Της Μαίρης Βενέτη

Το 2024 ο ετήσιος προϋπολογισμός της αμερικανικής κυβέρνησης ξεπέρασε τα 1,8 τρισ. δολάρια, καταγράφοντας αύξηση κατά 8% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Ήταν δε ο τρίτος υψηλότερος στην ιστορία των ΗΠΑ, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών.

Οι τόκοι για το έτος ανήλθαν σε 1,16 τρισ. δολάρια και είναι η πρώτη φορά που ξεπέρασαν το επίπεδο του 1 τρισ. δολαρίων.

Επιβαρυμένο ως ένα μεγάλο βαθμό από τους τόκους, το δημόσιο έλλειμμα αναμένεται να ανέλθει φέτος πέριξ των 1,83 τρισ. δολάρια, ήτοι 138 δισ. δολάρια υψηλότερο από ό,τι πριν ένα χρόνο. Τα μόνα χρόνια που οι ΗΠΑ είχαν μεγαλύτερο έλλειμμα σε σχέση με φέτος, ήταν το 2020 και το 2021, όταν η κυβέρνηση αναγκάστηκε να προβεί σε δαπάνες ύψους τρισεκατομμυρίων δολαρίων προκειμένου να στηρίξει νοικοκυριά και επιχειρήσεις λόγω του lockdown.

Λόγω του υψηλού ελλείμματος το αμερικανικό δημόσιο χρέος έχει υπερχειλίσει στα 35,7 τρισ. δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 2,3 τρισ.εκατομμυρίων δολαρίων από το τέλος του 2023.

Βέβαια, λίγο πολύ τα νούμερα αυτά αναμένονταν, καθώς το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου –CBO – ήδη από τον φετινό Ιούνιο είχε ενημερώσει τις προβλέψεις του για τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, εκτιμώντας έλλειμμα 2 τρισ.εκατομμυρίων δολαρίων και αύξηση λόγου χρέος /ΑΕΠ σε πάνω από 120% -το υψηλότερο ποτέ- έως το 2034.

Οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν δείξει χαρακτηριστική αδιαφορία για τα νούμερα αυτά, αυτό όμως δε σημαίνει ότι δε συνεπάγονται κινδύνους.

Διχασμένη η Βουλή των Αντιπροσώπων

Η Βουλή των Αντιπροσώπων την Πέμπτη απέρριψε το νέο νομοσχέδιο των Ρεπουμπλικάνων για τα δημοσιονομικά. Ένα νομοσχέδιο που θα επέτρεπε στη θεωρία να αποφευχθεί η παράλυση του ομοσπονδιακού κράτους, λίγο πριν τις γιορτές και το τέλος του έτους.

Οι Ρεπουμπλικάνοι κοινοβουλευτικοί, οι οποίοι έχουν οριακή πλειοψηφία στην αμερικανική Κάτω Βουλή, έθεσαν σε ψηφοφορία τη νέα πρόταση μια μέρα αφού ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Ίλον Μασκ «τορπίλισαν» τη συμφωνία που είχαν διαπραγματευτεί με τους Δημοκρατικούς ώστε να αποφευχθεί το περιβόητο shutdown.

Για την ακρίβεια ο Ντόναλντ Τραμπ εξέφρασε την αποδοκιμασία του την Τετάρτη για το νομοσχέδιο, χαρακτηρίζοντας το «γελοίο και εξαιρετικά δαπανηρό», ενώ την ίδια στιγμή ο Μασκ επαναλάμβανε ασταμάτητα μέσω του X, «σκοτώστε το νομοσχέδιο».

Έτσι, ενώ χρειαζόταν πλειοψηφία δυο τρίτων για να υιοθετηθεί, το κείμενο δεν εξασφάλισε καν απλή πλειοψηφία, καθώς 38 Ρεπουμπλικάνοι ενώθηκαν με τους Δημοκρατικούς και ψήφισαν όχι.

Χαρακτηριστικό του κλίματος που υπάρχει και εντός της Βουλής των Αντιπροσώπων είναι ότι λίγο πριν από την ψηφοφορία, ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ο Χακίμ Τζέφρις, ξεκαθάρισε πως η παράταξή του εναντιώνεται στο νομοσχέδιο, το οποίο είναι «ασόβαρο» και «για γέλια».

Στη μέση είναι ο πρόεδρος της Βουλής Μάικ Τζόνσον, ο οποίος πιέζεται από τους Δημοκρατικούς να επαναφέρει τη συμφωνία που είχαν διαπραγματευτεί, ενώ από στελέχη της πιο συντηρητικής πτέρυγας της δικής του παράταξης πιέζεται να απορρίψει κάθε κείμενο που δε συμπεριλαμβάνει περικοπές δαπανών για να εξισορροπηθούν επιδόματα και πακέτα νέας χρηματοδότησης.

Ανεξαρτήτως των εξελίξεων το βράδυ της Παρασκευής, η όλη κατάσταση μας δίνει μια πρόγευση της δεύτερης προεδρίας του Ντόνταλτ Τραμπ που θα ξεκινήσει επίσημα την 20η Ιανουαρίου.

Ήδη ο Ίλον Μασκ μιλά για τη νέα πρόταση των Ρεπουμπλικάνων, που συμπεριλαμβάνει μεταξύ άλλων την αναβολή της προθεσμίας για το όριο του χρέους ως τον Ιανουάριο του 2027.

Άλλωστε και η αντίθεση του Ντόναλτ Τραμπ στην αρχική συμφωνία εδράζεται ακριβώς στο γεγονός ότι δεν συμπεριλάμβανε αύξηση ή αναστολή του ορίου χρέους.

Μια πιθανή απόφαση όμως όσον αφορά αυτά τα όρια μετά την ορκωμοσία του Τραμπ, πόσο επιβαρυντική θα μπορούσε να αποδειχθεί για την αγορά των ομολόγων;

Ο Αμερικανός Πρόεδρος προφανώς ποντάρει ότι θα αυξήσει τα έσοδα των ΗΠΑ μέσω της επιβολής υψηλών τελωνειακών δασμών στους εμπορικούς εταίρους των Ηνωμένων Πολιτειών και ότι έτσι θα ελέγξει τον λόγο χρέους/ΑΕΠ. Τα κρίσιμα ερωτήματα λοιπόν μάλλον είναι αν και η αγορά θα «ποντάρει» εν τέλει σε αυτή την προοπτική και φυσικά αν ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ πετύχει τους στόχους του.

Τι διακυβεύεται

Καθώς το ομοσπονδιακό έλλειμμα αυξάνεται, αυξάνεται και η ανάγκη έκδοσης τίτλων του Δημοσίου. Μέχρι στιγμής βέβαια η ζήτηση για τα αμερικανικά ομόλογα παραμένει ισχυρή, καθώς σε πρόσφατες δημοπρασίες η δημόσια ζήτηση ήταν περίπου 2,5 και 3 φορές μεγαλύτερη από την προσφορά. Όμως μια συνεχής αύξηση της προσφοράς θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερες αποδόσεις, ειδικά αν για οποιονδήποτε λόγο επιβαρυνθεί η επενδυτική ψυχολογία.

Ένα τέτοιο σενάριο θα αύξανε ακόμα περισσότερο τις δαπάνες για τόκους και θα επιδείνωνε περαιτέρω τη δημοσιονομική επιβάρυνση.

Σύμφωνα με το CBO, το κόστος τόκων θα αυξηθεί στο 6% του ΑΕΠ έως το 2050, ήτοι σε ποσοστό διπλάσιο από τα υψηλά του 3% που καταγράφηκαν τη δεκαετία του 1990, πάντα κάτω από την υπόθεση ότι οι κρατικές δαπάνες θα αυξηθούν με ουσιαστικά ταχύτερο ρυθμό από τα έσοδα.

Το CBO επίσης προβλέπει ότι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030, η χρηματοδότηση μόνο των υποχρεωτικών κρατικών δαπανών- Medicare, Medicaid, Κοινωνική Ασφάλιση και τόκοι χρέους-θα απαιτεί όλα τα ομοσπονδιακά έσοδα.

Επομένως, για να ικανοποιηθούν όλες οι υπόλοιπες δαπάνες, όπως εκείνες για την άμυνα, τις υποδομές, την εκπαίδευση κ.ο.κ, οι ΗΠΑ θα πρέπει να δανείζονται περισσότερα ή να περικόψουν και άλλες διακριτικές δαπάνες.

Είναι κατανοητό ότι μια τέτοια εξέλιξη θα έβαζε σημαντικά όρια στη μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη και καινοτομία.

Αυτή τη στιγμή οι ΗΠΑ πρωταγωνιστούν στις τεχνολογικές εξελίξεις λόγω των κινήτρων που παρέχουν για επενδύσεις σε κρίσιμους τομείς όπως οι υποδομές, η ΑΙ και η μεταποίηση, μέσω των διατάξεων που περιέχονται στο Bipartisan Infrastructure Bill, το Inflation Reduction Act και τον Νόμο περί δημιουργίας χρήσιμων κινήτρων για την παραγωγή ημιαγωγών. Είναι λοιπόν σημαντικό αυτές οι διατάξεις να μην αποδομηθούν, ώστε οι ΗΠΑ να μην «κόψουν» ταχύτητα στην καινοτομία.

Το ατού του δολαρίου

Αν και όλοι οι παραπάνω κίνδυνοι είναι ενεργοί αυτή τη στιγμή, εντούτοις μετριάζονται από την αξιοπιστία των νομισματικών αρχών των ΗΠΑ και τη θέση του δολαρίου ως το κύριο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, κάτι που παρέχει στις ΗΠΑ ένα μοναδικό πλεονέκτημα.

Αυτές οι δύο συνισταμένες είναι οι κύριοι παράγοντες που συντηρούν την αξιοπιστία του αμερικανικού κρατικού χρέους.

Αν και οι οικονομίες «BRICS+» αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη γεωπολιτική επιρροή και προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα ανταγωνιστικό εμπορικό και νομισματικό σύστημα, εντούτοις το δολάριο εξακολουθεί να αποτελεί περίπου το 60% των παγκόσμιων συναλλαγματικών αποθεμάτων και χρησιμοποιείται σε περισσότερο από το ήμισυ του παγκόσμιου εμπορίου.

Ως εκ τούτου, παρά τα δημοσιεύματα καταστροφολογίας και τις τεχνικές αθετήσεις λόγω του νόμιμου ορίου χρέους, η πιθανότητα αθέτησης του χρέους των ΗΠΑ παραμένει εξαιρετικά χαμηλή.

Βλέπετε, οι ΗΠΑ εκδίδουν χρέος στο δικό τους νόμισμα, το οποίο είναι επίσης το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Αυτή η μοναδική θέση επιτρέπει μεγαλύτερη ικανότητα μεταφοράς χρέους σε σύγκριση με χώρες όπως η Αργεντινή ή η Τουρκία, που εκδίδουν χρέη σε ξένα νομίσματα.

Επιπλέον, οι ΗΠΑ διαθέτουν μια εξαιρετικά ισχυρή φορολογική βάση. Επομένως, αν καταστεί απαραίτητο, έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τα έσοδα μέσω φορολογικών μεταρρυθμίσεων. Η Ιαπωνία, με αναλογία χρέους προς ΑΕΠ 228%, αποτελεί ένα χρήσιμο παράδειγμα μιας χώρας που κατάφερε να αποφύγει μια δημοσιονομική κρίση παρά το τεράστιο χρέος της.

Αν και οι δημοσιονομικές προοπτικές λοιπόν είναι σαφώς προκλητικές, εντούτοις τα διαρθρωτικά πλεονεκτήματα της οικονομίας των ΗΠΑ και η ισχύς του νομίσματος τους, μειώνουν σημαντικά τον κίνδυνο χρεοκοπίας.

Επίσης, άλλος ένας μπαλαντέρ για τις ΗΠΑ είναι ότι οι εξελίξεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη θα μπορούσαν να ενισχύσουν την παραγωγικότητα, εξασφαλίζοντας υψηλότερη οικονομική ανάπτυξη, άρα και δημοσιονομική βιωσιμότητα.

Συμπερασματικά, αν και το πιο πιθανό σενάριο για τα επόμενα χρόνια είναι τα ελλείμματα να παραμείνουν μεγάλα και τα επίπεδα χρέους να συνεχίσουν να αυξάνονται, η αξιοπιστία των υπευθύνων χάραξης πολιτικής, η υψηλή ζήτηση των επενδυτών για το αμερικανικό treasury, η ισχυρή φορολογική βάση και η πιθανή αύξηση της παραγωγικότητας λόγω ΑΙ, αναμένεται να μας γλυτώσουν από τα χειρότερα, χωρίς βέβαια να αποκλείονται οι περίοδοι έντονης μεταβλητότητας που μπορούν να οδηγήσουν ακόμα υψηλότερα τις αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων.

Aποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.

Πηγή: liberal.gr