Της Σοφίας Βούλτεψη
Το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας για την υπεράσπιση του κατώτατου μισθού πέρασε μόνο με τις ψήφους της Νέας Δημοκρατίας. Όλοι οι υπόλοιποι, από την Αριστερά ως την άκρα δεξιά, είπαν ένα μεγαλοπρεπές «όχι» με διάφορα προσχήματα. Με Αριστερά και ΠΑΣΟΚ που παριστάνουν τους προστάτες της εργατικής τάξης να πρωτοστατούν. Γιατί, όπως λένε, τα εργασιακά είναι ζήτημα… «ταυτοτικό» γι’ αυτούς…
Ποια, όμως, είναι η αλήθεια; Η γνωστή: Οι ίδιοι που δήθεν υπερασπίζονται τους μισθούς και τα εργασιακά δικαιώματα είναι οι πρώτοι (και μόνοι) που τα καταπατούν με το πρώτο φύσημα του ανέμου. Και οι μόνες που πραγματικά τα υπερασπίζονται είναι οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας – ακόμη και στους πιο σκληρούς μνημονιακούς χρόνους.
Παρά την προπαγάνδα περί προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων και τις υποκριτικές μάχες για την υπεράσπιση των εργαζομένων, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ είναι τα κόμματα που στη διάρκεια των μνημονίων έφεραν τους περισσότερους «αντεργατικούς», όπως οι ίδιοι τους ονομάζουν, νόμους.
Το 2000, ο κατώτατος μισθός βρισκόταν στα 451 ευρώ. Το 2004 η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας τον παρέλαβε στα 572,30 ευρώ μεικτά (για άγαμο χωρίς πτυχίο), ενώ από 1/9/2005 πήγε στα 591,18 ευρώ, το 2006 στα 608 ευρώ και συνέχισε να αυξάνεται.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του τότε ΙΚΑ, επί ΠΑΣΟΚ μόνο το 10% των συνταξιούχων λάμβανε το ποσό των 940 ευρώ (μαζί με το επικουρικό και το ΕΚΑΣ), ενώ το 40% των συντάξεων βρισκόταν κάτω από τα 460 ευρώ. Ίδια εικόνα και στα άλλα Ταμεία (ΤΕΒΕ κλπ). Επίσης, επί ΠΑΣΟΚ ήμασταν τρίτοι από το τέλος όσον αφορά στον κατώτερο μηνιαίο μισθό.
(Αυτό γιατί ο κ. Ανδρουλάκης αρέσκεται να εμφανίζει στοιχεία).
Επί ΠΑΣΟΚ ο υποκατώτατος μισθός, το 2013 ο Ν. 4172
Σύμφωνα με το Πρώτο Μνημόνιο (2010), «η κυβέρνηση θα νομοθετήσει εισαγωγή μισθών κάτω από τον κατώτατο ((sub-minima), ενώ ο κατώτατος θα παραμείνει αμετάβλητος για τρία χρόνια». Με την αιτιολογία ότι έπρεπε να μπουν στην αγορά εργασίας οι νέοι και οι μακροχρόνια άνεργοι.
Άρα με το πρώτο μνημόνιο (του ΠΑΣΟΚ) εισήχθη ο υποκατώτατος μισθός.
Επομένως, τι θέλει να μας πει σήμερα ο κ. Ανδρουλάκης; Ότι τότε ήταν άλλα χρόνια και μετά ήλθαν τα μνημονιακά; Συγγνώμη, αλλά δεν διαφημίζαμε εμείς την «ισχυρή Ελλάδα», ούτε λέγαμε πως «λεφτά υπάρχουν» και θα τα βρίσκαμε αν ψηφίζαμε ΠΑΣΟΚ – αλλά δεν προκάναμε και πήγαμε στο μνημόνιο!
Είναι πανθομολογούμενο ότι κατά την διετία 2012–2014 ζήσαμε την μεγαλύτερη κρίση, με την χώρα να έχει φθάσει κυριολεκτικά στην άκρη του γκρεμού και την ψήφιση του δεύτερου μνημονίου από την τρικομματική κυβέρνηση (Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ).
Παρ’ όλα αυτά, ψηφίστηκε ο νόμος 4172/2013 (άρθρο 103), με τον οποίο αποφασιζόταν η αύξηση του κατώτατου μισθού. Όπως προέβλεπε εκείνος ο νόμος, «η νέα διαδικασία – μηχανισμός διαμόρφωσης νομοθετικώς καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου όλης της χώρας τίθεται σε ισχύ μετά τα προγράμματα Δημοσιονομικής Προσαρμογής, δηλαδή όχι πριν από την 1.1.2017). Εκείνον τον νόμο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τον είχε ψηφίσει, αποκαλώντας τον «νόμο-γαλέρα»! Αλλά και οι δανειστές θεωρούσαν πως το 2017 θα είχαμε βγει από τα μνημόνια!
Αν, λοιπόν, δεν είχε ενσκύψει ο ΣΥΡΙΖΑ με τους τυχοδιωκτισμούς του και αν η χώρα είχε την ευκαιρία να σταθεροποιηθεί και να βγει από τα μνημόνια, ο κατώτατος μισθός θα είχε αυξηθεί ήδη από τον Ιανουάριο του 2017! Και τώρα θα βρισκόταν πολύ ψηλότερα.
Άμεσα, από την πρώτη στιγμή!
Αντίθετα, όλοι αυτοί οι τυχοδιώκτες υπόσχονταν πως ο κατώτατος μισθός θα έφθανε αμέσως (προφανώς χάρη στην… πεφωτισμένη ηγεσία τους) στα 751 ευρώ. Με τον κ. Τσίπρα να λέει ότι δεν χρειαζόμαστε πρόγραμμα 100 πρώτων ημερών (γνωστό σύνθημα-υπόσχεση του Ανδρέα Παπανδρέου), αλλά πρόγραμμα… 100 πρώτων ωρών!
Είναι γνωστές οι δηλώσεις του Γιάννη Μηλιού, υπεύθυνου τότε οικονομικής πολιτικής του κόμματος, που, στο ερώτημα δημοσιογράφου «σε βάθος τετραετίας;», απάντησε: «Όχι. Άμεσα. Στα 751 ευρώ».
Όπως και οι δηλώσεις Σκουρλέτη, πρώτου υπουργού Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ, που το 2015 μας έλεγε πως… αν δεν είχε μεσολαβήσει το Πάσχα (του… 2015) αυτό θα είχε ήδη νομοθετηθεί!
Όπως και η δήλωση Τσίπρα (7/7/2013, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία): «Επαναφορά του κατώτατου μισθού από την πρώτη στιγμή».
Όπως και η άλλη δήλωση Τσίπρα (17/1/2015, «Επένδυση»), σύμφωνα με την οποία… «Στις 25 Ιανουαρίου η ψήφος γράφει Ιστορία. Ο λαός ακυρώνει τις δεσμεύσεις στους δανειστές. Επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ»!
Μάλιστα, στις 2 Οκτωβρίου 2014, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταθέσει πρόταση νόμου για κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ (τον οποίο, φυσικά, ξέχασε να καταθέσει ξανά όταν ήλθε στην βασιλεία του).
Αντίθετα, επί ΣΥΡΙΖΑ η κατώτατη σύνταξη του πρώην ΙΚΑ από 486 ευρώ έπεσε στα 392,7 ευρώ, ενώ κόπηκαν και τα 35 ευρώ του επιδόματος συζύγου.
Ακολούθησαν οι γνωστοί ηρωισμοί, η αναζήτηση ρουβλίων σε επίσκεψη Τσίπρα – Λαφαζάνη στην Αγία Πετρούπολη (Ιούνιος 2015, ενώ καιγόταν το πελεκούδι), το Plan B των Τσίπρα-Βαρουφάκη-Γκαλμπρέϊθ, το γελοίο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, η περίφημη 17ωρη διαπραγμάτευση, η άτακτη υποχώρηση με την υπογραφή του Τρίτου Μνημονίου και την παράδοση του συνόλου της δημόσιας περιουσίας στο υπερταμείο (ακόμη και των αρχαιολογικών χώρων, που έτρεχε μετά ο Τσακαλώτος να τους βγάλει με τροπολογίες).
Οι αριθμοί του συριζαϊκου ζόφου
Οπότε συνέβησαν τα ακόλουθα:
Τον Ιούνιο του 2016 (σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗ και της ΕΛΣΤΑΤ), για πρώτη φορά οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης έσπασαν τον φράγμα του 50% και ξεπέρασαν την πλήρη απασχόληση.
Τον Οκτώβριο του 2016, το 61% των συμβάσεων στον ιδιωτικό τομέα αφορούσαν ελαστικές μορφές απασχόλησης και ο μέσος μισθός για μερική απασχόληση βρισκόταν στα 405,51 ευρώ.
Τον Μάρτιο του 2018, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ, ένας στους τρεις εργαζόμενους αμειβόταν με 327 ευρώ! Μεγάλη επιτυχία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, πράγματι.
Τον Ιανουάριο του 2019, οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης βρίσκονταν στο 56,22%.
Και μετά ήλθε το τέταρτο μνημόνιο
Γιατί όλα αυτά; Μα επειδή…
Στις 16 Ιουνίου 2016, η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ υπέγραψε το Συμπληρωματικό Μνημόνιο με το οποίο συμφωνούσαν (σελίδα 25, αγορά εργασίας) στα εξής:
-Οι ελληνικές αρχές δεσμεύονται να υιοθετήσουν τις ευρωπαϊκές καλές πρακτικές.
-Απαιτείται εξισορρόπηση μεταξύ ευελιξίας και δικαιοσύνης για εργαζόμενους και εργοδότες, αλλά και να ληφθούν υπόψη τα πολύ υψηλά επίπεδα ανεργίας.
-Η κυβέρνηση θα οργανώσει μια συμβουλευτική διαδικασία από ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων προκειμένου να αναθεωρηθεί ένας αριθμός υπαρχουσών ρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένων των ομαδικών απολύσεων, του λοκ-άουτ και των συλλογικών διαπραγματεύσεων, λαμβανομένων υπόψη των βέλτιστων πρακτικών διεθνώς και στην Ευρώπη.
-Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016, οι ελληνικές αρχές θα ευθυγραμμιστούν με τις βέλτιστες πρακτικές στην ΕΕ.
-Κάθε αλλαγή στο υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο θα γίνει έπειτα από συζήτηση και συμφωνία με τους Θεσμούς. Καμιά αλλαγή στο ισχύον πλαίσιο όσον αφορά στις συλλογικές διαπραγματεύσεις δεν θα γίνει πριν από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένου και του άρθρου 103 του Ν 4172/2013
-Οι αλλαγές στην πολιτική της αγοράς εργασίας δεν πρέπει να οδηγήσουν σε πολιτικές του παρελθόντος, που δεν είναι συμβατές με τους σκοπούς της βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη.
-Ο εξορθολογισμός του ισχύοντος εργατικού νόμου θα κωδικοποιηθεί με την ψήφιση ενός Κώδικα Εργατικού Νόμου ως τον Μάρτιο του 2017, με την υποστήριξη της τεχνικής βοήθειας.
Αφού τα υπέγραψαν όλα αυτά, άρχισαν πάλι τους λεονταρισμούς διακηρύσσοντας ότι «η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να επιβάλει τη νομιμότητα στην αγορά εργασίας».
Οπότε ο κ. Κατρούγκαλος ανέθεσε το όλο θέμα, όπως προέβλεπε η συμφωνία, σε επιτροπή σοφών. Οι οποίοι, μεταξύ άλλων, μας είπαν ότι «η εργασία μειωμένου ωραρίου μπορεί να αποτρέψει τις ομαδικές απολύσεις».
Εντάξει;
Λεονταρισμοί με μουσική υπόκρουση ομαδικών απολύσεων
Πάμε τώρα στον Απρίλιο του 2017. Για να κλείσει άλλη μια αξιολόγηση η κυβέρνηση, ψήφισε προνομοθέτηση μέτρων για το 2019 και το 2020 (εντάξει όλοι εσείς οι εργατοπατέρες;), με μείωση συντάξεων και αφορολογήτου. Και για να καλύψουν τα νέα μέτρα, φώναζαν (μετά πολλών λεονταρισμών) υπέρ των εργασιακών δικαιωμάτων και των συλλογικών συμβάσεων.
Άδικος κόπος! Με το Μεσοπρόθεσμο (το επονομαζόμενο – και δικαίως – τέταρτο μνημόνιο) που ψήφισαν (Νόμος 4472/2017, σελίδες 27 και 28) έφτασαν (οι προλετάριοι του ΣΥΡΙΖΑ) να νομοθετήσουν ακόμη και την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων!
Σ’ αυτόν τον νόμο περιγραφόταν η έννοια του «notification procedure», μια διαδικασία μέσα από την οποία με απλή ειδοποίηση τριών μηνών απελευθερώνονταν οι ομαδικές απολύσεις. Και το χειρότερο: Καταργήθηκε η διαδικασία προέγκρισης των ομαδικών απολύσεων από το υπουργείο Εργασίας και αρκούσε απλά η «γνωστοποίηση» στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (εντάξει κ. Αχτσιόγλου;)
Επιπλέον, τον Ιούλιο του 2017, η μεγάλη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, υπό την προεδρία της κ. Θάνου, με την υπ’ αριθμ. 11/2017 απόφασή της έκρινε συνταγματικό τον νόμο 4046/2012 (δεύτερο μνημόνιο) και τη σχετική πράξη του υπουργικού συμβουλίου που καθιέρωσαν τον περιορισμό των εγγυήσεων όσον αφορά στις απολύσεις των εργαζομένων.
Σύμφωνα με την απόφαση, τα νομοθετήματα αυτά αποσκοπούσαν στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και για αυτό έγινε και η μείωση αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα, γιατί «διαφορετικά στερεί την δυνατότητα εξυγίανσης των επιχειρήσεων μέσω της μείωσης του εργασιακού κόστους»…
Τον Μάιο του 2019, με άλλο νομοσχέδιο, θεσμοθετήθηκε ο περίφημος «βάσιμος λόγος» για την απόλυση, που παρουσιάστηκε ως άλλη μια νίκη του εργατικού κινήματος, ενώ στην πραγματικότητα στοχοποιούσε τους εργαζόμενους και τους έκλεινε τις πόρτες για επόμενες δουλειές.
Τα χάλια σε αριθμούς
Και μερικά ακόμη «φιλεργατικά» νομοθετήματα των γνωστών «σωτήρων»:
Με τους νόμους 4430/2016, 4558/2018, 4574/2018, έφεραν τις ατομικές συμβάσεις και στο Δημόσιο.
Και με το νόμο 4354/2015 (άρθρο 20), τον ίδιο νόμο με τον οποίο μας κουβάλησαν τα ξένα Funds (τα κατά Τσίπρα «κοράκια της καταστροφής»), νομοθέτησαν την υπερεργασία, μοιράζοντας παντού τεράστιους αριθμούς υπεριωριών (μέχρι 120 γενικά, 200 στο ΕΚΑΒ, 180 στους ΟΤΑ και ούτω καθεξής).
Στο μεταξύ, τον Μάρτιο του 2016, το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, έδωσε στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τίποτε από όσα είχε υποσχεθεί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχαν γίνει πράξη:
Το 48% των ελληνικών νοικοκυριών ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας, ενώ το 50% των μισθωτών λάμβανε λιγότερα από 800 ευρώ.
Από αυτούς, το 14,5% λάμβανε αμοιβή έως 499 ευρώ, το 22% μεταξύ 500 και 699 ευρώ και το 13,5% μεταξύ 700 και 800 ευρώ.
Όσον αφορά στο υπόλοιπο ποσοστό των εργαζομένων, το 18,6% λάμβανε από 800 έως 1.000 ευρώ, το 15,7% άνω των 1.000 ευρώ, ενώ μόνο το 5,9% λάμβανε περισσότερα από 1.300 ευρώ.
Επίσης (επί των γνωστών συριζοεργατοπατέρων), το 20,9% των νοικοκυριών αδυνατούσε να καλύψει τις βασικές του ανάγκες, ενώ το εν λόγω ποσοστό αυξανόταν στο 43,4% για την κατηγορία των ανέργων.
Και ένα τελευταίο για τον ΟΟΣΑ (ο επικεφαλής του οποίου επισκέφθηκε προσφάτως τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη με πολλά καλά λόγια):
Στην έκθεσή του (Απρίλιος 2018), ο οργανισμός μιλούσε για «ανεργία, φτώχεια και ανισότητα σε υψηλά επίπεδα, χαμηλούς μισθούς, συμπιεσμένες επενδύσεις, συνεχώς μειούμενη παραγωγικότητα και εκτεταμένη φοροδιαφυγή που οδηγεί σε υψηλότερους συντελεστές φορολόγησης».
Ο κατάλογος του τυχοδιωκτισμού δεν έχει τέλος. Αλλά την εβδομάδα που πέρασε είχαν και πάλι ξεσπαθώσει παριστάνοντας τους προστάτες των φτωχών και των αδυνάμων! Λέγοντας και ξαναλέγοντας πως τα εργασιακά θέματα είναι ταυτοτικά για τα κόμματά τους.
Σωστά, αφού εκτός από την κομματική ταυτότητα έχουν και την… ταυτοτική!
*Η Σοφία Βούλτεψη είναι Βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών, υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, δημοσιογράφος
Πηγή: liberal.gr