Του Μπάμπη Παπαδημητρίου
Τελικά, η περίφημη ρήση Τσίπρα, που έχει κατοχυρωθεί στο εγκόλπιο προεκλογικής εξαπάτησης (μια από -δυστυχώς- τις πολλές όμοιες ρήσεις στη μεταδικτατορική περίοδο) ότι δήθεν θα καταργήσει τα δεινά της μνημονιακής Ελλάδας «με ένα νόμο και ένα άρθρο» εφαρμόστηκε στην κυβερνητική πράξη. Από την ανάποδη βεβαίως.
Σημειώστε ότι ο πρόεδρος Τραμπ χρησιμοποίησε την ίδια ακριβώς φράση κατά την ορκωμοσία του τον Ιανουάριο εφέτος.
Μεταφέρω το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Η Καθημερινή» στο φύλλο της 10ης Ιουλίου 2015 (ημέρα Παρασκευή):
«Με ένα ιδιαίτερα επώδυνο πακέτο μέτρων, που έχει ελάχιστες διαφορές με την πρόταση Γιουνκέρ (…) ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επιχειρεί να αποτρέψει, κυριολεκτικά στο παρά ένα, το Grexit. Δεσμεύεται μάλιστα για ένα επιπλέον φορολογικό πακέτο 330 εκατ. ευρώ, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί ο στόχος για τα έσοδα. (…) Παράλληλα, ο κ. Τσίπρας ζητεί από τη Βουλή με νομοσχέδιο ενός άρθρου που θα συζητηθεί και θα ψηφιστεί σήμερα εξουσιοδότηση να διαπραγματευτεί το νέο τριετές πρόγραμμα-μνημόνιο, που προβλέπει δανειοδότηση ύψους 53,5 δισ. ευρώ. Το άρθρο που θα τεθεί σε ψηφοφορία συνοδεύεται από την ελληνική πρόταση, οπότε, όσοι το υπερψηφίσουν, δεσμεύονται για την αποδοχή των εφαρμοστικών νόμων που θα συνοδεύουν τη συμφωνία. Η συνεδρίαση στη Βουλή προμηνύεται εκρηκτική».
Ειδικό ενδιαφέρον έχει η στάση της ΝΔ εκείνες τις μέρες. Για την αξιωματική αντιπολίτευση η στήριξη της συμφωνίας ήταν ειλημμένη απόφαση. Ο εκτελών χρέη προέδρου Μεϊμαράκης, επισκέφθηκε τον κ. Παυλόπουλο και είπε:
«Πιστεύουμε ότι στη Βουλή η συμφωνία θα έχει πολύ μεγάλη ανταπόκριση, έστω κι αν κάποιοι συνάδελφοι κατά συνείδηση, από το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ψηφίσουν διαφορετικά. Ο κ. Τσίπρας πρέπει να πει το μεγάλο ΝΑΙ για να μείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη, διαπραγματευόμενος βέβαια, αλλά αυτός έχει την ευθύνη, αυτός την αναλαμβάνει, αυτός πρέπει να συνεννοηθεί με τη δική του κοινοβουλευτική ομάδα».
Είχε προηγηθεί μια ακόμη προσπάθεια εξαπάτησης των αρχηγών εκ μέρους του Τσίπρα κι αυτή είναι ένας από τους λόγους που τις τελευταίες αυτές ημέρες ο τέως πρωθυπουργός επιδιώκει να φιλοτεχνηθεί γι αυτόν ένα πορτραίτο συνενοχής των υπολοίπων πολιτικών αρχηγών.
Στη διάρκεια της συζήτησης γύρω από το προεδρικό τραπέζι ο Τσίπρας κατέθεσε λίστα μέτρων προκειμένου αυτά να «μονογραφηθούν» από τους αρχηγούς. Σημειώστε ότι τα μέτρα που ανάφερε ο Τσίπρας δεν συνοδεύτηκαν από κάποια κοστολόγηση, ούτε κάποια εκτίμηση των μακροοικονομικών επιπτώσεων. Τη βρώμικη φημολογία έσπευσε να διοχετεύσει το Μαξίμου στους δημοσιογράφους, οι οποίοι, πλην όσων υπηρετούσαν τη γραμμή Τσίπρα-Καμμένου, δεν το έχαψαν. Θορυβημένοι οι αρχηγοί από το μέγεθος της απατεωνίας που στηνόταν σε βάρος τους (και επαναλήφθηκε αυτές τις μέρες…) έδωσαν στοιχεία και λεπτομέρειες περί του αντιθέτου.
Η μακιαβελική αυτή απόπειρα παγίδευσης οδήγησε τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη να συζητήσει το καυτό θέμα με τον ΠτΔ, στον κατ’ ιδίαν χρόνο μεταξύ τους, ώστε να διασφαλίσει την μαρτυρία του. Είναι άξιο μνημόνευσης όμως, ότι ο τέως πρόεδρος στην προχθεσινή εξομολόγησή του στον Νίκο Χατζηνικολάου (Ant1), ενώ έριξε στα μαλακά τον κ. Τσίπρα, «ξέχασε» να αναφέρει κάτι προς υπεράσπιση των άλλων πολιτικών αρχηγών, ακόμη και του τότε προεδρεύοντος της ΝΔ. Συγκεκριμένα, στις σημειώσεις μου βρήκα ότι ο κ. Μεϊμαράκης είχε πει: «ήμουν από εκείνους που έλεγαν ότι η συμφωνία των αρχηγών δεν πρέπει να είναι λεπτομερής ώστε να διαθέτει ο πρωθυπουργός ευελιξία στη διαπραγμάτευση και η Ελλάδα να μείνει στο ευρώ».
Εκείνη τη μέρα, σημείωνα, στο ημερήσιο άρθρο μου: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η δημοσιονομική συμφωνία θα περιλαμβάνει δύσπεπτα μέτρα εξοικονόμησης δαπανών και ακόμη δυσκολότερα μέτρα διεύρυνσης των εισπράξεων. Η αλήθεια αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει επειδή θα καθίσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μερικές παραπάνω ώρες. Η αλήθεια αυτή δεν αμφισβητείται, αφού όσο περνούσαν οι εβδομάδες, τόσο μεγάλωνε ο δημοσιονομικός λογαριασμός. Είναι τελικά σημαντικό να έχουμε την καλύτερη τρίτη συμφωνία χρηματοδότησης».
Επιδίωξα ταυτόχρονα να υπογραμμίσω ότι «αφού δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη δημοσιονομική λιτότητα, πρέπει να σκεφτούμε τι θα κάνουμε στην πλευρά της επιχειρηματικής επέκτασης, της επενδυτικής ανάπτυξης και της προστασίας της απασχόλησης». Ήταν φανερό και εξόχως αποκαρδιωτικό ότι, μετά από τέσσερα χρόνια σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής, η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου αδιαφορούσε επί της ανάγκης να συνοδευτεί το επικείμενο τρίτο μνημόνιο από μέτρα ανάκαμψης της οικονομίας.
Αδιαφορούσε για το «πακέτο Γιουνκέρ», με αποτέλεσμα ο πρόεδρος της Επιτροπής να διατυπώσει δημόσιο παράπονο επειδή ο πρωθυπουργός δεν ενημέρωσε τους εκλογείς για την προσφορά που υπάρχει στο τραπέζι για χρήματα μέσω του αναπτυξιακού πακέτου. Μπορεί να χρειαζόντουσαν περισσότερα αλλά θα ήσαν μια πρώτη βάση για να αποκατασταθεί το κλίμα εμπιστοσύνης και να ξεκινήσουν κάποιες επενδύσεις.
Σημείωνα όμως: «Οι επενδύσεις χρειάζονται ισχυρή και ευρύτατη απελευθέρωση της επιχειρηματικότητας. Η επιχειρηματικότητα χρειάζεται σταθερότητα και θετικές προοπτικές. Θα μπορέσει η κυβέρνηση να τοποθετήσει την όποια συμφωνία σε αυτή την προοπτική; Πιστεύει σε αυτή την κατεύθυνση, το κυβερνητικό επιτελείο; Καμία επιβεβαίωση δεν υπάρχει».
Ήμουν, τελικά, πολύ ευγενικός. Και το ίδιο όλοι εμείς, που δεχόμασταν απειλές και προπηλακισμούς επειδή θέλαμε να διασωθεί η χώρα μια ώρα αρχύτερα υπήρξαμε εξαιρετικά υπομονετικοί. Ότι ο κ. Τσίπρας ετοιμάζεται, με τόσο άνεση, να δοκιμάσει και πάλι την καρτερικότητά μας, πρέπει να μας προβληματίσει.
Πηγή: liberal.gr