Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου

Η Σιγκαπούρη βρίσκεται στην πρώτη θέση του Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας του Heritage Foundation, αποτελώντας πρότυπο όχι μόνο για τους ιδεολόγους φιλελεύθερους, αλλά και για τους πραγματιστές επιχειρηματίες και επενδυτές. Μια μικρή θαυματουργή χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας, με 5,7 εκατ. κατοίκους και με ΑΕΠ της τάξης των $560 δισ.

Για να αντιληφθούμε καλύτερα πόσο σημαντική είναι η πρώτη θέση στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας, θα πρέπει να γνωρίζουμε πως στην κατάταξη πίσω από τη Σιγκαπούρη βρίσκεται η Ελβετία, η Ιρλανδία, η Νέα Ζηλανδία, το Λουξεμβούργο, η Ταϊβάν, η Εσθονία, η Ολλανδία, η Φινλανδία και η Δανία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής βρίσκονται στην 25η θέση και η Ελλάδα βρίσκεται στην 77η θέση.

Πέρα από τη γενικότερη πρωτιά της, η Σιγκαπούρη λαμβάνει την υψηλότερη βαθμολογία σε τομείς όπως είναι το ελεύθερο εμπόριο, η νομική προστασία των επενδύσεων και των δικαιωμάτων περιουσίας, το ύψος των δημοσίων δαπανών, καθώς και το φορολογικό σύστημα. Ο εταιρικός φορολογικός συντελεστής βρίσκεται στο 17% και ο υψηλότερος συντελεστής των ιδιωτών φτάνει στο 22%. Οι δε κρατικές δαπάνες ανέρχονται στο 18,2% του ΑΕΠ.

Το γεγονός πως η κυβέρνηση της Σιγκαπούρης αποφάσισε την αύξηση του ΦΠΑ από το 7% στο 8% από την 1η Ιανουαρίου του 2023 και στο 9% από την 1η Ιανουαρίου του 2024, ήρθε να συνταράξει όλους αυτούς που έχουν «ανέβει στα κάγκελα» εναντίον της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη που αντί να χαμηλώσει ή να καταργήσει το ΦΠΑ σε μια σειρά από προϊόντα όπως οι ίδιοι επιθυμούσαν, υιοθέτησε το «market pass».

Παράλληλα η απόφαση της κυβέρνησης της Σιγκαπούρης να επιβάλει για πρώτη φορά ΦΠΑ σε όλα τα προϊόντα και όχι μόνο στα εισαγόμενα με αξία μεγαλύτερη από S$400 που ίσχυε μέχρι σήμερα, ήρθε να αναστατώσει τους ιεροκήρυκες του άσπιλου και αμόλυντου φιλελευθερισμού.

Η απόφαση αυτή ήταν αναμενόμενη. Η κυβέρνηση της Σιγκαπούρης έχει ήδη διαθέσει περισσότερα από S$72,8 δισ. στη μάχη κατά της πανδημίας και στην προσπάθεια στήριξης και ανάκαμψης των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και της ευρύτερης οικονομίας. Μόνο στον τομέα της ενίσχυσης των υπηρεσιών της δημόσιας υγείας διατέθηκαν S$13 δισ.

Με την επιβολή του ΦΠΑ σε μια σειρά από προϊόντα και την αύξηση των συντελεστών στα προϊόντα και στις υπηρεσίες που ήδη επιβάλλεται, η Σιγκαπούρη σκοπεύει να χρηματοδοτήσει τις αυξημένες δαπάνες του συστήματος υγείας που αναμένεται να υπερδιπλασιαστούν από τα S$11,3 δισ. που είναι σήμερα, στα S$27 δισ. μέχρι το 2030.

Στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Νοτιοανατολικής Ασίας, οι φόροι προστιθέμενης αξίας, κυμαίνονται σε υψηλότερα επίπεδα. Στην Κίνα είναι 13%, στην Ταϊβάν 5%, στις Φιλιππίνες 12% και στο Βιετνάμ 10%. Αυξήσεις στο ΦΠΑ έχουν υιοθετηθεί στην Ινδονησία όπου από το 10% ανέβηκε στο 11% για να οδηγηθεί στο 12% τον Ιανουάριο του 2025. Αλλά και στην Ιαπωνία ο ΦΠΑ έχει αυξηθεί από το 8% στο 10% μέσα σε δυο έτη.

Μόνο στην Ταϊλάνδη, αποφασίστηκε η μείωση του ΦΠΑ από το 10% στο 7%, σαν ένα μέτρο αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης λόγω της πανδημίας. Και φυσικά το καθεστώς της Ταϊλάνδης κάθε άλλο παρά φιλελεύθερο είναι, αφού σύμφωνα με το Freedom House βαθμολογείται με 5/40 στο σημείο των πολιτικών δικαιωμάτων, με 24/60 στην κοινωνική ελευθερία και με 29/100 στον Δείκτη Παγκόσμιας Ελευθερίας.

Το παράδειγμα της Σιγκαπούρης μας δείχνει πως οι πολιτικοί είναι υποχρεωμένοι να προσαρμόζουν τα προγράμματά τους, στις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές συγκυρίες. Δεν επιτρέπεται να είναι ούτε εμμονικοί, ούτε ιδεοληπτικοί. Και σε τελική γραμμή οι πολιτικοί εκλέγονται για να κάνουν συγκεκριμένη δουλειά, μέσω διαπραγματεύσεων, συναινέσεων και συγκλίσεων, χωρίς κοινωνικούς ή άλλους αποκλεισμούς.

Ειδικά σήμερα που ζούμε μέσα σε συνθήκες αβεβαιότητας, υψηλής μεταβλητότητας και έκτακτης ανάγκης οι κυβερνήσεις αναζητούν λύσεις και απαντήσεις πέρα και έξω από τις «οδηγίες χρήσεως» ή τις κατευθύνσεις που παραδοσιακά ακολουθούν. Αυτό πράττει και η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, δυσαρεστώντας ίσως μερίδα των ψηφοφόρων της, που σκέφτεται όχι με βάση το εφικτό αλλά με βάση το ιδεατό.

Πηγή: liberal.gr