Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου

Το χάλκινο μετάλλιο της εθνικής μας ομάδας στο EuroBasket σκόρπισε χαρά σε όλο το έθνος. Όμως εδώ από κάποιους έγινε ηχείο ακκιζόμενου επιδεικτικού συναισθηματισμού, ενώ από άλλους εργαλείο διεθνιστικής ιδεολογικής χειραγώγησης. Πάντα με αφορμή τον Γιάννη και τ’ αδέρφια του.

Ακούσαμε και διαβάσαμε σπαραξιδιάρικες φωνές για την ντροπή μιας χώρας που πανηγυρίζει στο όνομά του ενώ του αρνήθηκε την υπηκοότητα και ενώ γεννήθηκε εδώ τον αντιμετώπισε ως «παράνομο λαθρομετανάστη».

Άλλοι μας ενημέρωσαν ότι η Ελλάδα έχει μαύρο δέρμα, το δέρμα του Γιάννη. Και με όχημα τα κατορθώματα του υπεραθλητή, προσπαθούσαν υπογείως να περάσουν την «no borders» ιδεοληψία τους, μετερχόμενοι φτηνά επιχειρήματα.

«Υποδείκνυαν» το λάθος στην πολιτική της αποτροπής, αφού με αυτή στερείται η χώρα της πιθανότητας να ανθήσει στο μέλλον ένας νέος Γιάννης. Άρα να αφήσουμε να εισέλθει στη χώρα όποιος θέλει ανενόχλητα με την πιθανότητα να ξεπηδήσει στο μέλλον κάποιο αντίγραφό του. Πρακτική που προοπτικά θα προσελκύσει εκατομμύρια απάτριδες και ανέστιους ανθρώπους στη χώρα μας.

Να κάνουμε μια παρένθεση. Γέμισαν τα social media με φωτογραφίες του Γιάννη όταν ήταν μικρός είχε ντυθεί τσολιαδάκι. Όπως και με φωτογραφίες αυτού και των αδελφών του τυλιγμένους με την ελληνική σημαία. Και ήταν ευχάριστο και ενθαρρυντικό που οι ρατσιστικές αιχμές στα social media ήταν απειροελάχιστες.

Ένδειξη ότι η ελληνική κοινωνία τους έχει αγκαλιάσει, και ότι είναι πιο ανοιχτή από όσο οι ντόπιοι αυτοδιορισμένοι «άγρυπνοι  εισαγγελείς» και πολέμιοι του ρατσισμού, καταγγέλλουν.

Όμως ο Γιάννης και η οικογένειά του δεν αποτελούν επιχείρημα. Κατ’ αρχάς πρόκειται για κοσμήματα. Για ανθρώπους με σπάνιο ήθος, συναισθηματισμό και φιλότιμο. Σε αυτό πέραν των ατομικών χαρακτηριστικών και των διδαχών της οικογένειάς τους, προφανώς συνετέλεσε η χριστιανική θρησκεία τους.

Και όταν λέμε θρησκεία δεν εννοούμε την ατομική πίστη που είναι προσωπική τους υπόθεση και δεν μας αφορά. Εννοούμε το πολιτισμικό φορτίο που δημιουργεί η θρησκεία σε έναν λαό. Τις αξίες που προσδίδει και που αυτές εγκολπώνονται από τα μέλη του (πιστών ή απίστων), και μετατρέπονται σε κοσμικές ηθικές αξίες.

Με αυτό το πολιτισμικό φορτίο η οικογένεια Αντετοκούνμπο ενσωματώθηκε στη χώρα μας. Τα παιδιά της ένιωσαν και έγιναν Έλληνες – ή Ελληνονηγηριανοί όπως αρέσκονται να λένε δηκτικά κάποιοι με κεκαλυμμένο ρατσισμό.

Οι ίδιοι όμως εθνοκεντρικοί, φουσκώνουν από περηφάνια όταν οι Έλληνες της Αμερικής δηλώνουν Ελληνοαμερικανοί. Χαίρονται γιατί οι ξενιτεμένοι Έλληνες και οι απόγονοί τους, δεν ξέχασαν την καταγωγή τους. Ο Γιάννης και τ΄αδέλφια του έπρεπε να την ξεχάσουν για να είναι αποδεκτοί σε αυτούς! Ευτυχώς, είναι λίγοι.

Η οικογένεια Αντετοκούνμπο, με αξίες που προσομοιάζουν αυτές των χριστιανικών λαών της Ευρώπης, δεν έχει σχέση με τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που σωρηδόν εισρέουν στη χώρα. Που θεωρούν τους νόμους του κορανίου και την Σαρία ανώτερους από τους νόμους των κρατών υποδοχής.

Που δημιουργούν ξεχωριστές παράλληλες κοινωνίες -γκέτο, στα κλειστά σύνορα των οποίων ζουν με τις νόρμες των χωρών καταγωγής τους. Και τις οποίες οι δυτικοί αλληλέγγυοι συνιστούν να σεβαστούμε. Δηλαδή να αποδεχτούμε την άρνησή τους να ενσωματωθούν στην κοινωνία που προσήλθαν ως ικέτες.

Και αυτό ακόμη θα ήταν αποδεκτό αν οι ροές ήταν περιορισμένες όπως ήταν στην εποχή που ήρθε η οικογένεια του Γιάννη. Όμως τώρα δεν έρχονται μεμονωμένοι άνθρωποι και μεμονωμένες οικογένειες. Έρχονται κατά κύματα και συνήθως από νέους άντρες μόνους (οι οικογένειές τους φαίνεται δεν κινδυνεύουν).

Από την αρχή του έτους έχουν ξεπεράσει τις δώδεκα χιλιάδες οι ροές από τη βόρεια Αφρική προς την Κρήτη. Μόνο στις 14 -15 Σεπτεμβρίου τη Γαύδο προσέγγισαν 578 μετανάστες. Στο ίδιο διάστημα η Αγιά μετατρέπεται σε νέα Μόρια.

Είναι πρόσκληση και πρόκληση, όχι στους ανώνυμους αλληλέγγυους των social media, που μιλάνε άνευ ευθύνης, αλλά σε όλους αυτούς τους εκχειλίζοντες από ευαισθησία δημοσιολόγους του γραπτού λόγου, της τηλοψίας και των ερτζιανών, που απολαμβάνουν το ευτύχημα της αυξημένης ακτινοβολίας λόγου.

Να πουν που θα μείνουν αυτές οι δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που χωρίς πολιτική αποτροπής εύκολα θα γίνουν εκατοντάδες χιλιάδες; Πού και πώς θα τρώνε, που θα κοιμούνται; Με τι πόρους και εις βάρος ποίων; Πώς θα ζήσουν; Αν απαντήσουν σε αυτά τα ερωτήματα θα έχουν δικαίωμα στην αυτάρεσκη και εκκωφαντική ευαισθησία τους.

Η απάντηση «είναι δουλειά του κράτους να βρει λύση» δεν είναι απάντηση, αποτελεί εύκολη, ανέξοδη και ανεύθυνη υπεκφυγή.

Πηγή: liberal.gr