Τι αναφέρει το δεύτερο πόρισμα του αντεισαγγελέα Ζήση –
Γιατί τέθηκαν στο αρχείο οι μηνύσεις Ανδρουλάκη για τις υποκλοπές
Της Ιωάννας Μάνδρου
Στο αρχείο, όπως και το σύνολο της βασικής υπόθεσης για την παρακολούθηση πολιτικών, δημοσιογράφων και άλλων παραγόντων του δημοσίου βίου, τέθηκαν και οι μηνύσεις που είχε κατατεθεί κατά ενός προσώπου, που καταγγέλθηκε ότι ενεπλάκη στην αποστολή των μολυσμένων μηνυμάτων για τις υποκλοπές.
Οι μηνύσεις που αρχειοθετήθηκαν από τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση που διενήργησε και αυτή την έρευνα, είχαν κατατεθεί από τον πρόεδρο του ΠαΣοΚ Νίκο Ανδρουλάκη και τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη, που ήταν από εκείνους που από την αρχή κατήγγειλαν, ότι είχαν δεχθεί μολυσμένα μηνύματα στο κινητό τους.
Γιατί αρχειοθετήθηκαν
Και οι εν λόγω μηνύσεις αρχειοθετήθηκαν στη λογική ότι δεν αποδείχθηκαν τα καταγγελλόμενα, όπως είχε αρχειοθετηθεί και η βασική υπόθεση για τις υποκλοπές, υπόθεση που προκάλεσε σφοδρή πολιτική αντιπαράθεση, συνδέθηκε με θέματα του κράτους δικαίου και της προστασίας της ιδιωτικής ζωής.
Η μήνυση τους αφορούσε ιδιώτη, κρεοπώλη στο επάγγελμα, του οποίου προπληρωμένη κάρτα -κατα την καταγγελία- χρησιμοποιήθηκε για να σταλούν τα μολυσμένα μηνύματα με αποδέκτες πρόσωπα που επρόκειτο να παρακολουθηθούν.
Ωστόσο, από την έρευνα του αντεισαγγελέα Ζήση, που εξέτασε τον εν λόγω κρεοπώλη ως μάρτυρα, δεν προέκυψαν, όπως αναφέρει στο πόρισμα του, στοιχεία που να θεμελιώνουν τα καταγγελόμενα, καθώς σημειώνεται, ότι ο ιδιώτης που καταγγέλθηκε δεν είχε σχέση με την αποστολή των μολυσμένων μηνυμάτων.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στο πόρισμα Ζήση, το συγκεκριμένο πρόσωπο (ο κρεοπώλης) προέκυψε κατά την έρευνα, ότι ήταν υπάλληλος σούπερ μάρκετ και κατά την κρίση του κ. Ζήση «δεν έχει ουδεμία σχέση με τα καταγγελλόμενα ,αφού τρίτος έκανε χρήση της επίμαχης κάρτας για την αποστολή των μηνυμάτων».
Επίσης κατά το πόρισμα Ζήση, δεν προέκυψε ο συγκεκριμένος άνθρωπος να έχει κάποια σχέση με τις εταιρείες που ενεπλάκησαν στις υποκλοπές, Ιntelexa και krikel, αλλά ούτε και με κάποιους άλλους ή την ΕΥΠ. Ο ίδιος δε αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή με την υπόθεση.
Να σημειωθεί εδώ, ότι εκπρόσωποι η ιδιοκτήτες των εν λόγω εταιρειών, συνολικά τέσσερα άτομα, είναι αντιμέτωποι με τη δικαιοσύνη καθώς τους αποδόθηκαν κατηγορίες για τις υποκλοπές και η δίκη τους πρόκειται να γίνει στις 5 Μαρτίου.
Το σκέλος του πορίσματος για τα θύματα των υποκλοπών
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το σκέλος του πορίσματος του αντεισαγγελέα Ζήση για τα θύματα των υποκλοπών, αν επιθυμούν να προσφύγουν δικαστικά.
Οπως σημειώνεται, όλοι ειδοποιήθηκαν με συστημένη επιστολή από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα που έχει κάνει σχετική έρευνα και έχει εντοπίσει ποιοί είναι οι αποδέκτες των μολυσμένων μηνυμάτων, και τονίζεται πως εναπόκειται στη δική τους διακριτική ευχέρεια να υποβάλουν ή όχι εγκλήσεις, αφού πρόκειται για προσβολές του ατομικού απορρήτου και της επικοινωνίας τους.
Αντίθετα από την πλευρά των μηνυτών, διατυπώνεται ότι τα αδικήματα αυτά είναι αυτεπαγγέλτως διωκόμενα και δεν χρειάζεται τα θύματα των υποκλοπών να προσφύγουν στη δικαιοσύνη αλλά η δικαιοσύνη από μόνη της να διερευνήσει την τέλεση αυτών των αδικημάτων.
Τέλος κατά τον αντεισαγγελέα Αχιλλέα Ζήση, δεν συντρέχει εφαρμογή των διατάξεων του ποινικού κώδικα, που επικαλέστηκαν ο οι μηνυτές για τα αδικήματα της κατασκοπίας αλλά και της παραβίασης απορρήτου τηλεφωνικών επικοινωνιών σε βαθμό κακουργήματος. Σημειώνεται, δε ότι αναγκαία προϋπόθεση για να θεμελιωθούν τόσο βαριά αδικήματα είναι να υπάρξουν σοβαρές ενδείξεις, ότι έχει προκληθεί πράγματι κίνδυνος και την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος ή για την εθνική ασφάλεια, κάτι που όπως τονίζεται στο πόρισμα, «αναντίρρητα δεν προέκυψε από το πλούσιο αποδεικτικό υλικό της προκαταρκτικής εξέτασης παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από τους μηνυτές».
Πηγή: tovima.gr