Της Κατερίνας Γαλανού
Το ΠΑΣΟΚ κατάφερε χθες, μέσα από το debate των έξι υποψηφίων αρχηγών, να επιβεβαιώσει την αίσθηση που υπάρχει στην ελληνική κοινωνία, ότι παρά τη συρρίκνωσή του, διατηρεί dna κόμματος εξουσίας και ισχυρή αναφορά στην ιστορία του. Φάνηκε επίσης ότι δύσκολα θα προσφερθεί ως άθυμα στη… συριζοποίηση προς χάριν μιας κεντροαριστεράς του λαϊκισμού και της οπισθοχώρησης.
Επιλογή της πλειοψηφίας των υποψηφίων προέδρων, με εξαίρεση τον κ. Χάρη Δούκα, παραμένει η διεκδίκηση της ανάκαμψης μέσα από την οδό της σοβαρότητας, της αξιοπιστίας, της υπευθυνότητας και της επίγνωσης ότι η πολιτική κυριαρχία Μητσοτάκη δεν έτυχε, αλλά πέτυχε. Οι κ. Ανδρουλάκης, Γερουλάνος, Κατρίνης και οι κυρίες Διαμαντοπούλου και Γιαννακοπούλου διαθέτοντας εμπειρία και τριβή με την πολιτική πραγματικότητα στάθηκαν με γνώση και επάρκεια, στα ερωτήματα που έθεσαν οι δημοσιογράφοι και στις μεταξύ τους έντονες αλλά εντός του πολιτισμένου πλαισίου αντιμαχίες.
Ο Χάρης Δούκας ξεχώρισε αρνητικά από την αρχή.
Πολιτικά ρηχός, αδιάβαστος και χωρίς ουσιαστική γνώση των ζητημάτων. Κατέφευγε σε προκάτ απαντήσεις χωρίς να έχει τη δυνατότητα να τις προσαρμόσει στο πλαίσιο της ερώτησης που έθεταν οι δημοσιογράφοι ή οι ανθυποψήφιοί του.
Φάνηκε η τερατώδης άγνοια του, στα ζητήματα της οικονομίας και της φορολογίας όταν εκλήθη να υπερασπιστεί το νέο «λεφτά υπάρχουν» που ανέφερε προ ημερών και να προσδιορίσει με σαφήνεια πώς σκέφτεται να φορολογήσει τα καρτέλ και τους ολιγάρχες.
Στο ερώτημα του δημοσιογράφου με ποιο ποσοστό φορολογούνται σήμερα και σε ποιο ποσοστό θα αύξανε εκείνος τη φορολογία για να αντλήσει τα «λεφτά που υπάρχουν» έδειξε απίστευτη ασχετοσύνη.
Δεν γνώριζε αν υπάρχει και ποιος είναι ο εταιρικός συντελεστής φορολόγησης τραπεζών και επιχειρήσεων. Θέλησε να κρύψει την άγνοιά του και την έκανε πιο εμφανή, αναφερόμενος στη φορολογία των μπόνους και των μερισμάτων σε σύγκριση με τους φορολογικούς συντελεστές των μισθωτών.
Στην ίδια απάντηση κατήγγειλε συλλήβδην ως άδικη τη φορολογική πολιτική, έμπλεξε τις εξαγορές εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, τις τράπεζες που ανακεφαλαιοποιήθηκαν με 40 δισεκατομμύρια, τα 50 δισεκατομμύρια που δόθηκαν στην περίοδο της πανδημίας, αλλά το ΕΣΥ καταρρέει.
Στο πεδίο των εθνικών θεμάτων και ειδικά στα ελληνοτουρκικά, την επέκταση των χωρικών μιλίων και στην προοπτική προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, η άγνοιά του κινήθηκε μεταξύ της απόλυτης γραφικότητας και της ακραίας επικινδυνότητας.
Ρωτήθηκε αν ως πρωθυπουργός θα προχωρούσε στην επέκταση των χωρικών μιλίων και άρχισε να λέει πως πήγε «στη Μυτιλήνη και πάνω στα σύνορα στον Έβρο όπου η συνθήκη είναι ξεριζωμός, διότι φεύγουν οι κάτοικοι διότι ακόμη και τα σχολεία συγχωνεύονται εκεί» και ότι ξεχάσαμε αυτό που έλεγε η Μελίνα Μερκούρη ότι «τα σύνορα είναι τιμή και δεν είναι ποινή». Στην ερώτηση – παγίδα του Παύλου Γερουλάνου περί του κινδύνου καθορισμού ΑΟΖ με μειωμένη επήρεια του Καστελόριζου ανέφερε κάτι που θα ζήλευε ο Τσίπρας της πρώτης περιόδου. Ότι θα κερδίσουμε τη μάχη στη Χάγη γιατί το πιστεύει!
Σε ένα ζηλευτό κρεσέντο λαϊκισμού, απαντώντας για το στεγαστικό πρόβλημα στη χώρα και στο μοντέλο κοινωνικής κατοικίας που εφαρμόζουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Υποστήριξε ότι το μοντέλο αυτό πρέπει να εφαρμοστεί για παράδειγμα στο Ελληνικό και το 10% των κατοικιών να δοθεί σε κοινωνική κατοικία. «Θα ισχύσει αυτή η κοινωνική νόρμα που θα δώσει πολύ μεγάλη βοήθεια στα νέα παιδιά και στις οικογένειες και είναι μια δημόσια ερώτηση που απευθύνω και θα ήθελα κάποια στιγμή μια απάντηση», ανέφερε. Τον ρώτησαν για την αναμόρφωση στο επίδομα ανεργίας και είχε πλήρη μεσάνυχτα για τις αλλαγές που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, επαναλαμβάνοντας τσιτάτα για νεόπτωχους, ψηφιακούς νομάδες και passes και ότι έχει όραμα να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο.
Ακατάληπτο ήταν και το πλαίσιο μέσα στο οποίο έθεσε την αναθεώρηση του άρθρου 16.
Στην κόντρα που τον έσυρε η κ. Διαμαντοπούλου ρωτώντας τον πόσο ΠΑΣΟΚ είναι οι θέσεις του στον Δήμο, ο κ. Δούκας αρνήθηκε ότι ανταπέδωσε γενναία τη στήριξη από ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αυτοδιαψευδόμενος στο επόμενο δευτερόλεπτο.
«Εγώ κάνω μέτωπο, και οφείλω να το πω, με τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα των ιδιωτικοποιήσεων που ιδιωτικοποιεί παιδεία, υγεία και μεταφορές και δημιουργεί τρομερή επισφάλεια και ανασφάλεια στους πολίτες», διακήρυξε επιβεβαιώνοντας τις κακές γλώσσες που τον χαρακτηρίζουν ιδανικό υποψήφιο πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και ηγέτη του νέο-λαϊκισμού.
Πηγή: liberal.gr