Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου

Διάβασα προ ημερών σε μια εξαιρετική ανάρτηση του καθηγητή Χρήστου Τουραμάνη, ο οποίος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ, ότι ο ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι όνομα οργανισμού, αλλά είναι το DNA της Ελλάδας. Και αυτό δεν απέχει καθόλου από την πραγματικότητα. Το DNA της Ελλάδας δεν είναι ταυτισμένο μόνο με τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Είναι ταυτισμένο με τον χαρακτήρα της αλήστου μνήμης αγροτικής τραπεζας, το επιχειρηματικό μοντέλο της ΛΑΡΚΟ, τον κρατικό σχεδιασμό του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων, τα πακέτα Ντελόρ, τα ΜΟΠ, τα ΕΣΠΑ, τον συνδικαλισμό των ΔΕΚΟ και της ΟΛΜΕ και άλλα.

To ανθρώπινο DNA αποτελείται από χημικά στοιχεία όπως ο άνθρακας, το υδρογόνο, το οξυγόνο, το άζωτο και ο φώσφορος, που σχηματίζουν τα νουκλεοτίδια και τη δομή της διπλής έλικας. Τα βασικά στοιχεία του DNA της Ελλάδας, ανήκουν στην κατηγορία «τζάμπα χρήμα». Οι επιδοτήσεις, οι ενισχύσεις, τα λεφτά «δανεικά και αγύριστα», η λειτουργία των οργανισμών με τη λογική του Πίθου των Δαναΐδων, το μακρύ χέρι του κρατισμού και το «δίκιο του εργάτη».

Και έρχεται στο χθεσινό του άρθρο ο Κώστας Στούπας, να μας αναλύσει το άκρως επιτυχημένο οικονομικό μοντέλο της Πολωνίας η οποία σε 30 μόλις χρόνια, μετατράπηκε από ένα ανελεύθερο σοβιετικό προτεκτοράτο σε μια δυναμική βιομηχανική ατμομηχανή η οποία μέσα στο 2026 αναμένεται να αφήσει πίσω της τη σύγκριση της με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες. Ξεπερνώντας σε Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ), την Ιαπωνική τεχνολογική μηχανή, με όρους αγοραστικής δύναμης.

Αυτά συμβαίνουν σε μια χώρα που βίωσε τον κομμουνισμό, που είδε της ζωή των πολιτών της να καταρρέει σαν χάρτινος πύργος, που ένοιωσε την εξαΰλωση του «σοσιαλιστικού παραδείσου» και που αναγκάστηκε να δει τα πράγματα αλλιώς. Να δώσει ενέσεις ελευθερίας στους πολίτες, στην οικονομία και στην επιχειρηματικότητα. Οι Πολωνοί αποφάσισαν να στηρίξουν το μέλλον τους στην ανοικτή και ελεύθερη οικονομία και στον καπιταλισμό.

Η Πολωνία ίσως να αποτελεί το ακραίο ευρωπαϊκό επιτυχημένο παράδειγμα αποτίναξης του κομμουνιστικού στραγγαλισμού και υιοθέτησης του καπιταλισμού. Ωστόσο και οι υπόλοιπες χώρες του πρώην Ανατολικού μπλοκ λίγο – πολύ στο ίδιο μήκος κλίματος κινούνται, με απτά αποτελέσματα τόσο στο επίπεδο της οικονομικής επιτυχίας, όσο και στο επίπεδο ευημερίας των πολιτών τους. Και μας μιλάει ο αρθρογράφος για τη «εκδίκηση του καπιταλισμού». Μας εμείς φίλε Κώστα, δεν θέλουμε τον καπιταλισμό σε αυτήν την δόλια χώρα.

Οι πρώην κομμουνιστές ασπάστηκαν τον καπιταλισμό και πέτυχαν. Σε αντίθεση με τους Έλληνες που λατρεύουν να μισούν τον καπιταλισμό και βολοδέρνουν με μια κρατικοδίαιτη ανάπτυξη η οποία καρκινοβατεί. Μισούν την Ευρώπη, ωστόσο απολαμβάνουν όλα τα ευρωπαϊκά «πακέτα» τα οποία ενθυλακώνουν με ιδιαίτερη ευκολία και ταχύτητα.

Λατρεύουμε να μισούμε σε αυτήν την χώρα τον καπιταλισμό που είναι συνυφασμένος με την παραγωγικότητα, τον ανταγωνισμό, την ανάπτυξη, τη καινοτομία, την προσπάθεια και την επιτυχία. Αντιθέτως μας αρέσει ο καπιταλισμός «α λα γκρέκ». Που είναι εφοδιασμένος με «λεφτά τρίτων» και όχι με τα δικά μας. Με τη μέθοδο που οι αγγλοσάξονες ονομάζουν «other people’s money» και η οποία περιγράφεται με ιδιαίτερα επιτυχημένο τρόπο στη ομώνυμη κινηματογραφική επιτυχία του 1991 με τον Ντάνι Ντε Βίτο και το Γκρέγκορι Πεκ.

Και ποια είναι τα λεφτά τρίτων; Τα λεφτά του ΟΠΕΚΕΠΕ που βρίσκονται στην επικαιρότητα, τα λεφτά των αναρίθμητων πακέτων στήριξης που έχουν εισρεύσει και συνεχίσουν να εισρέουν στη χώρα μας, τα λεφτά των πάσης φύσεως ενισχύσεων προς επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, τα λεφτά των επιδομάτων που μοιράζονται αφειδώς κ.α.

Μας αρέσει να ζούμε με τα λεφτά των άλλων, τους οποίους μάλιστα υβρίζουμε νυχθημερόν. Και προς Θεού, τα δικά μας λεφτά, δεν τα βάζουμε πουθενά. Αρνούμενoι να «βάλουμε λεφτά στο τραπέζι», όπως ερμηνεύεται στη γλώσσα μας η γνωστή επενδυτική έκφραση: «put skin in the game».

Επίσης μας αρέσει να ζούμε με τη ασφάλεια που μας προσφέρουν οι συμμαχίες μας, την ίδια στιγμή που κατηγορούμε ανοικτά τους συμμάχους μας, ως ταραχοποιούς της ειρήνης, ως δολοφόνους και δεν ξέρω και εγώ τι.

Και μέσα από αυτήν την οικονομική ασφάλεια που νοιώθουμε, την οποία μέχρι και ο σύντροφος Κουτσούμπας το 2015 δεν ήθελε να διαταράξει, αλλά και την αμυντική ασφάλεια τους καρπούς της οποίας γευόμαστε, απολαμβάνοντας την ευδαιμονία μας, λατρεύουμε τους εχθρούς μας. Λατρεύουμε τον Βλαδίμηρο Πούτιν ο οποίος «θα μας σώσει», ενώ απειλεί ανοικτά όλη την Ευρώπη.

Θαυμάζουμε τον Ταγίπ Ερντογάν που «είναι μεγάλος παίκτης στη διεθνή σκακιέρα». Υποστηρίζουμε το ριζοσπαστικό Ισλάμ και μισούμε το Ισραήλ, ταυτιζόμενοι με τους τρομοκράτες της Χαμάς, με τους μουλάδες της Τεχεράνης, για να υποστηρίξουμε με αυτόν τον τρόπο τον αντισυστημισμό μας. Τη στιγμή που η συμμαχία με το Ισραήλ είναι σήμερα ίσως το πιο δυνατό χαρτί της εξωτερικής πολιτικής μας. Και τη στιγμή που η Ελλάδα ίσως και να αποτελεί μαζί με την Κύπρο, τον επόμενο σταθμό του Ισλάμ προς την Ευρώπη.

Η Ελλάδα μισεί τον καπιταλισμό και τη Δύση, χωρίς ωστόσο να αμφισβητεί ανοικτά την θέση της σε αυτό το περιβάλλον. Επαναστάτες εκ του ασφαλούς; Εισοδηματίες με λεφτά τρίτων; Αιώνιοι επιδοματίες; Δικαιούχοι με τις πλάτες άλλων; Τι ακριβώς συμβαίνει με αυτή τη χώρα, που βλέπει τους πάντες να την προσπερνούν; Και δη τις πρώην κομμουνιστικές χώρες.

Πηγή: liberal.gr