Του Γιώργου Φιντικάκη

Η ανοικτή σύγκρουση της κυβέρνησης με τη βιομηχανία τροφίμων θα έχει συνέχεια. Η βιομηχανία απορρίπτει την κριτική ότι ο κλάδος ευθύνεται για τον υψηλό πληθωρισμό στα τρόφιμα, υποστηρίζει ότι το μισό από την αύξηση 5,4% του Απριλίου προέρχεται από το ελαιόλαδο και τα νωπά προϊόντα και ζητά από την κυβέρνηση να μειώσει τον ΦΠΑ για να πέσουν οι τιμές.

Η κυβέρνηση τους απαντά ότι κάτι τέτοιο δεν θα έπιανε, η μείωση δεν θα περνούσε στους καταναλωτές παρά θα κατέληγε στη τσέπη των εμπόρων, όπως είδαμε να συμβαίνει στην Ισπανία και την Πορτογαλία.

«Δεν θα βάλω την υπογραφή μου σε αποσταθεροποίηση του προϋπολογισμού. Προτιμώ να γίνω δυσάρεστος μαζί σας», απάντησε προχθές ο Κ. Χατζηδάκης στον Πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων Ιωάννη Γιώτη, που ζητούσε επίμονα να μειωθεί ο ΦΠΑ.

Η βιομηχανία δηλαδή επιμένει ότι μόνο η μείωση του ΦΠΑ θα ρίξει τις τιμές και ότι ο τιμάριθμος στα τυποποιημένα τρόφιμα, εφόσον αφαιρεθεί το ελαιόλαδο, έχει αυξηθεί μόλις 0,6% τη στιγμή που ο πληθωρισμός στα τρόφιμα «τρέχει» με 5,4% και ο γενικός πληθωρισμός με 3,1%.

Και η κυβέρνηση απαντά ότι θα ήταν λάθος να διακυβευθεί η δημοσιονομική σταθερότητα για ένα μέτρο, αμφιβόλου αποτελεσματικότητας και κόστους 2,1 δισ. ευρώ, όσο δηλαδή το μισό φετινό πλεόνασμα,. Τα ίδια επανέλαβε χθες και ο οικονομικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού, Αλέξης Πατέλης.

Τελικά, είναι αποτελεσματικό μέτρο ή όχι η μείωση του ΦΠΑ όπου έχει εφαρμοστεί; Τι δείχνει η ισπανική εμπειρία, την οποία επικαλείται επίμονα ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και όσοι ζητούν μείωση του συντελεστή;

Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση Σάντσεθ έχει εγκλωβιστεί. Το συγκεκριμένο μέτρο στην Ισπανία κλείνει ενάμισι χρόνο εφαρμογής. Την 1η Ιανουαρίου 2023, μηδενίστηκε ο ΦΠΑ σε μια σειρά τροφίμων. Ο απολογισμός δείχνει πως η ισπανική πραγματικότητα απέχει πολύ από το ελληνικό φαντασιακό.

Αρχικά οι τιμές μειώθηκαν, ωστόσο γρήγορα έγινε σαφές ότι ένα μέρος της μείωσης του ΦΠΑ χάθηκε στις τσέπες των εμπόρων. Δεν πέρασε δηλαδή ολόκληρη η μείωση στο καταναλωτή.

Αυτό ωστόσο που ανησυχεί περισσότερο σήμερα την ισπανική κυβέρνηση είναι ότι αν επαναφέρει το ΦΠΑ των τροφίμων στα αρχικά επίπεδα, τότε η μεταβολή, προς τα πάνω, θα περάσει ολόκληρη. Άρα είναι εγκλωβισμένοι. Και αναγκάζονται να παρατείνουν συνεχώς το μέτρο, ποντάροντας στο γεγονός ότι κάποια στιγμή που θα αποκλιμακωθεί κι άλλο ο πληθωρισμός και η ακρίβεια θα έχει υποχωρήσει, τότε θα μπορέσουν να τον αυξήσουν.

Στην ουσία, όσοι προτείνουν την προσωρινή μείωση του ΦΠΑ ως μέτρο κατά της ακρίβειας, επί της ουσίας προτείνουν κάτι που πιθανότατα θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών. Κατά τη μείωση, θα περάσει στις τιμές ένα μέρος του ποσοστού, και κατά την επαναφορά του συντελεστή στα αρχικά επίπεδα, δηλαδή κατά την άνοδο, θα περάσει στις τιμές ολόκληρο το ποσοστό.

Αλλωστε, έρευνες στην Ισπανία είχαν δείξει ότι ο μηδενισμός του ΦΠΑ αντιστοιχούσε σε κέρδος μόλις 3,5 ευρώ την εβδομάδα για μια τετραμελή οικογένεια.

Διότι σε ένα προϊόν, όπως το ελαιόλαδο, η τιμή του οποίου έχει αυξηθεί 64% στην Ελλάδα και π.χ. από τα 10 ευρώ έχει φτάσει στα 16,4 ευρώ, μια μείωση του ΦΠΑ δεν κάνει και καμιά μεγάλη διαφορά. Αν συνυπολογίσουμε το ΦΠΑ 13%, αυτό σημαίνει ότι το προϊόν του παραδείγματος από τα 11,3 ευρώ σήμερα πωλείται στα 18,53 ευρώ.

Έστω ότι η κυβέρνηση αποφασίζει προσωρινή μείωση 50% του ΦΠΑ, δηλαδή αυτός να πέσει στο 6,5%. Εφόσον η μείωση περάσει ολόκληρη στην τελική τιμή, τότε το συγκεκριμένο ελαιόλαδο θα πωλείται προς 17,47 ευρώ έναντι 18, 53 ευρώ. Ένα ευρώ φθηνότερα. Δεν είναι δα και κάποια μείωση που θα κάνει τον καταναλωτή που ζορίζεται να αισθανθεί ότι μετριάστηκε η ακρίβεια.

Καλά θα πει κάποιος, και με την ακρίβεια τι κάνουμε; Πρόστιμα σε όσους, πατώντας πάνω σε ένα υπαρκτό παγκόσμιο πρόβλημα, εκμεταλλεύονται χρόνιες αδυναμίες της ελληνικής αγοράς για να υπερχρεώσουν τους καταναλωτές, ενίσχυση της Επιτροπής Ανταγωνισμού και φυσικά κάτι πρέπει να κάνουμε και με την καταναλωτική μας συνείδηση.

Πώς είναι δυνατόν να έχουμε εδώ και δυόμισι χρόνια κρίση ακρίβεια, αλλά να είμαστε ουραγοί στην ΕΕ στα μερίδια των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας;

Σύμφωνα με τα στοιχεία που της Ένωση Παραγωγών Ιδιωτικής Ετικέτας (PLMA), το 2023 η ιδιωτική ετικέτα αποτελούσε το 54% των συνολικών πωλήσεων (σε αξία) στα σούπερ μάρκετ της Ευρώπης.

Το μερίδιο της ιδιωτικής ετικέτας ήταν 52% στην Ελβετία, 45% στην Ισπανία και την Ολλανδία, 44% στο Ηνωμένο Βασίλειο, 44% στην Πορτογαλία, 41% στη Γερμανία και μεταξύ 35% και 40% σε Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Αυστρία, Δανία και Πολωνία.

Στην Ελλάδα μετρήθηκε στο 24% και ήταν το 3ο χαμηλότερο μεταξύ των χωρών που συμπεριλαμβάνονται στο δείγμα της έρευνας, ξεπερνώντας μόνο τη Νορβηγία (22,4%) και την Τσεχία (20,7%). Ας σκεφτούμε ότι περίπου τόσο, δηλαδή 21,5%, ήταν το ποσοστό στην Ελλάδα και στα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης, το 2011.

Στοιχεία που παρουσίασε το φετινό Απρίλιο το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, δείχνουν ότι τα ποσοστά έχουν ανέβει και πλέον το 36% των κωδικών που επιλέγει στην επίσκεψή του στο σούπερ μάρκετ ο Έλληνας καταναλωτής ανήκει στην κατηγορία της ιδιωτικής ετικέτας. Αλλά και πάλι το 36% απέχει πολύ από τα αντίστοιχα ευρωπαικά ποσοστά.

Και κάτι ακόμη. Η έλλειψη γνώσης για τα πραγματικά μας δικαιώματα, όχι αυτά που φανταζόμαστε ότι έχουμε, είναι τεράστια. Το διαπιστώνουν όλες οι έρευνες, που μας κατατάσσουν στις χειρότερες θέσεις μεταξύ των πολιτών της ΕΕ.

Διαμαρτυρόμαστε για τα λάθος πράγματα. Αυτή ακριβώς η έλλειψη γνώσης για τα δικαιώματά μας, αλλά και το γεγονός ότι στην Ελλάδα είναι ελάχιστες οι δραστήριες και σοβαρές καταναλωτικές οργανώσεις, έχει ως αποτέλεσμα να είμαστε αυτοί που περισσότερο από κάθε άλλον στην Ευρώπη είναι πιθανό να μην διαμαρτυρηθούμε εάν συναντήσουμε ένα σοβαρό πρόβλημα στις συναλλαγές μας με τους προμηθευτές. Το ποσοστό στην Ελλάδα κινείται στο 47%, όταν το αντίστοιχο στην ΕΕ είναι στο 27%.

Πηγή: liberal.gr