Του Ζαχαρία Ζούπη

Τελικά, τα συλλαλητήρια δεν οργανώθηκαν από κανένα κόμμα μεν, παρήγαγαν ωστόσο πολιτικά αποτελέσματα, απ’ ό,τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις που έχουν δημοσιευτεί μετά από αυτά. Η κυβέρνηση είναι στριμωγμένη και βρίσκεται στο χειρότερο σημείο της τελευταίας εξαετίας. Αναζητεί κάποια διέξοδο, δείχνει να προσπαθεί να αντιδράσει, αλλά μοιάζει με ομάδα που προσπαθεί να αντεπιτεθεί, αφού έχει φάει ήδη δύο γκολ.

Η κυβέρνηση κοιμήθηκε επί μακρόν και αυτό έδωσε χώρο σε δυνάμεις που δεν περιμένουν καν την ανάκριση ή τη δίκη, δεν περιμένουν τα πορίσματα και τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης, αλλά έχουν καταλήξει ότι μιλάμε για έγκλημα και συγκάλυψη. Η προσπάθειά της, επομένως, δεν είναι πια και τόσο εύκολη. Οι παραλείψεις, η υπέρμετρη αυτοπεποίθηση και οι λάθος χειρισμοί στην υπόθεση των Τεμπών έχουν προκαλέσει ένα κύμα ανάμεικτων συναισθημάτων, που φτάνουν μέχρι τον θυμό, την οργή και την απογοήτευση. Δύσκολη η περιρρέουσα ατμόσφαιρα και αυτό οδηγεί σε απώλεια ποσοστών κατά 1.5%-2%, το κυριότερο όμως «πειράζονται» ποιοτικά μεγέθη που αφορούν στη συνολική εικόνα της κυβέρνησης.

Το θέμα πια είναι ότι το 75%- 80% μιλάει στις δημοσκοπήσεις για συγκάλυψη και παρόμοια ποσοστά δείχνουν να μην υπάρχει εμπιστοσύνη ούτε στη Δικαιοσύνη. Αν ξεφύγουμε από μια συλλογιστική, αν την πληρώνει κυβέρνηση ή όχι και πόσο, ο φόβος είναι ότι βασικά την πληρώνει η Δημοκρατία. Γιατί αν μια κυβέρνηση συγκαλύπτει, αν η Δικαιοσύνη είναι αμφίβολης ηθικής και αποτελεσματικότητας, αν την αλήθεια την αναζητούμε σε αποκαλύψεις δημοσιογράφων κάποιοι από τους οποίους επαναλαμβάνουν ανά πέντε – έξι μήνες τις ίδιες «αποκαλύψεις» που διαψεύδονται, αν είμαστε όλοι μας θύματα ψιθύρων, φημών που οδηγούν σε γενικευμένη καχυποψία και δυσπιστία άρα σε απώλεια εμπιστοσύνης, τότε το πρόβλημα δεν είναι αν θα φθαρεί πολύ ή λίγο ο Κ. Μητσοτάκης.

Τότε το πρόβλημα είναι η Δημοκρατία, ο κατακερματισμός του πολιτικού συστήματος, η ενίσχυση όσων καταγγείλουν πιο δυνατά, ο διχασμός που μας πάει χρόνια πίσω, η ακυβερνησία αφού δε φαίνεται και κανένας ικανός να πάρει το τιμόνι της χώρας, η ενίσχυση εξωπολιτικών κύκλων που τους ικανοποιούν παρόμοιες εξελίξεις.

Αν δεν κοιτάξουμε το ευρύτερο περιβάλλον, αν δε συνειδητοποιήσουμε τα διακυβεύματα της περιόδου όπως άλλωστε γινόταν την περίοδο 2011-2015 στις πλατείες των αγανακτισμένων με τα γνωστά αποτελέσματα, τότε ο κίνδυνος για τη χώρα είναι μεγάλος. Το ίδιο και η προοπτική ανόδου δήθεν αντισυστημικών δυνάμεων, επί το απλότερο λαϊκίστικων, ανορθολογικών δυνάμεων που βλέπουν παντού συνωμοσίες, συμμορίες δολοφόνων κ.λ.π

Αυτές τις απλές αλήθειες φαίνεται να μην κατανοεί η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, αν και διαπιστώνει ότι από τον Νοέμβριο που απολάμβανε ένα ευνοϊκό κλίμα με τις δημοσκοπήσεις να το εμφανίζουν στο 19%-20% στην εκτίμηση ψήφου, έχει φτάσει κατά μ.ό στο 15.8%, τμήμα δε των απωλειών να σημειώνεται ακριβώς αυτή την περίοδο που η κυβέρνηση βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα.

Σημειώνεται δε, ότι το ποσοστό αυτό στην απλή πρόθεση ψήφου βρίσκεται κατά μ.ο στο 13% (όσο περίπου το ποσοστό των Ευρωεκλογών). Γιατί άραγε; Νομίζω ότι φταίει η επιλογή να αλλάξει στην πράξη τακτική. Αν κάποιος διαβάσει τις πρώτες παρεμβάσεις του ΠΑΣΟΚ αμέσως μετά το δυστύχημα των Τεμπών και τώρα, υπάρχει μια διολίσθηση προς εύκολη και αφιλτράριστη υιοθέτηση κάθε κατηγορίας, αρκεί να πληγεί ο Κ. Μητσοτάκης.

Το ΠΑΣΟΚ κράτησε για παράδειγμα αποστάσεις από τον Κ. Βελόπουλο που λίγες μέρες μετά το δυστύχημα ήταν ο πρώτος που άρχισε να μιλάει για μπάζωμα, εύφλεκτες ουσίες, έγκλημα κ.λ.π. Γι αυτό άλλωστε και στην περίοδο προς τις Ευρωεκλογές αλλά και τώρα διαρροές που έχει κατευθύνονται και προς ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ, ΦΩΝΗ ΛΟΓΙΚΗΣ και ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ. Όπως και να το κάνουμε, τα τμήματα της κοινωνίας που θέλουν μια τέτοια ρητορική, προτιμούν πιο original εκφραστές.

Δε βγαίνει νόημα αν εμφανίζεσαι και συστημικός και αντισυστημικός ταυτόχρονα υιοθετώντας οτιδήποτε λέει οποιοσδήποτε. Είναι χαρακτηριστικό, ότι μετά την πρόταση μομφής που προκάλεσε το ΠΑΣΟΚ, στην ερώτηση «Ποιος πολιτικός αρχηγός κέρδισε τις εντυπώσεις από τη συζήτηση στη Βουλή» κέρδιζαν τρεις: Ο Σ. Κασσελάκης ο οποίος ως μη βουλευτής δεν ήταν καν στη συζήτηση και μάλιστα την είχε ειρωνευτεί, ο Κ. Βελόπουλος και η Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Ταυτόχρονα υιοθετεί άκριτα πρωτοσέλιδα συγκεκριμένης εφημερίδας κι ας διαψεύδονται μετά, με ότι κόστος του προκαλεί αυτό στην αξιοπιστία του. Κάνει λάθη, όπως πρόσφατα η καταγγελία του ότι ο Κ. Τασούλας έκρυβε στο συρτάρι του δικογραφία και μάλιστα ζήτησε να τον αποσύρει η Ν.Δ από υποψήφιο Πρόεδρο Δημοκρατίας ενώ η «μισή Βουλή» γνώριζε γι αυτήν και την είχε διαβάσει.

Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Ένα κόμμα που θέλει να εμφανιστεί πως μπορεί να κυβερνήσει αυτή τη χώρα, πρέπει μαζί με την απαίτηση για αλήθεια, να καταθέσει και προτάσεις που αφορούν το Κράτος που γεννάει τέτοια φαινόμενα, τον ΟΣΕ και πώς πρέπει να αλλάξει, τη διασφάλιση της ασφάλειας των συγκοινωνιών, το χτύπημα της αδιαφάνειας και της διαφθοράς που διαχρονικά υπάρχουν σε θύλακες του κρατικού μηχανισμού για τα οποία δεν είναι άμοιρο ευθυνών και το ίδιο έχοντας κυβερνήσει τα μισά χρόνια της Μεταπολίτευσης, προτάσεις για βαθιές μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη. Το ΠΑΣΟΚ λέει ότι προσπαθεί, αλλά δεν το κάνει. Προτιμά τον εύκολο λόγο; Βρίσκεται σε αδυναμία; Δε γνωρίζω, πάντως δεν το κάνει και φαίνεται.

Δεν είναι τυχαίο, ότι την ώρα που το 75% μιλάει για συγκάλυψη από την κυβέρνηση, αντίστοιχο ποσοστό βλέπει εργαλειοποίηση από την αντιπολίτευση για κομματικά οφέλη και προφανώς τα βέλη κατευθύνονται περισσότερο σ΄ αυτά τα κόμματα που έχουν κυβερνήσει, δηλαδή ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό και στις δημοσκοπήσεις το ΠΑΣΟΚ πέφτει και ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει με τα νύχια σε ποσοστά κατά μ.ο. 5.9% στην πρόθεση ψήφου και 7.3% στην εκτίμηση ψήφου, δηλαδή επίδοση μικρότερη και από το μισό ποσοστό του στις Ευρωεκλογές. Άρα δεν πείθουν όπως πορεύονται και τίποτα δεν προϊδεάζει ότι αυτή η τάση μπορεί να ανατραπεί, αν δεν αλλάξουν.

Στον ΣΥΡΙΖΑ τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα, αφού αντί να ανέβει, φαίνεται η ΦΩΝΗ ΛΟΓΙΚΗΣ και η ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ να διεκδικούν στα ίσα την πέμπτη θέση, με μία από τις τελευταίες έρευνες να δείχνουν ότι τον έχουν περάσει. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ιστορικές εκκρεμότητες που δεν έχει απαντήσει. Συνεχίζει με μία από τα ίδια, νομίζοντας ότι ο εξοστρακισμός του Σ. Κασσελάκη θα τον οδηγούσε σε ανοδική πορεία. Καταφεύγει στη συνήθη πολιτική των καταγγελιών, της ελπίδας νέων πλατειών, με δυνάμεις του να καταφεύγουν σε ρητορική για δολοφόνους και τον Α. Τσίπρα να επιχειρεί να πείσει πια ότι στη «συγκάλυψη» οφείλεται η διπλή συντριβή του το 2023 και να ετοιμάζει πιθανά σενάρια επιστροφής του, όπως γράφουν ρεπορτάζ.

Όμως γεγονότα είναι νωπά και πολλοί δεν έχουν ξεχάσει σε τι Κράτος Δικαίου πιστεύουν και τι έπραξαν με τη NOVARTIS, με τα MME και τις δημοσκοπικές, με τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες. Γι’ αυτό είναι κωμικοτραγικό να ομιλούν κάποιοι για λαϊκά μέτωπα αλά Γαλλία. Γι’ αυτό δεν μπορούν να πείσουν ότι η ενίσχυσή τους αποτρέπει την ακροδεξιά, όταν συγκυβέρνησαν αρμονικά με τον Π. Καμμένο.

Αυτά τα προβλήματα εμποδίζουν ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ να προχωρήσουν, ακόμα κι όταν η ΝΔ πέφτει. Λογικά θα έπρεπε να διερευνήσουν τι φταίει. Δε φαίνεται να μπορούν να το κάνουν. Η αδυναμία δε αυτή και στον βαθμό που συνεχίζουν να πέφτουν δημοσκοπικά, είναι ένα ενδεχόμενο που οδηγεί στην άποψη που κυριαρχεί, ότι ένας «γάμος» τους ή μια συνεργασία τους, μια συνάντηση, δηλαδή, όσων βρίσκονται σε αδιέξοδα για να βρουν διέξοδο μαζί, είναι κάτι που θα τροφοδοτήσει μια αλυσίδα πολιτικών διεργασιών και αναταράξεων.

Ωστόσο, επειδή το θέμα αυτή την ώρα, το θέμα που κυριαρχεί είναι η εξέλιξη της πλήρους διερεύνησης της τραγωδίας των Τεμπών, ας πούμε ότι η απαίτηση είναι να αναδειχθεί όλη η αλήθεια όχι από αυτόκλητους εισαγγελείς αλλά από τη συντεταγμένη Δικαιοσύνη. Ας σκεφτόμαστε ταυτόχρονα όλοι πιο κριτικά, ας προταχθεί η λογική, ο σεβασμός στους θεσμούς, οι βαθιές αλλαγές. Είναι ο μόνος τρόπος να μην ξαναζήσουμε πλατείες, εχθροπάθεια, συνάντηση αριστεροακροδεξιών δυνάμεων, λαϊκισμό, ακυβερνησία.

* Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι Διευθυντής Ερευνών της OPINION POLL – Πολιτικός Αναλυτής.

Πηγή: liberal.gr