Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη η ηθελημένη παρερμηνεία των αλλαγών που έχει υιοθετήσει η Eurostat στον υπολογισμό του ΑΕΠ και του Δημοσίου Χρέους των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η παρερμηνεία αυτή οδηγεί στην εξαγωγή ευφάνταστων συμπερασμάτων από την πλευρά της αντιπολίτευσης, που με τη σειρά τους προβάλλονται ως πλήρη κυβερνητική αποτυχία και ως προσπάθεια συγκάλυψης των πραγματικών οικονομικών δεδομένων.
Έτσι ακούμε και διαβάζουμε ότι η ΕΛΣΤΑΤ «κάνει κόλπα» και «πειράζει τους αριθμούς», όπως τότε που μας «είχε στείλει στη μέγγενη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου». Ακούμε και διαβάζουμε επίσης ότι η Ελλάδα αναγκάστηκε να αποκαλύψει το πραγματικό μέγεθος του Δημοσίου Χρέους το οποίο είναι πολύ υψηλότερο, από αυτό που εμφάνιζε. Παράλληλα διαβάζουμε και ακούμε ότι η κυβέρνηση προχωρά σε παραποίηση των στοιχείων του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) για να υποστηρίξει το ανύπαρκτο «success story». Είναι όμως έτσι;
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Οι αλλαγές στον υπολογισμό του χρέους της γενικής κυβέρνησης ως ποσοστού επί του του ΑΕΠ, δεν είναι δουλειά ούτε της ΕΛΣΤΑΤ, ούτε της Ελληνικής κυβέρνησης. Δεν υπάρχει καμία προσπάθεια παραποίησης, ούτε κάποια ξαφνική αποκάλυψη. Οι αλλαγές αυτές προκύπτουν από την εφαρμογή ενός πλαισίου κανόνων που έχει υιοθετήσει η Eurostat για όλες της χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ήδη από τον Σεπτέμβριο η Eurostat κατ’ εφαρμογή του νέου πλαισίου κανόνων, είχε επιβάλει την ενσωμάτωση των αναβαλλόμενων τόκων, από τα δάνεια του Δεύτερου Μνημονίου, στο Δημόσιο Χρέος. Πρόκειται για μέρος των τόκων του δανείου του 2012 με τον EFSF, των οποίων η καταβολή έχει αναβληθεί για το διάστημα μετά το 2032.
Η επίπτωση από την εγγραφή των τόκων στο χρέος, ουσιαστικά περιορίζεται μόνο στην επιδείνωση του δείκτη Xρέους προς ΑΕΠ, ο οποίος θα υπολογιστεί αναδρομικά από το 2012 μέχρι το 2023. Όμως σε δημοσιονομικό επίπεδο που είναι και το φλέγον θέμα για τη χώρα μας, δεν υπάρχει η παραμικρή αλλαγή. Και αυτό, διότι τα ποσά έχουν εγγραφεί κανονικά κατά τη διάρκεια των προηγούμενων οικονομικών ετών. Καμία απολύτως επίπτωση δε θα υπάρξει ούτε όσον αφορά τον στόχο που επιβάλλει το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας για της αποκλιμάκωση του δείκτη Χρέους προς το ΑΕΠ.
Ο στόχος απαιτεί την μείωση του συγκεκριμένου δείκτη κατά τουλάχιστον μία ποσοστιαία μονάδα για όσες χώρες έχουν δείκτη μεγαλύτερο του 90%. Να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ το Εθνικό Χρέος θα πρέπει να ανέρχεται το πολύ στο 60% του ΑΕΠ της κάθε χώρας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2023, το Δημόσιο Χρέος στην Ευρωζώνη βρίσκεται στο 90,3% του ΑΕΠ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο 83,1% του ΑΕΠ.
Όπως βλέπουμε στο θέμα του Δημοσίου Χρέους, δεν υπάρχει καμία αποκάλυψη, καμία κρυμμένη βόμβα που θα σκάσει και κανένα τίναγμα της ελληνικής οικονομίας στον αέρα.
Πάμε τώρα στο ΑΕΠ. Σύμφωνα με την αντιπολίτευση η κυβέρνηση μαζί με την Ελληνική Στατιστική Αρχή «φουσκώνουν» το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν. Ωστόσο, ο επανυπολογισμός του ΑΕΠ γίνεται από την Eurostat και αφορά όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά το σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καθώς συμπληρώνεται μια πενταετία και αλλάζει το έτος βάσης, δηλαδή το σημείο αναφοράς από το 2015, στο 2020. Έτσι μέσω αυτής της αλλαγής, αναμένεται να εμφανιστεί μεγαλύτερη αύξηση του ΑΕΠ.
Τι διαπιστώνουμε; Ότι για πολλοστή φορά είναι άνθρακας ο θησαυρός. Και ότι η αντιπολίτευση συνεχίζει να εφευρίσκει θέματα που δεν υπάρχουν, διοχετεύοντας όσο το δυνατόν μεγαλύτερη τοξικότητα στον πολιτικό λόγο. Διότι έννοιες όπως είναι το ΑΕΠ και το Χρέος, βρίσκονται στις πρώτες σελίδες της Βίβλου του τοξικού λαϊκισμού που χρησιμοποιεί η αντιπολίτευση.
Πηγή: liberal.gr