Του Γιάννη Σιδέρη

Έτσι παρέρχεται η δόξα του ΣΥΡΙΖΑ, όχι με λυγμό, αλλά με κρότο. Και προβάλει ο στίχος του μεγάλου Αλεξανδρινού «Και τώρα τι θα γενούμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις».

Ήταν λύση για τη ΝΔ, να κατακεραυνώνει τον εκκωφαντικό λαϊκισμό του, και να θυμίζει στο εκλογικό σώμα το επώδυνον μιας ενδεχόμενης επαναφοράς του στην εξουσία. Ήταν λύση και για το ΠΑΣΟΚ. Εμπρός στην ασύμμετρη αδολεσχία του ΣΥΡΙΖΑ φάνταζε πυλώνας λογικής και τεκμηριωμένης αντιπολίτευσης.

Ώσπου οι «βάρβαροι» εξέλιπαν, ως ισχυρή πολιτική δύναμη με αυτοχειριαστικές κομματικές τελετουργίες τους, που ξεκίνησαν πέρσι τέτοια εποχή και ολοκληρώνονται στις ημέρες μας.

Και τώρα τι θα γίνουν τα δύο κόμματα χωρίς βαρβάρους; Η έλλειψη αντιπολίτευσης λειτουργούσε αποσυσπειρωτικά στο κυβερνών κόμμα. Οι δυσαρέσκειες, λόγω πραγματικών αιτιών, π.χ. ακρίβεια, συνδυάζονταν με δυσαρέσκειες «πολυτελείας», όπως ας πούμε στην ισότητα του γάμου, ανεξαρτήτως φύλου.

Και τι τους ένοιαζε κάποιους τι θα κάνουν οι άλλοι στη ζωή τους; Έτσι κι αλλιώς, η δική τους ζωή δεν επηρεάζεται. Μπορούν να οργανώνουν τους γάμους τους, όπως θέλουν.

Καθόλου δεν θα έπρεπε να τους νοιάζει. Αλλά έχουν εκπαιδευτεί με τα νάματα του τρίπτυχου «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια», όπως τα συμπεριέλαβε ο εξουσιαστικός εθνοπατριωτισμός, παρότι είναι άσχετα μεταξύ τους.

Γιατί κάποιος πολίτης μπορεί να είναι άθεος ή να μην παίρνει σοβαρά τον θεσμό της οικογένειας, και να είναι ανυποχώρητος πατριώτης. Απλώς νιώθουν «φρουροί του τρίπτυχου», χωρίς να τους έχει εξουσιοδοτήσει η κοινωνία για τέτοιο ρόλο. Και αποσκιρτούν προς τους άλλους φλογερούς φρουρούς κοινωνικής ηθικής, τον ταχυδρόμο του Ιησού και τη θαυμάστρια του Όρμπαν.

Στην αντίθετη πλευρά, βέβαια, υπάρχει η ίδια προπέτεια. Η  Αριστερά έχει ανακηρύξει εαυτόν φρουρό των εργαζόμενων, χωρίς οι εργαζόμενοι να της έχουν αναθέσει τέτοιο ρόλο. Απόδειξη είναι τα εκλογικά αποτελέσματα, στις ελεύθερες εκλογές όλης της μεταπολίτευσης.

Ο πρωθυπουργός, για να επανασυσπειρώσει το ποίμνιο, έπρεπε να ανακαλύψει τους αντικαταστάτες των Συριζαίων. Και είναι λογικό να στοχοποιήσει το ΠΑΣΟΚ, αφού αποτελεί ανερχόμενη δύναμη και εν δυνάμει κυβερνητικός αντίπαλος.

Μόνο που οι κραυγές, οι κατηγορίες, οι καταγγελίες, δεν μοιάζουν και τόσο αποτελεσματικές, λόγω «αντικειμενικών συνθηκών» που θα έλεγε και το ΚΚΕ. Το ΠΑΣΟΚ έχει άνοδο αλλά δεν προβάλει ως αυριανός νικητής της ΝΔ. Οι επιθέσεις από τον Πρωθυπουργό μάλλον του προσδίδουν όγκο που δεν έχει ακόμη, γι’ αυτό και ακούγεται μη πειστική η κατηγορία περί νέου ΣΥΡΙΖΑ.

Αλλά το ΠΑΣΟΚ, δημιουργεί την αίσθηση ότι προσπαθεί να αντικαταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ, εν πολλοίς και στη ρητορική του. Παραδόξως, δείχνει να μην στοχεύει στον επαναπατρισμό των λελογισμένων κεντροαριστερών, αλλά στο αφηνιασμένο αντισυστημικό λεφούσι που βρήκε καταφύγιο στον ΣΥΡΙΖΑ.

Γι΄ αυτό και ενίοτε δεν βρίσκει το δίκιο του. Ενώ, έχει δίκιο για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, για τις οποίες δεν κατανοούμε την άρνηση της κυβέρνησης, ήταν ατεκμηρίωτη η πρόταση περί ένταξης των υγειονομικών στα βαρέα και ανθυγιεινά. Δεν λέμε άδικη, λέμε ατεκμηρίωτη.

Γιατί, σαφώς, οι υγειονομικοί εργάζονται υπό σκληρές συνθήκες. Αλλά το πρόβλημα δεν είναι ποιος θα δηλώσει πιο ψυχοπονιάρης. Γιατί φευ ακούγεται λογικό το επιχείρημα του Μητσοτάκη, που δήλωσε ότι η χώρα, σύμφωνα με τους νέους ευρωπαϊκούς κανόνες, έχει οροφές.

Και ότι η διάταξη για βαρέα και ανθυγιεινά δίνει σε κάποιον να βγει σε σύνταξη στα 62 χρόνια αυτόματα. Δηλαδή 7.500 ιατροί θα χαθούν. Εμείς ψάχνουμε, είπε, να προσλάβουμε ιατρούς και εσείς προτείνετε μέτρα που τους βγάζουν από το σύστημα; Αυτή η ανεύθυνη πολιτική απευθύνεται τελικά στην ίδια την κοινωνία».

Και ούτε έστεκε στα πόδια του το επιχείρημα Ανδρουλάκη, ότι χρειάζονται 12 χρόνια ασφάλισης για να βγεις στη σύνταξη. Δηλαδή όσοι έχουν κλείσει δεν θα βγουν; Ίδιας χαμηλής πιστότητας και το επιχείρημα του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΠΑΣΟΚ, Δημ. Μάντζου, ότι το μέτρο δεν είναι δημοσιονομικό αλλά κοινωνικοασφαλιστικό.

Μα έστω μικρή αύξηση των αποδοχών δεν προϋποθέτει αύξηση φόρων; Αλλιώς, πως; Και μια πιο γρήγορη συνταξιοδότηση, όταν το κράτος δανείζεται για να πληρώσει συντάξεις δεν γίνεται και δημοσιονομικό; Γι’ αυτό πιστεύουμε ότι καλή η πρόθεση, αλλά χρήζει ορθολογικής τεκμηρίωσης. Αν υπάρχει…

Πηγή: liberal.gr