Του Γιώργου Φιντικάκη

Η οπισθοδρόμηση και η ιδεοληψία κέρδισαν. Ο δήμαρχος Μοσχάτου-Ταύρου, Ανδρέας Ευθυμίου, κατάφερε τελικά να τορπιλίσει την ανάπλαση των πρώην αποθηκών του ΕΟΜΜΕΧ, στα όρια του δήμου του.

Οι Ολλανδοί που είχαν αναδειχθεί ανάδοχοι στον διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ το 2022, παρ’ ότι κέρδισαν πρωτόδικα την προσφυγή του Δήμου, «τα βρόντηξαν κι έφυγαν», μπροστά στις απειλές του Δημάρχου ότι θα ασκήσει έφεση, ώστε να μην εκποιηθεί το ακίνητο.

Τι ήθελαν να κάνουν οι Ολλανδοί επενδυτές στα κλειστά κτίσματα που ρημάζουν εδώ και μια 10ετία και τόσο πολύ ερέθισε τη δημοτική αρχή; Ένα χώρο μεικτών χρήσεων, κατοικιών και γραφείων, που προφανώς θα αναβάθμιζε την περιοχή.

Και τι θέλει να κάνει ο δήμαρχος; Να τα αξιοποιήσει μεταξύ άλλων ως μουσείο για την Εθνική Αντίσταση επειδή στην Κατοχή μοιράζονταν εκεί τα συσσίτια του ΕΑΜ, καθώς και να στεγάσει καλλιτεχνικά εργαστήρια.

Δεν γνωρίζουμε τι τύχη θα έχει το πρώην ακίνητο του ΕΟΜΜΕΧ στο Ταύρο. Το πιθανότερο είναι ότι θα προκηρυχθεί νέος διαγωνισμός, το ακίνητο θα συνεχίζει να ρημάζει με ζημιωμένη την τοπική κοινωνία και η ιδεοληψία να κερδίζει έδαφος σε βάρος των επενδύσεων.

Αυτά συμβαίνουν σε μια χώρα που διψά για επενδύσεις. Η περίπτωση του Ταύρου φυσικά δεν είναι η μοναδική. Κάθε μικρή ή μεγάλη επένδυση στην Ελλάδα περνά πρώτα από ένα δικαστήριο.

Η διάνοιξη της Λεωφόρου Κύμης, όπου μετά από 5 παρατάσεις, η υπόθεση θα εκδικαστεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας τον Οκτώβριο του 2024, η γεώτρηση της Energean στα Ιωάννινα που επίσης έχει πάρει δικάσιμο για τον προσεχή Οκτώβριο, είναι μερικές από τις πιο σημαντικές κολλημένες επενδύσεις στο Ανώτατο Δικαστήριο. Απ’ αυτό πέρασαν πρόσφατα το FlyOver της Θεσσαλονίκης, η Γραμμή 4 του Μετρό, άλλα μεγάλα ακίνητα του ΤΑΙΠΕΔ, κλπ.

Ασφαλώς και είναι δημοκρατικό και αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε πολίτη, αλλά και των τοπικών αρχών, όταν αισθάνονται ότι παραβιάζονται τα δικαιώματά τους να προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη. Αλλά όταν υπάρχει κατάχρηση του δικαιώματος, όταν αυτό αποκτά διαστάσεις «βιομηχανίας» προσφυγών, η συζήτηση αλλάζει.

Ακόμα και όταν, που είναι το συνηθέστερο, απορρίπτεται η προσφυγή, οι προσφεύγοντες δεν υποχρεούνται να πληρώσουν κάποιο πρόσθετο κόστος, ούτε καν τις δικαστικές δαπάνες. Αρκούν 15.000 ευρώ, τόσο κοστίζει το παράβολο για να προσφύγει κάποιος στο ΣτΕ, ώστε να βραχυκυκλώσει, όχι μια επένδυση 2,5 εκατομμυρίων, όπως του Ταύρου, αλλά πολλών εκατοντάδων, με αντίκτυπο στις ζωές χιλιάδων πολιτών.

Αρεσκόμαστε κατά τα λοιπά να λέμε για τη σημασία των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης, για το επενδυτικό ενδιαφέρον γύρω από έρευνες υδρογονανθράκων και θαλάσσια αιολικά πάρκα, αλλά δεν έχουμε απάντηση ως προς το τι θα συμβεί απέναντι στο κίνδυνο μιας «φάμπρικας» αγωγών.

Δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς παρεμβάσεις σχεδιάζει να κάνει η κυβέρνηση για να θωρακίσει θεσμικά τις επενδύσεις απέναντι σε προσφυγές και νομικές εγκλήσεις, ωστόσο το περιστατικό του Ταύρου, όπως και τα άλλα, επαναφέρουν ένα θέμα που έχει αναδείξει στο παρελθόν ο εντεταλμένος σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ, Παναγιώτης Σταμπουλίδης.

Την ανάγκη για προστασία των επενδύσεων απέναντι σε άσκοπες αγωγές που βραχυκυκλώνουν την έγκαιρη απόδοση της δικαιοσύνης.

Ακριβώς λόγω της σημασίας των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης συζητείται εδώ και καιρό, με εμπλοκή των υπ. Εθνικής Οικονομίας Κ. Χατζηδάκη και Ανάπτυξης Κ.Σκρέκα, να αλλάξει ο ν.4412 για τις Δημόσιες Συμβάσεις, ώστε από ένα ύψος επένδυσης και πάνω, η προσφυγή να κατατίθεται απευθείας στο ΣτΕ, αντί να περνά πρώτα από το Πρωτοδικείο.

Ακούγεται ότι θα αυξηθεί το παράβολο για προσφυγή στο ΣτΕ και από τα 15.000 θα ανέβει στα 30-50.000 ευρώ. Στη περίπτωση της απόρριψης θα πληρώνει ο προσφεύγων τα ουκ ολίγα δικαστικά έξοδα, μαζί με άλλα εμπόδια ώστε να περιοριστεί αυτού του τύπου η δικομανία. Ακόμη και ότι θα μπορούσε να συσταθεί ένα ειδικό δικαστικό σώμα, πλαισιωμένο από τεχνοκράτες, εξοικειωμένους με περιβαλλοντικές μελέτες, με αποκλειστική αρμοδιότητα να εκδίδει αποφάσεις εντός π.χ. 4- 5 μηνών, ώστε να μη φτάνουμε σε σημείο να περνούν χρόνια.

Άγνωστο πόσα από τα παραπάνω θα υιοθετηθούν και μακάρι να πετύχουν, ωστόσο επί του παρόντος το πρόβλημα μεγεθύνεται αντί να μειώνεται.

Καθυστερήσεις που γκριζάρουν το φιλοεπενδυτικό κλίμα και στέλνουν το μήνυμα σε όποιον θέλει να το δοκιμάσει, ότι με μια προσφυγή μπορεί να δοκιμάσει να ακυρώσει γνωμοδοτήσεις των πλέον ειδικών να κρίνουν μια επένδυση, εκείνων που αναλαμβάνουν την ευθύνη έναντι του νόμου. Αυτών που το ελληνικό Δημόσιο, εμείς οι φορολογούμενοι, πληρώνουμε γι’ αυτή τη δουλειά.

Πώς να μην αποσυρθούν οι Ολλανδοί όταν για ένα διαγωνισμό που ξεκίνησε το 2020, τέσσερα χρόνια μετά δεν είχαν ακόμη υπογράψει τη σύμβαση και κυρίως διέβλεπαν το κίνδυνο να μπλέξουν περαιτέρω;

Αν αυτό συμβαίνει για μια επένδυση αξίας 2,5 εκατ. ευρώ, όπως αυτή για το ακίνητο του ΕΟΜΜΕΧ στον Ταύρο, τι να περιμένουμε για τις πιο δύσκολες;

Πηγή: liberal.gr