Της Ελεάννας Βλαστού
Είχα µια ολόκληρη εβδομάδα στη διάθεσή μου για να γράψω δύο κείμενα, αυτό που διαβάζετε και ένα προσωπικό γράμμα. Εκανα όμως άλλα πράγματα, γιατί η αναβλητικότητα είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό μου. Ξεκίνησα να διαβάζω τα βιβλία της φετινής νομπελίστας λογοτεχνίας Ανί Ερνό και έκανα το λάθος να ρωτήσω τα αγόρια εάν θέλουν να στολίσουμε δέντρο. «Εδώ, στο Λονδίνο; Ή καλύτερα να το στολίσουμε στην Αθήνα;» τους πρότεινα. Αυτό το είπα για να αναβάλω για λίγες ημέρες, ακόμη κι αυτό το… δύσκολο έργο. «Να στολίσουμε δύο δέντρα!» ήταν η ενθουσιώδης απάντηση. Ανέβηκα στο πατάρι, κατέβασα το δέντρο, το συναρμολόγησα, σκαρφάλωσα στη σκάλα, έβαλα τα φωτάκια, το θαύμασα, το ίσιωσα και τους φώναξα να το στολίσουμε μαζί. Εμφανίστηκαν. Ο ένας κρέμασε τρεις μπάλες και μου δήλωσε ότι του υπολείπονται κάποιες ασκήσεις μαθηματικών και πρέπει να σπεύσει, ο άλλος κρέμασε τέσσερις μπάλες και δήλωσε ότι έχει ένα έκτακτο τηλεφωνικό ραντεβού και πρέπει να αποχωρήσει. Δεν πτοήθηκα. Με κέφι επικεντρώθηκα στον στόχο της διεκπεραίωσης, προσθέτοντας διακοσμητικά σε όποιο χώρο του σπιτιού έκρινα ότι είναι απαραίτητο. Εβαλα και κάποια έξω από το σπίτι, παρότι ο ταχυδρόμος δεν θα τα θαυμάσει γιατί απεργεί. Εκανα οτιδήποτε για να καθυστερήσω το σημαντικό, τη συγγραφή του προσωπικού γράμματος.
Χρειάζομαι ένα συγγραφέα, σκέφτηκα, κάποιον να μου γράφει τις δύσκολες επιστολές. Αν μου ζητούσατε να γράψω ένα διήγημα 4.000 λέξεων, θα τα κατάφερνα πιο εύκολα. Mε φαντασία και κυρίως με υπομονή, θα έβαζα τη μια λέξη πίσω από την άλλη και θα έπλαθα ό,τι έχει χρέος να κατασκευάσει η λογοτεχνία, μια ψευδαίσθηση. Θα προσπαθούσα να τη δημιουργήσω, ίσως χωρίς επιτυχία αλλά θα το αποπεράτωνα. Για τα εβδομαδιαία άρθρα που διαβάζετε καταπιάνομαι με μεγάλη ενεργητικότητα, συνέπεια και, κυρίως, με μεγάλο ενθουσιασμό και τα φέρνω εις πέρας. Στόχος μου είναι οι ιδέες που έχω κατά νουν να μπουν στο χαρτί και να αποδοθούν εύληπτα. Αλλά τα υπόλοιπα, τα πιο προσωπικά, με δυσκολεύουν. Ακόμη και η πιο συγκεκριμένη και αναλυτική σκέψη σε ένα άρθρο πρέπει να αναμειχθεί με ευαισθησία για να είναι επιτυχής. Αλλά τα προσωπικά γράμματα χρειάζονται ένα επιπλέον συστατικό: πρέπει να αποδοθεί το συναίσθημα. Ακούγεται πολύ ανόητο να θέλεις να προβείς στην υπηρεσία διαμεσολάβησης άλλου γραφιά για να αποδώσεις το συναίσθημα. Δεν θα τολμούσα ποτέ να το εκμυστηρευτώ, αλλά αναθάρρησα όταν διάβασα ότι ακόμη και ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, νομπελίστας, αντιμετώπιζε το ίδιο πρόβλημα: «Με ρωτούν συχνά τι είναι αυτό που μου λείπει περισσότερο στη ζωή μου και πάντα απαντώ: ένας συγγραφέας» («Το σκάνδαλο του αιώνα», εκδόσεις Ψυχογιός).
Θα μπορούσα αντί για προσωπικό γράμμα να αμβλύνω την κατάσταση στέλνοντας ένα τραγούδι, αλλά μου αρέσει ο γραπτός λόγος. Θεωρώ ότι ένα γράμμα, όπως κι ένα βιβλίο, προσφέρει περισσότερη απόδραση και ταυτόχρονα διεισδύει ουσιαστικότερα, παρεισφρέει εντονότερα. Παρέχει περισσότερο χώρο, κατοπτεύει σε επίπεδα, βολιδοσκοπεί αποχρώσεις που ξεπερνούν τα όρια των στίχων ενός τραγουδιού. Θα μπορούσα να στείλω ένα e-mail, αλλά για τη συγγραφή ενός γράμματος απαιτούνται άλλες δεξιότητες και υπάρχουν άλλα οφέλη. Το χειρόγραφο ενεργοποιεί μια εγκεφαλική νευρική δραστηριότητα. Καλείσαι να καθίσεις απέναντι από το κενό χαρτί, εσύ και η λευκή κόλλα. Πρέπει να δημιουργήσεις σκόπιμα χρόνο για το γράμμα, να σταθείς ακίνητος, να κατέβουν οι ρυθμοί για να μαζευτούν οι σκέψεις, να ενωθούν οι συλλογισμοί και να διαλεχτούν προσεκτικά οι λέξεις. Είναι αδύνατον να συντάξεις ένα γράμμα συνδυάζοντάς το με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. Δεν γράφεται μεταξύ υποχρεώσεων και συναντήσεων. Το γράμμα έχει τη βαρύτητα του μη αναστρέψιμου. Η Ερνό το λέει καλύτερα: «Οι λέξεις τοποθετημένες στο χαρτί συλλαμβάνουν τις σκέψεις και τις αισθήσεις της στιγμής και είναι αμετάκλητες όσο είναι ο χρόνος – είναι χρόνος».
Χρειάζομαι ένα συγγραφέα, σκέφτηκα, κάποιον να μου γράφει τις δύσκολες επιστολές. Αν μου ζητούσατε να γράψω ένα διήγημα 4.000 λέξεων, θα τα κατάφερνα πιο εύκολα.
Μια προσωπική επιστολή δεν μπορεί να συγκριθεί με ένα μήνυμα στο κινητό. Οπου και να βρισκόμαστε ξεκλέβουμε χρόνο και στέλνουμε μηνύματα – αλλά τα μηνύματα δεν είναι επιστολές. Είναι άκυρη επικοινωνία. Μια σειρά τέτοιων μηνυμάτων που έστειλα με έφερε σήμερα στο σημείο αυτό, να πρέπει να γράψω γράμμα. Η αυτοπεποίθηση της οικειότητας που υπάρχει στα μηνύματα εξουδετερώνει την προσήλωση. Η άνεση της φιλικότητας αντικαθιστά επιπόλαια τη βαθύτερη σκέψη. Απαντώντας σε μηνύματα θεωρούσα χρέος μου να αποκρούω το κάθε μήνυμα που λάμβανα με ακόμη περισσότερη απρόσεκτη εμπάθεια. Πίστωνα την αφιλτράριστη πρώτη σκέψη μου στα πλεονεκτήματα που φέρνει η ηλικία. Μονάχα όταν έλαβα το πρώτο από τα τέσσερα μηνύματα-απαντήσεις που ακολούθησαν, συνειδητοποίησα ότι κάτι έκανα λάθος. «Εσύ που νομίζεις ότι τα ξέρεις όλα και πρεσβεύεις την ειλικρίνεια…» διάβασα την πρώτη φράση και σκέφτηκα ότι τίποτα θετικό δεν μπορεί να ακολουθήσει με αυτή την εισαγωγή. «Μάθε ότι η ειλικρίνεια συχνά περιττεύει όταν ο τρόπος είναι λάθος. Υπάρχει άλλος τρόπος και χρόνος για να ειπωθούν οι αλήθειες». Ποιος είναι; Πώς και πότε μπορούν να ειπωθούν καλύτερα οι αλήθειες;
Εφτασα από τους -3 στην Αθήνα, όπου κανείς δεν απεργεί, στο εύκρατο κλίμα των 20 βαθμών –το ονομάζω πολιτισμό– σαν να ταξίδεψα σε άλλη ήπειρο. Ανέβηκα στο πατάρι, κατέβασα το δέντρο, το συναρμολόγησα, σκαρφάλωσα στη σκάλα έβαλα τα φωτάκια, το θαύμασα, το ίσιωσα, το στόλισα. Εβαλα το γράμμα κάτω από το δέντρο. Τελείωσα με τα σημαντικά. «Η αλήθεια είναι κανόνας στο γράψιμο, όχι στη ζωή», έγραψε η Ανί Ερνό. Εχει δίκιο. Στο γράψιμο πρέπει να εξουσιάζει η αλήθεια. Καλά Χριστούγεννα σε όλους.
* Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο.
Πηγή: kathimerini.gr