Του Κώστα Στούπα
Η προσπάθεια αντιμετώπισης της στεγαστικής κρίσης με άτοκα δάνεια και επιδόματα μοιάζει με προσπάθεια αντιμετώπισης πυρκαγιάς με ψεκασμό βενζίνης. Όσο ψεκάζουμε τη ζήτηση στην αγορά ακινήτων με επιδόματα, το μόνο που επιτυγχάνουμε είναι η ενδυνάμωση του παραναλώματος.
Γνωρίζω πως η κυβέρνηση έχει λάβει και μέτρα στην πλευρά της αύξησης της προσφοράς ακινήτων με κίνητρα για ανακαινίσεις, μέτρα περιορισμού των βραχυχρόνιων μισθώσεων, αντιπαροχή κρατικών οικοπέδων σε εργολάβους, αλλά αυτά έχουν εξαγγελθεί και καθυστερούν να εφαρμοστούν.
Αντιθέτως, τα προγράμματα «Σπίτι μου 1 και 2» έχουν προχωρήσει τάχιστα, εκτοξεύοντας περαιτέρω κατά 10-15% τις τιμές των ακινήτων αξίας κάτω των 250.000€, κάτω των 150 τ.μ. και έτους κατασκευής προ του 2007. Ένα σημαντικό μέρος από το ποσό που διατέθηκε για την επιδότηση του επιτοκίου στο πρόγραμμα «Σπίτι μου 1» έμεινε αδιάθετο, κυρίως γιατί οι ενδιαφερόμενοι δεν βρήκαν το κατάλληλο ακίνητο.
Η έλλειψη διαθέσιμων ακινήτων που να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές του προγράμματος αποτέλεσε σημαντικό εμπόδιο για πολλούς ενδιαφερόμενους.
Ο μοναδικός βιώσιμος τρόπος να λυθεί το στεγαστικό πρόβλημα είναι να πάψουν να ασχολούνται οι πολιτικοί μαζί του και να αφεθεί στα χέρια της ελεύθερης αγοράς. Ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα; Τα ακίνητα προς διάθεση είναι λίγα και η ζήτηση παραμένει υψηλή.
Ο μοναδικός τρόπος να λυθεί το πρόβλημα και να υπάρξει εξισορρόπηση τιμών είναι η αύξηση της προσφοράς. Χρειάζονται νέες εκτάσεις να μπουν στο σχέδιο, κλειστά ακίνητα να ανοίξουν και κίνητρα να αντικατασταθούν πολλά ερείπια εντός αστικού ιστού.
Χρειάζεται μείωση της φορολογίας στα δομικά υλικά και στην κατοχή και εκμετάλλευση ακινήτων για να αυξηθούν οι επενδύσεις στον τομέα.
Πολλοί προτιμούν να κρατούν ένα ακίνητο κλειστό παρά να το ενοικιάζουν, καθώς η φορολογία εισοδημάτων είναι υψηλή και η νομοθεσία ευνοεί τους ενοικιαστές έναντι των ιδιοκτητών.
Η διανομή του δημοσιονομικού πλεονάσματος ως επίδομα ενοικίων και επιδότηση στεγαστικών δανείων είναι μια καταστροφική σοσιαλιστική πολιτική που εντείνει και δεν λύνει το πρόβλημα.
Η δημιουργία δημοσιονομικού πλεονάσματος είναι επιτυχία της κυβέρνησης, όπως και η μείωση του χρέους. Αντί για επιδόματα, όμως, θα ήταν χρησιμότερο για την οικονομία και τη δημογραφική κατάσταση της χώρας η μείωση της φορολογίας.
Η Ελλάδα έχει μεταξύ των υψηλότερων συντελεστών φορολόγησης εισοδήματος. Εισοδήματα υψηλότερα των 40.000 ευρώ φορολογούνται με 44%.
Οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται να βρουν προσωπικό υψηλής ειδίκευσης στην Ελλάδα, γιατί περισσότεροι από 500 χιλιάδες νέοι υψηλής ειδίκευσης έχουν φύγει στο εξωτερικό.
Πριν μερικές εβδομάδες, ο επικεφαλής εισηγμένου βιομηχανικού ομίλου μου έλεγε πως η αδυναμία εξεύρεσης στελεχών έχει ανεβάσει το εργατικό κόστος κατά 10-15%.
Αντί να ανεβάσει το όριο του εισοδήματος που φορολογείται με τον υψηλότερο συντελεστή στις 100 με 150.000 ευρώ, η κυβέρνηση επιλέγει να επιδοτήσει τα ενοίκια. Σε μια οικονομία, κάθε υψηλής ειδίκευσης υψηλά αμειβόμενη θέση εργασίας δημιουργεί δεκάδες άλλες χαμηλότερα αμειβόμενες.
Η μείωση του φόρου εισοδήματος, στον βαθμό που το επιτρέπει το δημοσιονομικό ισοζύγιο, θα έχει θετικό αντίκτυπο στην οικονομία και το επίπεδο των μισθών.
Αντιθέτως, η επιδότηση του ενοικίου θα έχει σαν συνέπεια την αύξηση των ενοικίων, αφού η επιδότηση της ζήτησης έχει σαν συνέπεια πάντα την αύξηση των τιμών.
Πηγή: liberal.gr