Του Αλέξανδρου Σκούρα

Υπάρχει ένα μεγάλο μυστικό που σχεδόν κανείς δεν συζητάει: η παγκόσμια φαρμακευτική καινοτομία, αυτή που σώζει εκατομμύρια ζωές κάθε χρόνο, χρηματοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από τους Αμερικανούς φορολογούμενους. Και αυτή η πραγματικότητα έχει δημιουργήσει μια βαθιά ανισορροπία, την οποία οι περισσότεροι Ευρωπαίοι ηγέτες είτε αγνοούν είτε σκόπιμα αποφεύγουν να αναγνωρίσουν. Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφασίσουν να αλλάξουν αυτή τη δυναμική, ο υπόλοιπος κόσμος θα βρεθεί αντιμέτωπος με δύο σκληρά σενάρια: είτε θα πληρώνει περισσότερα για φάρμακα είτε θα δει την καινοτομία να στερεύει.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών είναι η πιο κερδοφόρα για τις φαρμακευτικές εταιρείες. Σε αντίθεση με την Ευρώπη, όπου οι τιμές των φαρμάκων ρυθμίζονται αυστηρά από τα κράτη, οι ΗΠΑ επιτρέπουν στις φαρμακευτικές να διαπραγματεύονται ελεύθερα τις τιμές τους. Αυτό σημαίνει ότι οι Αμερικανοί πληρώνουν συχνά υψηλότερες τιμές για νέα φάρμακα – αλλά αυτό το «περισσότερο» χρηματοδοτεί την έρευνα και την ανάπτυξη (R&D) των φαρμακευτικών εταιρειών. Περίπου τα δύο τρίτα της παγκόσμιας φαρμακευτικής έρευνας και ανάπτυξης πραγματοποιούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Και δεν είναι τυχαίο. Οι φαρμακευτικές ξέρουν ότι, αν καταφέρουν να αναπτύξουν ένα νέο και αποτελεσματικό φάρμακο, η αμερικανική αγορά θα τους επιτρέψει να ανακτήσουν το τεράστιο κόστος της έρευνας και των κλινικών δοκιμών.

Αντίθετα, στην Ευρώπη, οι κυβερνήσεις διαπραγματεύονται σκληρά τις τιμές, επιβάλλουν ανώτατα όρια και περιορίζουν την πρόσβαση σε νέα φάρμακα. Αυτός ο κρατικός έλεγχος μειώνει τις τιμές για τους ασθενείς, αλλά και τα κίνητρα για καινοτομία. Όταν μια φαρμακευτική ξέρει ότι θα πληρωθεί ψίχουλα για ένα νέο φάρμακο στην Ευρώπη, γιατί να επενδύσει δισεκατομμύρια για να το αναπτύξει;

Και εδώ έρχεται ο Ντόναλντ Τραμπ. Ο Τραμπ υπήρξε ένας από τους λίγους Αμερικανούς ηγέτες που κατανόησε το παράδοξο αυτό. Υποστήριξε ότι οι Αμερικανοί πληρώνουν υπερβολικά υψηλές τιμές για να επιδοτούν ουσιαστικά τους Ευρωπαίους και άλλους ξένους ασθενείς. «Γιατί οι Γερμανοί, οι Γάλλοι ή οι Έλληνες να πληρώνουν χαμηλές τιμές για καινοτόμα φάρμακα, όταν αυτά τα φάρμακα αναπτύσσονται με χρήματα Αμερικανών ασθενών;» ήταν το ρητορικό ερώτημα που έθεσε. Και το ερώτημα είναι εύλογο.

Αλλά αν η Αμερική αποφασίσει να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού, τι θα συμβεί; Το πρώτο σενάριο είναι μια παγκόσμια κρίση καινοτομίας. Αν οι φαρμακευτικές εταιρείες χάσουν την κερδοφόρα αγορά των ΗΠΑ ή δουν τις τιμές τους να περιορίζονται δραματικά, θα αναγκαστούν να μειώσουν τις δαπάνες τους για έρευνα και ανάπτυξη. Οι νέες θεραπείες θα καθυστερούν να φτάσουν στην αγορά – αν φτάσουν ποτέ. Η θεραπεία του καρκίνου, των σπάνιων ασθενειών και των νευροεκφυλιστικών διαταραχών θα επηρεαστεί άμεσα. Οι Ευρωπαίοι, που σήμερα απολαμβάνουν τα οφέλη της αμερικανικής καινοτομίας σε μειωμένες τιμές, θα βρεθούν ξαφνικά χωρίς νέες θεραπείες.

Το δεύτερο σενάριο είναι ότι οι Ευρωπαίοι και ο υπόλοιπος κόσμος θα αναγκαστούν να πληρώσουν το πραγματικό κόστος της καινοτομίας. Αν οι ΗΠΑ πάψουν να λειτουργούν ως ο χρηματοδότης της φαρμακευτικής έρευνας, τότε οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα πρέπει να πληρώσουν περισσότερα για να εξασφαλίσουν την πρόσβαση στις νέες θεραπείες. Δεν μπορείς να έχεις την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο. Είτε πληρώνεις για την καινοτομία, είτε τη χάνεις.

Και αυτή είναι η μεγάλη ειρωνεία: οι Ευρωπαίοι πολιτικοί, που καυχιούνται για τις χαμηλές τιμές φαρμάκων τους, αγνοούν σκόπιμα ότι αυτές οι τιμές υπάρχουν επειδή κάποιος άλλος πληρώνει τον λογαριασμό. Και αυτός ο «κάποιος άλλος» είναι ο Αμερικανός ασθενής. Αν οι ΗΠΑ αποφασίσουν να βάλουν τέλος σε αυτό το σύστημα, ο υπόλοιπος κόσμος θα έρθει αντιμέτωπος με τη σκληρή πραγματικότητα. Οι επιλογές είναι δύο: είτε πληρώνεις για την καινοτομία, είτε βλέπεις την πρόοδο να εξαφανίζεται.

Πηγή: liberal.gr