Του Μπάμπη Παπαδημητρίου
Ο υπουργός Οικονομικών κάνει «καλή» δουλειά.
Συλλέγει με επιτυχία τους φόρους.
Μαζεύει περισσότερους φόρους από τη φοροδιαφυγή. Δεν επιστρέφει όμως κάτι χειροπιαστό στους πολίτες που τον βοηθούν.
Εξασφαλίζει πολιτικά ωφέλιμο μαξιλάρι δαπανών για τις ήδη υπάρχουσες και άλλες πρόσθετες κυβερνητικές παροχές.
Εγγράφει τις πληθωριστικές προσαρμογές για τα εισοδήματα των κρατικών υπαλλήλων στην πολιτική ατζέντα. Υπόσχεται νέες προσλήψεις κρατικών υπαλλήλων.
Ανταποκρίνεται αγόγγυστα στις απαιτήσεις των κρατικών προμηθειών οι οποίες αυξάνονται ιλιγγιωδώς. Χωρίς πολυετή προγραμματισμό προτεραιοτήτων. Βρίσκει χρήματα για τις έκτακτες καταστροφές, χωρίς να φροντίζει για την ασφάλιση, πολιτών και κράτους, έναντι παρόμοιων κινδύνων.
Εξασφαλίζει κονδύλια για την πρόωρη αποπληρωμή κρατικού χρέους αξιοποιώντας φορολογικές επιβαρύνσεις παρελθόντων ετών. Διαγράφει συνεχώς υποχρεώσεις κακοπληρωτών και εσφαλμένα επιδοτηθέντων.
Συμβιβάζεται με την υποκρισία όσων δηλώνουν φτωχότεροι προκειμένου να «τσιμπάνε» επιδόματα. Αρνείται όμως την ίδια στιγμή, σε πάμπολλους προκομμένους πολίτες, το δικαίωμα να απολαμβάνουν με ίσους όρους την κρατική μέριμνα, για παράδειγμα στους παιδικούς σταθμούς και άλλες παρόμοιες υπηρεσίες.
Φορολογεί με καπέλο την αυτασφάλιση των πολιτών. Υπερφορολογεί αγαθά απαραίτητα στη διαβίωση και την επαγγελματική υπόσταση των μεσαίων στρωμάτων, όπως είναι τα καύσιμα, το αυτοκίνητο, οι καλοί δρόμοι, η παιδεία και η υγεία και άλλα πολλά.
Δεν συνεχίζω.
Άλλωστε δεν τον κακίζω για τα παραπάνω. Δεν φταίει προσωπικά ο ίδιος.
Αλλά δε βρίσκω πως όλα αυτά, συγκεχυμένα και χωρίς σαφή πολιτική ατζέντα συνιστούν αυτό που πολλοί στο εξωτερικό «θαυμάζουν» ως δημοσιονομικό «θαύμα» της Ελλάδας.
Οι πολίτες αυτής της χώρας έβαλαν πλάτη, δηλαδή στερήθηκαν εισοδημάτων και πλήρωσαν παραπανίσιους φόρους όταν χρειάστηκε να στηριχθεί το κράτος για να μην καταρρεύσει η χώρα χωρίς να έχουν οι ίδιοι ευθύνη αναλογική προς το φορολογικό βάρος που τους επιρρίπτει το πολιτικό σύστημα.
Θα περίμεναν, τώρα που ο κίνδυνος αυτός έχει παρέλθει, να ακούσουν από τον κ. Χατζηδάκη, ποιους φόρους και με ποιο χρονοδιάγραμμα θα περικόψει.
Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να θεωρείται φυσιολογικό το σημερινό επίπεδο φορολογίας, όταν όλοι γνωρίζουμε ότι πρόκειται για το «μνημονιακό» επίπεδο.
Οι μειώσεις φόρων που έγιναν στην πρώτη τετραετία του Κυριάκου Μητσοτάκη πρέπει να συνεχιστούν, να ανακαταμεριστούν και να στηρίξουν τη συνεχιζόμενη ανάκαμψη της οικονομίας.
Οι προκομμένοι πολίτες οι οικογένειες μισθωτών που με τις σπουδές τους, την εργατικότητά τους και την υποδειγματική συνεισφορά τους στην κοινωνία και την οικονομία έχουν καταφέρει να έχουν έναν κάποιον καλό μισθό περιμένουν κάτι καλύτερο από τον αξιόλογο Κωστή Χατζηδάκη.
Για να το πω με αριθμούς, είναι απαραίτητο να απαντηθεί αν ο υπουργός Οικονομικών βρίσκει σωστό και δίκαιο τον ακόλουθο «μπακαλίστικο» υπολογισμό.
Μισθωτός που εργάζεται και αμείβεται με το ποσό των 35.000 τον χρόνο έχει διαθέσιμο εισόδημα μετά από όλους τους φόρους και τις κρατήσεις κοντά στα 13 χιλιάρικα.
Δηλαδή κάτι λίγο περισσότερο από το 1/3 του εισοδήματος που δημιουργεί.
Τη διαφορά μεταξύ 35 και 13 χιλιάδων, δηλαδή 22 ολόκληρα χιλιάρικα της δουλειάς κάθε προκομμένου μισθωτού τη διαχειρίζεται ο κ. Χατζηδάκης.
Ο υπουργός Οικονομικών χρωστά εξηγήσεις στους μισθωτούς που τα καταφέρνουν. Το δόγμα της σταθερότητας δεν αρκεί όταν η ζωή δυσκολεύει συνεχώς περισσότερο.
Εξηγήσεις πειστικές και ολιγότερο αυτάρεσκες. Η επιτυχής και συνεπή δημοσιονομική διαχείριση για την οποία «μας ζηλεύουν οι Γερμανοί», μάλλον απογοητεύει και θυμώνει τους πολίτες που πληρώνουν τους βαρύτατους φόρους. Σίγουρα τους προβληματίζει συνεχώς βαθύτερα για τις ορθές επιλογές τους μπροστά στην κάλπη.
Πρέπει να ξέρουν ποιος αποφασίζει να του παίρνει τόσο μεγάλο μερίδιο από τον κόπο του. Ας γνωρίζουν τουλάχιστον με ποια πολιτικά κριτήρια το κράτος και η εκάστοτε κυβέρνηση νέμονται τους κόπους των ιδίων και των επιχειρήσεων, που κρατούν την Ελλάδα πάνω από το νερό.
Πηγή: liberal.gr