Του Μπάμπη Παπαδημητρίου
Από τότε που εμφανίστηκε ο πρώτος τραπεζίτης, πίσω στον 17ο αιώνα, οι άνθρωποι που πρώτοι μίσησαν τις τράπεζες είναι εκείνοι που πρώτοι χρειάστηκαν τη μεσολάβησή τους. Καθόλου περίεργο, από την αρχαιότητα μέχρι και το Κοράνι, ο τόκος είναι καταραμένος. Ο δανεισμός πάλι, όχι. Περίεργα πράγματα για τους πολλούς. Αν και όλα έχουν την εξήγησή τους. Αρκεί να διαβάσει κανείς, να ρωτήσει και να μάθει.
Για την ώρα κρατήστε ότι χωρίς το τραπεζικό σύστημα, όπως αναπτύχθηκε στη διάρκεια τριών αιώνων, η πρόοδος με καπιταλισμό δεν θα διέφερε και πολύ από την «πρόοδο» με σοβιετικό «σοσιαλισμό». Για τον απλό λόγο ότι το χρήμα, από μόνο του, δεν δημιουργεί περισσότερο χρήμα παρά μόνον αν κάποιος αναλάβει το ρίσκο του δανεισμού, που σημαίνει, ενίοτε, να χάσει χρήμα. Αυτή είναι δουλειά των επιχειρήσεων και των τραπεζών. Όχι των πολιτικών.
Στην Ελλάδα, εκτός από τους κομμουνιστές και άλλους ακραίους, οι πράσινοι σοσιαλιστές είχαν πάντοτε σκοπό της πολιτικής ζωής τους να τις… καταπιούν. Το πέτυχαν στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’80. Βεβαίως, για να επιτύχει αυτός ο ανώτερης ηθικής στόχος, είχαν βάλει το χεράκι τους η δικτατορία, ο Καραμανλής, οι προβληματικοί επιχειρηματίες, ο Νίξον και οι αραβικές προσπάθειες εξόντωσης του Ισραήλ.
Στο πρώτο μισό της δεκαετίας του Παπανδρέου οι εμπορικές τράπεζες ήσαν όλες (πλην μίας) κυβερνητικά «μαγαζιά». Οι τραπεζίτες δάνειζαν το κράτος ώστε να καλύπτει τα ελλείμματα, δανειζόντουσαν από την Τράπεζα Ελλάδος παρατύπως (στο «κόκκινο»), η οποία κεντρική τράπεζα φρόντιζε να χρεώνεται η χώρα στο εξωτερικό σε συνάλλαγμα και μετά τρέχαμε όλοι να καλύψουμε τις ανάγκες μας με μια δραχμή συνεχώς μικρότερης αξίας έναντι των μεγάλων νομισμάτων.
Κάπως έτσι, καταξοδέψαμε όσα καλά είχαμε δημιουργήσει επί δύο και κάτι δεκαετίες σκληρής δουλειάς, από το περίπου 1953 μέχρι το 1973, όταν οι ρυθμοί ανάπτυξης της Ελλάδας ήταν στο τοπ 5 της λίστας των τότε κρατών του ΟΟΣΑ.
Από εκείνη την καταστροφή δεν γλιτώσαμε ποτέ. Μαζεύαμε το κουφάρι μας, ανεβαίναμε κάπως την ανηφόρα, αλλά κάθε φορά βλέπαμε τις σόλες περισσότερων ξένων μπροστά μας, κράτη πιο νοικοκυρεμένα, που μας είχαν, στο μεταξύ, ξεπεράσει.
Τα θυμίζω όλα αυτά για να εξηγήσω την ανεξήγητη συμπεριφορά και των τριών κορυφών του «αμαρτωλού» τριγώνου ΠΑΣΟΚ-Τράπεζες-Κυβέρνηση, που δίνει σπουδαία παράσταση αυτές τις μέρες.
Εδώ και πολλά χρόνια σε κάποιες χώρες, περισσότερα βεβαίως στην Αμερική, τα περισσότερα δάνεια που χρειάζεται μια οικογένεια (καταναλωτικά, αυτοκινήτου ή κατοικίας), τα δίνουν εξειδικευμένες εταιρείες, συχνά θυγατρικές των ίδιων των κατασκευαστών. Και σε εμάς γινόταν κάτι παρόμοιο αλλά πιο τριτοκοσμικό: επιταγές χωρίς αντίκρισμα, γραμμάτια και συναλλαγματικές με εξωφρενικούς κρυφούς τόκους, δανεικά μεταξύ νοικοκυραίων με κυριολεκτικά τοκογλυφικές συμφωνίες.
Όλα αυτά μπήκαν, σταδιακά, σε μια κάποια τάξη, μεταξύ 1989 και 1999. Οι τράπεζες έγιναν κανονικές τράπεζες, οι παλαιοί μέτοχοι έβαλαν περισσότερα χρήματα και βρέθηκαν καινούργιοι μέτοχοι, αξιόπιστοι ελεγκτές ήλεγχαν τους λογαριασμούς τους, η Τράπεζα Ελλάδος έβαλε τάξη και κανόνες και, κάποια στιγμή, ολόκληρο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έγινε μέρος του Ευρωσυστήματος.
Για να ξεκινήσω ανάποδα, η κυβέρνηση γνωρίζει εδώ και πολλούς μήνες ότι στην κοινωνία υπάρχει δυσφορία με το κόστος των τραπεζικών υπηρεσιών. Εκτός από θερμές υπουργικές συζητήσεις δεν έκανε πειστικό και αποτελεσματικό για να μετριασθεί η γκρίνια, δικαιολογημένη, εναντίον των τραπεζών.
Όταν καθιστούσε υποχρεωτική τη χρήση POS, με τις προμήθειες που έκαναν τους περιπτεράδες να πωλούν τσιγάρα μόνον τοις μετρητοίς, έπρεπε να σκεφτεί κάποια ανταπόδοση για τους πολίτες και τους εμπόρους που συμμορφώθηκαν.
Αφού είναι υποχρεωτική η πληρωμή μισθών και συντάξεων μέσω τραπεζικού λογαριασμού μπορούσε να σκεφτεί μια ξεχωριστή συνθήκη για το επιτόκιο και τις προμήθειες ενός προστατευμένου λογαριασμού.
Όπως η ΔΕΗ θα προχωρήσει τώρα στη δημιουργία τραπεζικού κλάδου, ένα μεγάλο βήμα στην εξέλιξή της σε δίκτυο υπηρεσιών, έτσι θα μπορούσαν τόσο η ίδια όσο και άλλες μεγάλες εταιρείες να πληρώνουν οι ίδιες τις τραπεζικές προμήθειες.
Οι τράπεζες απ’ την άλλη έχουν τις δικές τους πολύ μεγάλες ευθύνες. Ενώ διαθέτουν ένα πανάκριβο δίκτυο πληροφόρησης του κοινού, δεν κατάφεραν να διαφημίσουν τρία-τέσσερα στοιχειώδη. Πάγωσαν τα επιτόκια στα 420.000 υγιή στεγαστικά δάνεια και το κράτησαν… μυστικό. Μείωσαν ή εξορθολόγησαν τις προμήθειές τους και δεν το έμαθε κανείς, αφού μόνον τελευταία καλούνται οι πελάτες τους να δοκιμάσουν τους νέους λογαριασμούς. Και άλλα πολλά…
Ερχόμαστε στο ΠΑΣΟΚ. Η πρότασή του για έκτακτη φορολόγηση των τραπεζικών κερδών ήταν χρήσιμη για να μάθει η ηγετική περί τον Ανδρουλάκη ομάδα δυό–τρία χρήσιμα:
- ότι οι τράπεζες πληρώνουν ήδη υψηλότερο φόρο (29%) αλλά δεν τις πειράζει και μεγαλύτερος γιατί δεν πρόκειται να τον πληρώσουν,
- ότι τα χαμηλά επιτόκια ταμιευτηρίου είναι χαμηλά γιατί οι λογαριασμοί των μισθωτών δεν έχουν υπόλοιπο πάνω από μερικά ευρώ,
- ότι τα επιτόκια δανείων είναι υψηλά γιατί οι ελληνικές τράπεζες δεν είναι σαν τις ισπανικές ενώ οι περισσότεροι μικρομεσαίοι μπήκαν στον Τειρεσία από δικά τους λάθη,
- ότι αν «δεν επιτρέπεται να χρεώνουν αμοιβές ή έξοδα σε βάρος καταναλωτών, επαγγελματιών, και πολύ μικρών επιχειρήσεων» για όλες, πρακτικά, τις τραπεζικές υπηρεσίες ενώ θα είναι υποχρεωμένες να ανοίγουν λογαριασμό σε όποιον τους το ζητεί, όπως έγραψαν στην τροπολογία τους, η κατάσταση που θα προκύψει θα ισοδυναμεί με κρατικοποίηση ολόκληρου του τραπεζικού συστήματος,
- ότι, τελικά, το κοινοβούλιο δεν μπορεί να ψηφίσει νόμο με τον οποίο οι τράπεζες θα υποχρεούνται να τηρούν με νόμο το ίδιο επιτόκιο και μάλιστα το… euribor, δηλαδή το επιτόκιο με το οποίο δανείζονται οι ίδιες στην αγορά χρήματος.
Δεν γνωρίζω ποιος τα σκέφτεται όλα αυτά στο ΠΑΣΟΚ, ούτε ποιος δεν ασχολείται με τα πράγματα της καθημερινότητας νοικοκυριών και επιχειρήσεων στην κυβέρνηση, ούτε ποιος, στις τράπεζες, αδιαφορεί για τους πελάτες του και φροντίζει μόνον τους ευρωπαίους επόπτες.
Το σίγουρο είναι ότι βλάπτουν και οι τρεις την κοινή λογική εξίσου. Και θυμώνουν όσους πολίτες και συναλλασσόμενους προσπαθούν να κρατήσουν την ψυχραιμία τους, λίγο πιο ψηλά από το πάντοτε «απαραίτητο» μίσος προς τις πάντα κακές τράπεζες. Έχει πλάκα το πολιτικο-κομματικό παιχνίδι με τις τράπεζες, αλλά υπάρχουν σοβαρότερα θέματα να ασχοληθούν.
Πηγή: liberal.gr