Μέσα από αυτήν την μικρή γκάμα μετοχών θα γεννηθούν στρατηγικές συμμαχίες και θα προκύψουν εξαγορές και συγχωνεύσεις.
Ας μην λησμονούμε πως στο χρηματιστήριο δεν είμαστε για να γευόμαστε συγκινήσεις ταχύτητας, δόσεις κινδύνου και υπερβολής, αλλά για να αποκομίζουμε κέρδη. Η πορεία του Χρηματιστηρίου, αν κάτι εξωγενές δεν ανατρέψει το θετικό σκηνικό, θα έχει διάρκεια και διορθώσεις, ευκαιρίες και παγίδες. Στο χέρι μας είναι να διαχειριστούμε με τον καλύτερο τρόπο το ταξίδι μας ανάμεσα στις Σειρήνες, στη Σκύλα και στη Χάρυβδη για να οδηγηθούμε στην επενδυτική μας Ιθάκη.
Πηγή: liberal.gr