Της Κατερίνας Γαλανού
Η κυβέρνηση χθες έκανε ένα άλμα σχεδόν 100ετίας και κανείς δεν το πήρε χαμπάρι. Κατήργησε, για περισσότερες από 600 συναλλαγές, το Τέλος Χαρτοσήμου ενώ για όποιες διατηρηθεί θα είναι ψηφιακό. Το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο ήταν κληρονομιά της κυβέρνησης του Ελευθέριου Βενιζέλου από το 1931. Βάλτε να μετρήσουμε πόσες κυβερνήσεις πέρασαν για να επιτευχθεί αυτός ο «ΑΘΛΟΣ», ο οποίος αποτέλεσε δέσμευση και ορόσημο του Ταμείου Ανάκαμψης. Το επίτευγμα Χατζηδάκη -που αν υπήρχε πρωτάθλημα σεμνότητας υπουργών πρώτης γραμμής θα το κατακτούσε σερί- εξαφανίστηκε μέσα στον ορυμαγδό της υπόθεσης Αυγενάκη.
Άδικο μεν, απολύτως δικαιολογημένο δε.
Η πολιτική ιστορία έχει διδάξει, με τον δύσκολο τρόπο, υπουργούς και κυβερνήσεις ότι οι «άθλοι» είναι υποχρέωσή τους αλλά στο τελικό ζύγι των πολιτών, βαραίνουν υπέρμετρα, ιστορίες σαν αυτή που εκτυλίχθηκε πίσω από το γκισέ του αεροδρομίου Ελ. Βενιζέλος.
Ο Λευτέρης Αυγενάκης, πρώην υπουργός, βουλευτής και στέλεχος της ΝΔ έσφαλε σε πρώτο χρόνο, τραγικά και ανεπίτρεπτα, ασκώντας επιθετική εξουσία, σε βάρος ενός εργαζόμενου που έκανε τη δουλειά του.
Ποια ήταν η δουλειά του; η τήρηση των κανόνων επιβίβασης στην πτήση που ήθελε να μπει καθυστερημένα ο κ. Αυγενάκης. Τι απαίτησε ο πρώην υπουργός; την εξαίρεση του από τους κανόνες. Όταν δεν το πέτυχε, εξαγριώθηκε και κινήθηκε εκτός κάθε ορίου.
Πρώτα απ’ όλα, των ορίων που επιβάλει ο νόμος.
Σε δεύτερο χρόνο ο ίδιος μεγιστοποίησε το παράπτωμα. Αφού κυκλοφόρησε το βίντεο – απόδειξη του συμβάντος ζήτησε αναπόφευκτα συγγνώμη, επιδιώκοντας όμως να διαψεύσει την εικόνα που όλοι έβλεπαν. Πραγματικά, «άγριος ξυλοδαρμός» δεν υπήρχε, αλλά ούτε επρόκειτο για μια απλή λεκτική ένταση
Θα ήταν λεκτική ένταση, διαξιφισμός ή και κλωτσο-πατινάδα, αν δεν ήταν βουλευτής και πρώην υπουργός αλλά ήταν απλά ένας ανώνυμος εξαγριωμένος επιβάτης που θα απαιτούσε από τον εργαζόμενο ακριβώς το ίδιο πράγμα: εξαίρεση από τους κανόνες.
Ήταν μονόδρομος για τον πρωθυπουργό η διαγραφή του βουλευτή Ηρακλείου;
Δεν ήταν.
Κι άλλοι πρωθυπουργοί μπήκαν σε αυτό τον υποτιθέμενο μονόδρομο, αλλά έστριψαν το τιμόνι. Ποντάροντας στη σύντομη ημερομηνία λήξης των γεγονότων, όπως την αποτύπωσε κάποτε ο Παύλος Πολάκης προκειμένου να ενθαρρύνει τους συντρόφους του, να μην φοβηθούν την κοινωνική αντίδραση: «Η μεγάλη σούρα 4 και η μικρή 3». Μετάφραση στη δική μας γλώσσα, ένα μεγάλο μεθύσι-αναταραχή κρατάει 4 μέρες και το μικρό το πολύ μέχρι 3 μέρες.
Αυτό θα έκανε κάποιος άλλος στη θέση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Θα περίμενε να περάσει η «σούρα». Να ξεφουσκώσει το πράγμα και κάτι άλλο να προκύψει στην επικαιρότητα.
Δεν θα διέγραφε με συνοπτικές διαδικασίες έναν βουλευτή από μια κρίσιμη εκλογική περιφέρεια, όπως η Κρήτη. Με δεδομένη και την υποχώρηση των ποσοστών του κόμματος στο νησί.
Είναι ενθαρρυντικό και παρήγορο, ότι απέναντι στον ιό της κυβερνητικής αλαζονείας -που συναντάται χωρίς εξαιρέσεις σε κάθε κυβέρνηση και εξουσία- ο πρωθυπουργός δείχνει ότι διαθέτει αντισώματα.
Διέγραψε τον πρώην υπουργό του, με τον τρόπο που απέπεμψε άλλοτε τους βουλευτές Κωνσταντίνο Μπογδάνο και Ανδρέα Πάτση. Ομοίως και καμιά 20αριά μεσαία στελέχη του κόμματος, που βρέθηκαν να κινούνται εκτός του πλαισίου αρχών της ΝΔ και του εγχειριδίου της πρωθυπουργίας του.
Το κλάδεμα της αλαζονείας θα συνεχιστεί, διαμηνύει το Μαξίμου, για να μην καούν τα χλωρά μαζί με τα ξερά.
Πηγή: liberal.gr