Του Μιχάλη Τσιντσίνη
Ησχέση του ΣΥΡΙΖΑ με την πλατεία δεν τελείωσε με τη διάψευση του πρώτου εξαμήνου του 2015. Το δεύτερο επεισόδιο αυτής της σχέσης ήταν οι Πρέσπες. Εκεί το κόμμα που πάντα καθαγίαζε τις μαζικές συγκεντρώσεις ως αλάνθαστη φωνή του λαού, μπερδεύτηκε. Πώς είναι δυνατόν να γεμίζει το Σύνταγμα με χιλιάδες κόσμου κι αυτοί που το γεμίζουν να μην έχουν δίκιο; Πού πήγε η σοφία του πλήθους; Ποιος κατάφερε να την υποκλέψει;
Τότε ήταν που το κόμμα της Αριστεράς υπέστη για πρώτη φορά τις εκρήξεις της αντισυστημικής αγανάκτησης, που δεν κάνει διάκριση μεταξύ παλαιοσυστημικών και νεοσυστημικών.
Η δεύτερη φάση της σχέσης ΣΥΡΙΖΑ – πλατείας ήταν η πανδημία. Το κόμμα υπερασπίστηκε το δικαίωμα του συναθροίζεσθαι παρά τους υγειονομικούς κανόνες. Συντάχθηκε με όλα τα «συλλογικά υποκείμενα» που βγήκαν στον δρόμο – από τους αλληλέγγυους προς τον Κουφοντίνα μέχρι τους εξεγερμένους της Νέας Σμύρνης. Η στάση του αυτή όμως δεν είχε αξιόλογο πολιτικό αντίκρισμα. Υπήρχε όντως ένα απόθεμα νεανικής οργής -χωρίς σαφή πολιτικά ελατήρια, αλλά με χύμα αντεξουσιαστική ορμή- το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ υποδαύλιζε, χωρίς να μπορεί να το διοχετεύσει στις τάξεις του.
Γιατί; Η απάντηση είναι προφανής. Ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε είναι ούτε μπορεί να επαναλανσαριστεί ως αντισυστημικό κόμμα. Οχι μόνο επειδή έχει κυβερνήσει πέντε χρόνια. Αλλά κυρίως επειδή δεν αισθάνεται πλέον ο ίδιος αντισυστημικός.
Πηγή: kathimerini.gr