Του Ζαχαρία Ζούπη
Η αυξημένη συμμετοχή αλλά και το πλαίσιο, το ύφος, με τα οποία πραγματοποιήθηκαν οι εσωκομματικές εκλογές στο ΠΑΣΟΚ αποτελούν αναμφίβολα μια θετική εξέλιξη. Δεν είναι θετική εξέλιξη μόνο για το ΠΑΣΟΚ, αλλά συνολικά για το πολιτικό μας σύστημα. Απέδειξε ότι έχει στελέχη που μπορούν να απευθύνονται σε διαφορετικά ακροατήρια, βαθιές κοινωνικές ρίζες, ότι μπορεί να προκαλεί τουλάχιστον το ενδιαφέρον μεγάλου φάσματος δυνάμεων.
Γι’ αυτό άλλωστε ήταν δικαιολογημένη και η κριτική σημαντικών στελεχών στην περίφημη συνεδρίαση Πολιτικού Συμβουλίου – Κ.Ο. τον Ιούνιο, όπου ουσιαστικά δρομολογήθηκαν οι εκλογές, αφού κατέστησαν μονόδρομος. Το ερώτημα ήταν τότε και συνεχίζει να είναι απλό: Πώς ένα κόμμα, με αυτά τα χαρακτηριστικά και με δυνητική ψήφο πάνω από το 40%, να παίρνει 13% και να δηλώνει και ικανοποιημένο; Σε κάθε περίπτωση πάντως, η όλη εκλογική διαδικασία αλλά και το τελικό αποτέλεσμα θα κρίνει πολλά για το μέλλον.
Είναι δε σημαντικό ότι το ΠΑΣΟΚ δείχνει να ανοίγει ένα τεράστιο παράθυρο ευκαιρίας, την ίδια στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ διαλύεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς αυτοεξευτελιζόμενος. Ας επισημάνουμε ότι κάποιοι επιμένουν ότι οι 303.223 που ψήφισαν δεν δείχνουν και κάτι φοβερό, αφού το 2021 ψήφισαν 270.000, όταν το ΠΑΣΟΚ εμφανιζόταν με εκτίμηση στην πρόθεση ψήφου στο 8% λίγους μήνες πριν, ενώ τώρα εμφανίζεται μεσοσταθμικά στο 16%. Θα έλεγα ότι η διαδικασία, από μόνη της, δεν προδικάζει το τι θα συμβεί στο επόμενο διάστημα. Σίγουρα όμως είναι πολιτικά μίζερο μια τέτοια συμμετοχή σε εκλογές κόμματος, σε μια εποχή που η αποχή έφτασε το 60% στις πρόσφατες Ευρωεκλογές, να υποτιμάται.
Τώρα, βρισκόμαστε πια λίγες μέρες πριν την τελική και κρίσιμη απόφαση ποιος θα είναι ο νέος Πρόεδρος από το βράδυ της Κυριακής. O πρώτος γύρος εκλογών για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ ανέδειξε πρώτο τον Ν. Ανδρουλάκη με διαφορά 8.23% του δεύτερου Χ. Δούκα. Δεν πρόκειται για κάποια διαφορά ασφαλείας. Ο δεύτερος γύρος είναι μια νέα μάχη, έχει τα δικά της χαρακτηριστικά. Τα διλήμματα, θα τεθούν πιο άμεσα, πιο επιτακτικά. Έχει σημασία αυτό.
Στην προεκλογική περίοδο, οι στρατηγικές υποψηφίων θόλωσαν την εικόνα, οδηγούσαν σχεδόν να ξεχνιέται γιατί ασκήθηκε τόσο έντονη κριτική στον Ν. Ανδρουλάκη και γιατί Πολιτικό Συμβούλιο και Κ.Ο ζήτησαν, με τεράστια πλειοψηφία, εκλογές, απαίτηση που εκ των υστέρων έγινε αποδεκτή. Είναι χαρακτηριστικό, ότι στο debate περισσότερα πυρά δέχτηκαν οι Χ. Δούκας και η Α. Διαμαντοπούλου παρά ο «ελεγχόμενος» για το εκλογικό αποτέλεσμα και τη θεσμική δημοκρατική λειτουργία του κόμματος εν ενεργεία Πρόεδρος.
Τώρα, έχουμε μια μάχη των δύο και η τράπουλα ξαναμοιράζεται. Άλλωστε, περίπου το 50% των συμμετεχόντων στον πρώτο γύρο επέλεξε κάποιον άλλο από τους δύο πρώτους. Και οι δύο μονομάχοι βρίσκονται μπροστά σε ερωτήματα που πρέπει να απαντήσουν: Μπορεί ο Ν. Ανδρουλάκης να πείσει ότι άλλαξε στα σημεία που επικεντρώθηκε η εσωκομματική κριτική απέναντί του, ότι θα αγκαλιάσει νέες δυνάμεις, ότι μπορεί να ξεπεράσει το ταβάνι που του αποδίδουν και να διαμορφώσει ανοιχτή παράταξη;
Μπορεί ο Χ. Δούκας να παντρέψει τα καθήκοντα του Δημάρχου και του Προέδρου, αποτελεί πραγματικά ένα στέλεχος που αν νικήσει μπορεί να κάνει προσαρμογές που θα επιτρέψουν στο ΠΑΣΟΚ να εκφράσει μια δυναμική, ορμητική πορεία; Σε κάθε περίπτωση, και οι δύο θα συγκριθούν με κάποια βασικά κριτήρια. Ποιος, τελικά, συγκριτικά, μπορεί να φέρει νέα ορμή στο ΠΑΣΟΚ, ώστε να ξεφύγει από τη στασιμότητα που εμφάνισε στις Ευρωεκλογές;
Ποιος τελικά έχει σχέδιο για να ανεβάσει τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ εκλογικά και όχι ίσως περιστασιακά λόγω κλίματος περιόδου δημοσκοπικά; Ποιος μπορεί τελικά να αντιμετωπίσει και να νικήσει τον Κ. Μητσοτάκη και με ποια πολιτική κατεύθυνση και αντιπολιτευτική τακτική μπορεί να το πετύχει; Με τι πρόγραμμα και θέσεις θα πορευτεί; Προς τα πού θα στρέψει το τιμόνι;
Δεν πρέπει να υποτιμηθεί δε η επικράτηση τελικά ή όχι μιας θέλησης αλλαγής ηγεσίας που φαινόταν ισχυρή δημοκοπικά στα ευρήματα όλων των ερευνών όλων των εταιρειών σε ερώτηση που ετίθετο και σύμφωνα με τα οποία το 60%-65% και στην κοινή γνώμη και στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ ζητούσε εκλογή νέου Προέδρου.
Μαζί μ’ αυτά, το μέγεθος της αποχής, όπως και οι συνεργασίες θα διαδραματίσουν ρόλο. Ωστόσο, η μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων των άλλων τεσσάρων υποψηφίων θα αποφασίσουν χωρίς να περιμένουν δημόσια εκφρασμένη ή υπόγεια γραμμή του υποψήφιου. Πορευόμαστε σε μια αμφίρροπη μάχη, που όλα αυτά θα παίξουν τον ρόλο τους, θα συσταθμιστούν, θα καθορίσουν την τελική επιλογή πολλών χιλιάδων ψηφοφόρων.
Γίνεται μια συζήτηση για το «καλό» και «κακό» σενάριο για τη Ν.Δ και αυτή συνδέεται με πρόσωπα. Δεν νομίζω ότι έχει νόημα η παραπολιτική και οι εικασίες. Η πρόκληση είναι να ανταποκριθεί το ΠΑΣΟΚ με τη νέα ηγεσία του στο χρέος του, αξιοποιώντας τις δυνατότητες της συγκυρίας. Ήδη υπάρχει μια δημοσκοπική άνοδος, αν και πρέπει να επισημανθεί ότι σ’ αυτή απεικονίζεται η εικόνα διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ και η συνάντηση διαφορετικών προσδοκιών που συνδέονται με διαφορετικούς υποψήφιους.
Στο μέλλον θα δούμε πού θα κατασταλάξουν οι συσχετισμοί. Άλλωστε, το 2021, το ΠΑΣΟΚ εμφανίστηκε με ποσοστά 17%-18% μετά την εκλογή Ν. Ανδρουλάκη, όταν λίγους μήνες πριν το ποσοστό του μετεωριζόταν γύρω στο 8% στην εκτίμηση ψήφου. Η συνέχεια είναι γνωστή. Το πιο σοβαρό είναι αν το ΠΑΣΟΚ δεν ζαλιστεί από τον ενθουσιασμό μιας εσωτερικής εκλογικής διαδικασίας, αλλά αν θα δείξει έμπρακτα πια ότι αποκτά χαρακτηριστικά αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης.
Αυτό όμως δεν είναι απλό. Χρειάζεται έμπρακτες ηγετικές δεξιότητες, αξιόπιστο πρόγραμμα, στελέχη με σύγχρονο λόγο και ρήξεις που θα σηματοδοτήσουν το πέρασμα στη νέα εποχή. Με λίγα λόγια, για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή.
* Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι Διευθυντής Ερευνών της OPINION POLL – Πολιτικός Αναλυτής
Πηγή: liberal.gr