Επιστήμονες της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης θα κρίνουν αν οι τέσσερις μη κρατικές σχολές (τρεις νομικές, μία ιατρική), που πήραν άδειες από την κυβέρνηση, πληρούν τις προϋποθέσεις για να λειτουργήσουν – Στο μικροσκόπιο τα προγράμματα σπουδών τους

Της Μάρνυ Παπαματθαίου

Οι εκπλήξεις δεν έχουν σταματήσει στη διάρκεια του φετινού, έντονου, καλοκαιριού, με τέσσερα νέα Νομικά Πρόσωπα Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (μη κρατικά πανεπιστήμια δηλαδή) να διεκδικούν υπόσταση στον χώρο της ακαδημαϊκής κοινότητας της χώρας και μερικές δεκάδες πολιτικών ή πανεπιστημιακών σχολιαστών να ανταλλάσσουν ειρωνικά σχόλια για τα στελέχη ή τα προγράμματα σπουδών τους.

Και τα πράγματα θα ήταν απλά αν έμεναν εδώ. Οι αντιπαραθέσεις και οι εντάσεις όμως γύρω από τη λειτουργία μη κρατικών – μη κερδοσκοπικών ΑΕΙ στην Ελλάδα, αντί να τελειώνουν με την αδειοδότησή τους, φαίνεται ότι τώρα ξεκινούν. Οι δικηγορικοί σύλλογοι της χώρας έχουν ξεσηκωθεί από τα προγράμματα σπουδών νομικών σχολών που ανακοινώθηκαν ήδη και περιλαμβάνονται στα επιστημονικά αντικείμενα των νέων ιδρυμάτων (τρεις νέες νομικές σχολές θα έχουμε σύντομα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη), καθώς τα μαθήματα που θα διδάσκονται μοιάζουν πολύ λιγότερα (και φτωχότερα) σε σύγκριση με εκείνα των ελληνικών ΑΕΙ.

Αντίστοιχη συζήτηση ξεκινάει και με τις νέες ιατρικές σχολές (κάποιες από τις οποίες θα χρεώνουν δίδακτρα άνω των 20.000 ευρώ ετησίως).

Μετά την τυπική αδειοδότηση, οι πιστοποιήσεις των προγραμμάτων σπουδών των τεσσάρων νέων μη κρατικών – μη κερδοσκοπικών ΑΕΙ αναμένεται να ξεκινήσουν στα μέσα της ερχόμενης εβδομάδας από τους επιστήμονες της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) που θα έρθουν στη χώρα μας ειδικά για αυτή την αξιολόγηση. Η διαδικασία αυτή θα διαρκέσει δύο εβδομάδες με στόχο να έχει ολοκληρωθεί στο τέλος Σεπτεμβρίου και πριν από την επίσημη έναρξη της φετινής ακαδημαϊκής χρονιάς.

Εκείνο που δεν είναι γνωστό, ωστόσο, είναι ότι, παρότι τα τέσσερα νέα ιδρύματα αδειοδοτήθηκαν, αυτό δεν σημαίνει και ότι μπορούν να λειτουργήσουν ακόμη κανονικά. Και αυτό γιατί εάν κάποια από τα προγράμματά τους κριθούν από την ΕΘΑΑΕ ελλιπή, είναι πιθανό να μην ξεκινήσουν τη λειτουργία τους την ακαδημαϊκή χρονιά που ξεκινάει τον Οκτώβριο, αλλά να κληθούν να κάνουν αλλαγές και «αναβαθμίσεις».

Προσφυγή ετοιμάζει ο Δικηγορικός Σύλλογος

Η έναρξη του νέου ακαδημαϊκού εγχειρήματος, έτσι, δεν αναμένεται αναίμακτη. Ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Δημήτρης Βερβεσός λέει στο «Βήμα» ότι «το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι πλέον είμαστε υποχρεωμένοι να εγγράψουμε τους αποφοίτους των νομικών σχολών των μη κρατικών ΑΕΙ χωρίς να δικαιούμαστε να ζητήσουμε επάρκεια των σπουδών τους, όπως γινόταν ως σήμερα στις περιπτώσεις των ιδιωτικών κολεγίων, καθώς θα θεωρούνται πλέον ελληνικά πανεπιστήμια ισότιμα των δημοσίων.

Ωστόσο», συνεχίζει, «μελετάμε ήδη την κατάθεση προσφυγής κατά του προγράμματος σπουδών σχολών που δεν προσφέρουν επαρκή κύκλο. Θα ζητήσουμε αντίγραφα των σχετικών φακέλων και θα τα μελετήσουμε. Εξάλλου είχαμε αντιδράσει στην πιθανότητα νέας νομικής σχολής στην Πάτρα πριν από μερικά χρόνια. Δεν θα μπορούσαμε να μην αντιδράσουμε σε αυτό».

«Λόγω του νομοθετικού καθεστώτος, το δημόσιο ΑΕΙ χρειάζεται τουλάχιστον δύο χρόνια για να αντικαταστήσει έναν αφυπηρετούντα καθηγητή του. Αντίθετα, ένα ιδιωτικό χρειάζεται 1-2 εβδομάδες»

Ο προβληματισμός των δημόσιων ΑΕΙ

Η συζήτηση αυτή, όπως είναι φυσικό, φθάνει και στο εσωτερικό των δημόσιων ΑΕΙ και των νομικών σχολών τους. Ο κοσμήτορας της Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνος Χριστοδούλου τονίζει ότι «η λειτουργία των ιδιωτικών ΑΕΙ και οι θεσμικοί όροι αυτής (π.χ. όσον αφορά τα προγράμματα σπουδών, των οποίων η πληρότητα πρέπει να διασφαλίζεται πολιτειακώς) μας προβληματίζουν σοβαρά. Το θέμα θα εισαχθεί στην Συνέλευση της σχολής με κύριο γνώμονα το συμφέρον της σπουδάζουσας νεολαίας. Ασχετα όμως από τα παραπάνω (για τα οποία απομένει οπωσδήποτε να δούμε το σκεπτικό της πρόσφατης απόφασης του ΣτΕ και της μειοψηφίας αυτής), θα πρέπει να κατοχυρωθεί ότι το δημόσιο πανεπιστήμιο θα μπορεί να δραστηριοποιείται από όχι χειρότερη θέση. Ενδεικτικά: Λόγω του νομοθετικού καθεστώτος, το δημόσιο ΑΕΙ χρειάζεται τουλάχιστον δύο χρόνια για να αντικαταστήσει έναν αφυπηρετούντα καθηγητή του. Αντίθετα, ένα ιδιωτικό χρειάζεται 1-2 εβδομάδες. Σε αντίθεση προς χώρες της Ευρώπης, το δημόσιο πανεπιστήμιο αποστερείται υποχρεωτικά από οποιονδήποτε καθηγητή 67 ετών και αυτός μπορεί να μεταφέρει στο ιδιωτικό τη δόξα και τις γνώσεις που απέκτησε στο δημόσιο. Θέλουμε επέκταση ωραρίου βιβλιοθηκών, αλλά οι υπερωρίες των μόνιμων υπαλλήλων των δημόσιων ΑΕΙ, των ΙΔΑΧ και των ΙΔΟΧ απαγορεύονται κατά βάσιν (ακόμη και αν υπάρχουν κονδύλια). Ακόμη είναι ζωτική εθνική ανάγκη να κατοχυρωθούν τα ακριτικά ΑΕΙ Θράκης και Αιγαίου» καταλήγει.

Το «ευχαριστώ» που δεν ειπώθηκε

Στο φόντο των παραπάνω, δυσαρεστημένα αποδεικνύονται και μέλη της ΕΘΑΑΕ που έφθασαν στη χώρα μας το καλοκαίρι και έκαναν αξιολογήσεις επί δύο μήνες όλων των υποψηφιοτήτων για τη λειτουργία μη κρατικών – μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, αλλά δεν άκουσαν ένα «ευχαριστώ». Στη διαδικασία αυτή απασχολήθηκαν συνολικά 24 έλληνες πανεπιστημιακοί από πανεπιστήμια της Ευρώπης, της Μεγ. Βρετανίας και της Αμερικής.

«Διάβασα τις ανακοινώσεις της υπουργού και του υφυπουργού Παιδείας για την αδειοδότηση τεσσάρων μη κρατικών πανεπιστημίων μετά από αξιολόγηση των αιτήσεων από την ΕΘΑΑΕ» λέει σχετικά στο «Βήμα» ο Αγγελος Χανιώτης, καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών του Πρίνστον των ΗΠΑ και μέλος της Εθνικής Αρχής για την Ανώτατη Εκπαίδευση.

«Ως μέλος της ΕΘΑΑΕ, που αφιέρωσε δύο ολόκληρους μήνες σε βάρος του ελεύθερου χρόνου του και των επαγγελματικών του υποχρεώσεων, χωρίς καμία αμοιβή, για τη μελέτη των αιτήσεων και της εκτενέστατης τεκμηρίωσης (περίπου 2.000 σελίδες ανά αίτηση), δεν μπορώ να αφήσω ασχολίαστο το γεγονός ότι η ηγεσία του υπουργείου δεν βρήκε ούτε μία σύντομη φράση για να ευχαριστήσει ούτε τους διακεκριμένους έλληνες επιστήμονες της Διασποράς που στελέχωσαν τις επιτροπές αξιολόγησης ούτε την ΕΘΑΑΕ που εργάστηκε κάτω από εξαιρετική πίεση χρόνου, η οποία οφείλεται στις καθυστερήσεις που το ίδιο το υπουργείο προκάλεσε». Και συνεχίζει δηκτικά: «Η ελληνική γλώσσα έχει αρκετές λέξεις που χαρακτηρίζουν αυτή τη συμπεριφορά. Ο νοήμων αναγνώστης ας επιλέξει και ας κρίνει».

Πηγή: tovima.gr