Του Παναγιώτη Μένεγου

Ο προοδευτικός χώρος, με τον Τσίπρα να κρατά ξανά τα κλειδιά και το ενδεχόμενο κόμμα Καρυστιανού να αποτελεί άγνωστος Χ, αναμετριέται με τους σκελετούς που υπάρχουν ακόμα στη ντουλάπα του. Θα σπρωχτεί για να εκφράσει την «πολιτική του θυμού» ή θα διατυπώσει μια στέρεα πρόταση για την «πολιτική της βιωσιμότητας»;

Κι όμως υπάρχει κάτι στο βάθος… ανάμεσα στα μπλόκα των αγροτών που κλιμακώνουν τις κινητοποιήσεις τους εξουδετερώνοντας -για την ώρα- το χαρτί του κοινωνικού αυτοματισμού, ανάμεσα στην υπερψήφιση του προϋπολογισμού που ολοκλήρωσε μια εβδομάδα προσωπικού θριάμβου του ενός Κυριάκου (Πιερρακάκη) κατά την οποία μάθαμε από τον άλλο Κυριάκο (Μητσοτάκη) ότι «στην Ευρώπη λένε “γινόμαστε Ελλάδα”» και στη χειροδικία έλληνα Ευρωβουλευτή σε Έλληνα δημοσιογράφο στο Στρασβούργο τις ώρες που το Ευρωκοινοβούλιο έπαιρνε την ιστορική απόφαση έγκρισης της προσβασιμότητας σε ασφαλείς αμβλώσεις σε όλη την Ευρώπη.

Παράλληλα με αυτά τα κορυφαία γεγονότα είχαμε και μια σειρά από εξελίξεις που διαμορφώνουν την πολιτική γεωγραφία αυτής της τόσο παρατεταμένα παράξενης πολιτικής περιόδου που διανύουμε. Μιας περιόδου με πολλή απογοήτευση, προσδοκίες στο πάτωμα και μηδενική εμπιστοσύνη – 72% αξιολογεί αρνητικά την κυβέρνηση της ΝΔ και 8 στους 10 έχουν αρνητική εικόνα για την αξιωματική αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ σε πρόσφατη δημοσκόπηση της Metron Analysis για το MEGA. Μιας περιόδου με κενό, το οποίο μοιάζει κανένας πολιτικός σχηματισμός να μην μπορεί να το γεμίσει.

Η Μαρία Καρυστιανού επιτέλους το είπε. Δηλαδή, όχι ακριβώς – στο περίπου. Σε τηλεοπτική συνέντευξή της στο Kontra ανέφερε «είμαι πάντως στην πρώτη γραμμή, μαζί με άλλους ανθρώπους, που προσπαθούμε να το οργανώσουμε αυτό το κίνημα (…) πιθανότατα θα είναι κόμμα αν δημιουργηθούν όλες οι προϋποθέσεις γιατί πρέπει να έχουμε κάτι να ψηφίσουμε». Στο φινάλε μιας χρονιάς που όλοι μιλούσαν αντ’ αυτής (είτε προσπαθώντας να την «κάψουν», είτε να την προλάβουν) είναι η πρώτη φορά που αποκάλυψε πρόθεση δημιουργίας πολιτικού φορέα. Όχι χωρίς αντιδράσεις από τους υπόλοιπους συγγενείς θυμάτων: από τον Νίκο Πλακιά που ειρωνικά σχολίασε «έρχεται το ΟΞΥΓΟΝΟ!» μέχρι τον Σύλλογο Πληγέντων, και τον Παύλο Ασλανίδη, που έσπευσαν να διαχωρίσουν τη θέση τους. Όπως διαχώρισε και τη δική της η Καρυστιανού: «δεν υπάρχει καμία περίπτωση συνεργασίας με οτιδήποτε αφορά το παλιό σύστημα».

Ο Στέφανος Κασσελάκης με μήνυμά του στα σόσιαλ ανακοίνωσε τη σύγκληση έκτακτου συνεδρίου του Κινήματος Δημοκρατίας στις 7 και 8 Φεβρουαρίου. (Έχει κάποιο ενδιαφέρον ότι το πρώτο εξάμηνο του 2026, εκτός από το ΚΙ.ΔΗ., προγραμματισμένα συνέδρια έχουν η Νέα Αριστερά 22-24/1, το ΚΚΕ 29-31/1, το ΠΑΣΟΚ 27-29/3 και η ΝΔ 15-17/5 – κάποια μαχαίρια σίγουρα ακονίζονται, να δούμε πόσα θα βγουν από τις θήκες τους.) Αντικείμενο του συνεδρίου, σύμφωνα με τον Κασσελάκη, θα είναι το «εάν και πώς» θα συνεχιστεί το Κίνημα Δημοκρατίας. Με δεδομένη την αναιμική του πολιτική δραστηριότητα και δυναμική στις δημοσκοπήσεις, το μήνυμα Κασσελάκη μοιάζει με προετοιμασία για μια ηρωική έξοδο που θα επισημοποιηθεί τον Φεβρουάριο με το αφήγημα περίπου ότι «είναι τόσο καλός που δε μας αξίζει».

Και ύστερα ήρθε αυτή η αδιανόητη επίθεση του Νίκου Παππά στον δημοσιογράφο του NEWS 24/7, Νίκο Γιαννόπουλο (αυτονόητη η συμπαράσταση σε έναν καλό κι έντιμο συνάδελφο που απλά γράφει ότι λέει το ρεπορτάζ και η κρίση του). Ο Παππάς που, δυστυχώς, ακόμα και τώρα που δεν τον βαραίνει η κυκλοθυμία του επαγγελματία αθλητή, δεν έχει κανέναν να τον προστατεύσει από τον εαυτό του, διεγράφη άμεσα από τον ΣΥΡΙΖΑ («χωρίς να με πάρουν ούτε ένα τηλέφωνο», όπως είπε κατόπιν σε τηλεοπτική συνέντευξη που παραδεχτηκε την πράξη του ως «πες το σπρώξιμο, πες το χαστούκι»).

Αλλά, αυτό το περιστατικό, πέρα από προφανώς απαράδεκτο, είναι κι απόλυτα ενδεικτικό των σκελετών που υπάρχουν ακόμα στη ντουλάπα του προοδευτικού χώρου. Ειδικά τώρα που επιχειρεί να την ξανανοίξει (και να την συγυρίσει μέσω του rebranding) ο Αλέξης Τσίπρας.

Συναντώντας εκνευρισμό και ιδιοτέλεια, αγωνία και σύγχυση. Ας πούμε, ο Παύλος Πολάκης διαφώνησε με τη διαγραφή Παππά (ήθελε ίσως να το δει στο replay), η Έλενα Ακρίτα τη θεώρησε δίκαιη, ο δε Νίκος Καρανίκας πρωτοστάτησε σε χυδαιότητα περίπου δικαιολογώντας την επίθεση. Τα περισσότερα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ σπρώχνονται να ανέβουν στο βαγόνι του νέου κόμματος «όταν» και «άμα» και «όπως» ανακοινωθεί, ουδέτεροι παρατηρητές αναρωτιούνται πώς θα είναι καινούριο κάτι που δείχνει να φτιάχνεται με αρκετά παλιά υλικά και οι αντίπαλοι εκτοξεύουν πικρόχολα βέλη για την αξιοπρέπεια όσων κάθισαν στον εξώστη του Παλλάς (πιθανώς συγκρίνοντας την με εκείνη των υπουργών που τους παρακολουθούσαν και δεν έβγαλαν ποτέ άχνα).

Μετά τις συνεχόμενες ήττες, με αποκορύφωμα την εκλογική συντριβή του 2023 και την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα, προέκυψε ένα σώμα ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ περισσότερο θυμωμένο παρά απογοητευμένο. Ένα σώμα έτοιμο να μετακινηθεί προς πάσα κατεύθυνση θα του πουλούσε όχι απλά αντικυβερνητικό λόγο κι αντιΜητσοτακισμό αλλά, κυρίως, θα του έδειχνε τους υπεύθυνους της πτώσης εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό το έκαναν πολλοί, προσπαθώντας να εξασφαλίσουν το κομμάτι τους στη συρρικνωμένη πίτα της επόμενης μέρας. Υπήρξαν οι σπόνσορες της μετεωρικής ανόδου του Στέφανου Κασσελάκη που, όπως φαίνεται από την εξίσου μετεωρική προσγείωσή του, αποδεικνύεται αυτό που φαινόταν από την αρχή:  ένας απολιτίκ διάττων αστέρας που ένιωθε περισσότερη άνεση στα τηλεοπτικά μεσημεριανάδικα παρά στο περιβάλλον ενός αριστερού κόμματος με το όποιο έτσι κι αλλιώς δεν είχε και καμία σχέση.

Ανάμεσα στους σπόνσορες του, φυσικά, υπήρξε κι ο Αλέξης Τσίπρας. Όπως κι αν το δει κανείς, ακόμα και μέσω της παθητικής στάσης του. Μόλις όλοι κατάλαβαν τι έγινε, έσπευσαν να «διορθώσουν τη ζημιά» με ένα αντιδημοκρατικό ρεσιτάλ στις εσωκομματικές διαδικασίες (για το οποίο οι Κασσελίστας έχουν τόσο δίκιο να φωνάζουν όσο κι όταν επικροτούσαν τους ανθρώπους του Κασσελάκη που ανακοίνωναν ότι «θα αποπαρασιτώσουν τον ΣΥΡΙΖΑ»). Μόνο που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ήδη εξελιχθεί σε κωμωδία, ριάλιτι και ταινία καταστροφής ταυτόχρονα.

Σήμερα, τα κουκιά της Καρυστιανού δεν είναι ακριβώς μετρημένα, αλλά όλοι μας αντιλαμβανόμαστε που θα κινηθεί, ελπίζοντας ότι η κάθοδος της στην πολιτική δε θα επηρεάσει το κίνημα που ζητά δικαιοσύνη για τα Τέμπη. Θα είναι μια νέα εκδοχή της αντισυστημικής ψήφου, προσφέροντας εκτόνωση με αποϊδεολογικοποιημένα συναισθηματικά χαρακτηριστικά. Βέβαια, όπως μας έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία, αν τελικά αυτή η πρόταση συσταθεί και κατέβει στις εκλογές, δύσκολα θα μακροημερεύσει – συνήθως τέτοιες κινήσεις δε διαρκούν πάνω από δύο εκλογικούς κύκλους. Όμως, για την ώρα είναι ο άγνωστος Χ που δεν ανησυχεί μόνο τα κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης. Αλλά και τον Βελόπουλο. Φυσικά, και τη Ζωή Κωνσταντοπούλου. Η ΝΔ, από την άλλη, έχει πάρει εγκαίρως τα μέτρα της. Την δυσφημούσε, σε επίπεδο δολοφονίας χαρακτήρα, μέσω στελεχών και τρολ καθ’ όλη τη διάρκεια του 2025.

Συνωστισμός λοιπόν στο ποιος θα εκφράσει καλύτερα την «πολιτική του θυμού» (“politics of anger”). Διεκδικώντας αυτό το σώμα ψηφοφόρων που πια δεν είναι θυμωμένο, είναι έξαλλο – μην μπορώντας να βγάλει και τον μήνα. Πάνω σε αυτήν την παράκρουση, έχουν συμβεί πολλά με σκοπό μόνο τις εντυπώσεις και το βραχυπρόθεσμο πολιτικό κέρδος: από την απαξίωση των όποιων επιτευγμάτων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (από τους υποτίθεται συνεχιστές της) μέχρι πολιτικά αυτογκόλ για θέματα δημοσίου συμφέροντος σαν τις κατηγορίες για εσχάτη προδοσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στα Τέμπη (που έπεσαν στη Βουλή και ουσιαστικά τον αθώωσαν για πάντα από οτιδήποτε) ή θεσμικά νάζια σαν την απουσία από την κηδεία Σαββόπουλου.

Κανένας, από την άλλη, δεν ασχολείται με την «πολιτική της βιωσιμότητας» (“politics of affordability”). Η οποία θα έπρεπε να είναι και το βασικό πρόταγμα της σύγχρονης Αριστεράς στο δεδομένο timing. Είναι εδώ και χρόνια ο κορμός του λόγου του Μπέρνι Σάντερς που κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος. Ήταν η βάση της εκλογής-έκπληξη του Ζόραν Μαμντάνι που δεν πλειοδότησε σε «αναστοχασμούς» και λοιπά χασμουρητά, αλλά πρότεινε δέκα συγκεκριμένα πράγματα, απαραίτητα για να μπορεί να γίνει η ζωή στη Νέα Υόρκη βιώσιμη.

Στον προοδευτικό χώρο, τέτοιες προτάσεις διατυπώνουν τα στελέχη της Νέας Αριστεράς προσπαθώντας να διαφοροποιηθούν από την εύκολη λύση των κραυγών. (Ας πούμε, οι τοποθετήσεις Χαρίτση και Σακελλαρίδη ήταν ένας αληθινά γόνιμος διάλογος στον απόηχο του Παλλάς.) Πώς θα γίνουν όμως υπολογίσιμοι και θα τους πάρουν στα σοβαρά όταν μετριούνται στο 2% και συζητάνε για διάσπαση;

Καλώς ή κακώς τα κλειδιά του χώρου τα κρατάει ξανά στα χέρια του ο Τσίπρας. Και φαίνεται να έχει δύο επιλογές. Να περιοδεύσει σε όλη την Ελλάδα, γιατί όχι και σε όλον τον κόσμο, για να πείσει τους εξ ορισμού αμετάπειστους αντιπάλους του ότι δεν ήταν «παλαβή Αριστερά» η διακυβέρνηση του 2015-2019, αναζητώντας προσωπική δικαίωση. Ή να αναλάβει τις ευθύνες του, να πει και μισή κουβέντα αυτοκριτικής, και να κόψει τους δεσμούς με την «παλαβή Αριστερά» που εξέθρεψε στην πραγματικά ολέθρια περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ που ήταν η αντιπολίτευση του 2019-2023. Προϋπόθεση, φυσικά, ότι η ίδια η έννοια «Αριστερά» εξακολουθεί να είναι ψηλά στην ατζέντα του…

Πηγή: news247.gr