Του Γιάννη Σιδέρη

Πάνω στο μνήμα των νεκρών στήνεται ένας αλλοπρόσαλλος και αποτρόπαιος χορός πολιτικών σκοπιμοτήτων. Χορός που στην παραζάλη του πέραν των στρατευμένων troll, σέρνει αθώους πονεμένους ανθρώπους (και που ό,τι και να λέμε, τον άφατο πόνο τους, την απελπισία τους, δεν μπορούμε να συναισθανθούμε).

Και αυτοί είναι αφημένοι να γίνονται έρμαια υστερόβουλων και τυμβωρύχων πολιτικών αγκιτατόρων, ή της δράσης των αγελαίων social media, με αποτέλεσμα τον εσωτερικό τους πόνο και να τον μεταβολίζουν σε πολιτική δημόσια παρέμβαση.

Κατανοητή αλλά όχι δικαιολογητέα η στάση τους, από όσους που ναι μεν είναι μαζί τους στο πένθος τους, αλλά επιμένουν να αντιμετωπίζουν τη δημόσια συνθήκη με όρους στοιχειώδους λογικής.

Οι οικογένειες θυμάτων των Τεμπών, Πλακιά Νικολάου και Πλακιά Δημητρίου, με ανακοίνωσή τους ζητούν τη μη παρουσία της βουλευτού, Κατερίνας Παπακώστα, στην παρέλαση στα Τρίκαλα. Επί πλέον το ίδιο ζητούν «να γίνει σε όλους τους νομούς σε όλη την Ελλάδα όπου θα βρίσκονται βουλευτές της πλειοψηφίας που έλαβαν μέρος στην Εξεταστική και ψήφισαν την αθώωση των πραγματικών υπευθύνων» ανέφεραν.

Κατ’ αρχάς η δίκη δεν έχει τελεσφορήσει, οπότε πρόωρη η «διαπίστωση». Πέραν αυτού η όποια κα Παπακώστα και «οι βουλευτές της πλειοψηφίας» είναι εκλεγμένοι εκπρόσωποι του λαού με τη δημοκρατική διαδικασία των εκλογών, μέσω της αδιαβλήτου ψήφου των Ελλήνων πολιτών – και ως προς αυτό τουλάχιστον δεν έχει ακουσθεί ουδεμία ένσταση της αντιπολίτευσης.

Δεν είναι κατανοητό ότι στην παρέλαση δεν θα εκπροσωπήσουν εαυτούς αλλά τη θεσμικά συντεταγμένη Πολιτεία, έως ότου –εάν- έρθει η ώρα ο λαός να τους αποσύρει. Και η παρέλαση στην οποία θα παραστούν έχει διττό νόημα:

Την απόδοση φόρου τιμής σε εκείνους που ξόδεψαν τα καλά τους νιάτα, που χάλασαν ζωές και οικογένειας, που και άφησαν τα κόκαλά τους για τη λευτεριά αυτού του κομματιού γης. Συνάμα η παρέλαση αποτελεί (στον συμβολισμό της) υπόσχεση των ελληνικών νιάτων (όχι των εκπροσώπων της Πολιτείας και των βουλευτών) ότι αν ξανάρθει ανάγκη θα προβούν σε παρόμοια θυσία.

Οπότε είναι άλλος ο σεβασμός στον πόνο, και άλλο η προτροπή των χυδαιοτήτων του 2011, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ από τη μια μεριά και η Χρυσή Αυγή από την άλλη, ματαίωσαν την παρέλαση της Θεσσαλονίκης, και ανάγκασαν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια να αποχωρήσει – ήταν πρωτοφανής ύβρις στους νεκρούς των εθνικών αγώνων.

Ναι, σύμφωνοι, τώρα δεν θα φτάσουμε σε αυτά τα αίσχη. Αλλά η προτροπή των χαροκαμένων συγγενών να αποδοκιμάσουν κυβερνητικούς βουλευτές («Εάν η συγκεκριμένη βρίσκεται στην παρέλαση ζητάμε από όλους τους παραστάτες όλων των σχολείων, των συλλόγων, των σωμάτων ασφαλείας και του στρατού φτάνοντας μπροστά της, να μην γυρίσει κανένας το κεφάλι του») αναβιώνει αχρείες εικόνες 2011-2014.

Τότε που οι μαθητές μούτζωναν τους επισήμους, τότε που χυδαίοι τύποι, ως ιεροφάντες της «λαϊκής οργής» ανέβαιναν στις εξέδρες των επισήμων σε επαρχιακές πρωτεύουσες ή κωμοπόλεις και κυνηγούσαν τους «επισήμους», βουλευτές, δημάρχους, δημοτικούς συμβουλής κλπ (ανθρώπους δηλαδή εκλεγμένους από τον λαό!).

Αυτοί που καθοδήγησαν στην απαίτηση τους χαροκαμένους συγγενείς, δεν τους το εξήγησαν (αλίμονο αν το έκαναν) ότι η προτροπή αυτή είναι πολιτική παρέμβαση, η οποία μειώνει το ιστορικά μεγαλειώδες γεγονός της αναβίωσης ενός Έθνους – ή έστω της δημιουργίας ενός νέου (για όσους πιστεύουν ότι τα έθνη είναι κατασκευή της νεωτερικότητας).

Ο γράφων έχει ψέξει (20/3ου) το γεγονός ότι η Εξεταστική περάτωσε εσπευσμένα τις εργασίες της. Έστω και για λόγους εντυπώσεων (δεδομένου του φορτισμένου συγκινησιακά κλίματος της κοινής γνώμης), θα έπρεπε να τις επεκτείνει. Αλλά η αγωνία είναι κακός σύμβουλος. Και η κυβέρνηση φευ, την επέδειξε.

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, δήλωσε ότι:

«Ο μηχανισμός των υπογείων της Κουμουνδούρου υποκινεί με κάθε τρόπο σε επεισόδια εν όψει των παρελάσεων της 25ης Μαρτίου. Είναι ξεκάθαρο και συνάμα θλιβερό, ότι το μόνο αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι η χυδαία εργαλειοποίηση του δυστυχήματος των Τεμπών. Παίζουν τα ρέστα τους στη δημιουργία νέων “αγανακτισμένων” και μπαχαλοποίησης».

Δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «παίζει τα ρέστα του» και επιδιώκει «μπαχαλοποίηση» όπως άλλωστε έκανε και τότε. Όμως πριν αυτή εκδηλωθεί (και πλέον μπορεί να μην εκδηλωθεί προκειμένου να εκθέσει την κυβέρνηση), δεν υπήρχε λόγος να «προβλεφθεί».

Από την άλλη είναι αστεία και αναξιόπιστη η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ που επικαλείται τη Δικαιοσύνη:

«Όταν το κυβερνητικό σχέδιο συγκάλυψης της τραγωδίας των Τεμπών σκοντάφτει στην άκαμπτη βούληση των συγγενών για απόδοση δικαιοσύνης, η ΝΔ περνάει στην επόμενη πίστα και εξαγγέλλει προβοκάτσιες για να αλλάξει την ατζέντα».

 

Ως εδώ καλά το πάει. Όλα είναι στο πλαίσιο της πολιτικής κοκορομαχίας. Αλλά συνεχίζει: «Την καλούμε να καταθέσει άμεσα στη δικαιοσύνη τα δήθεν στοιχεία που επικαλείται. Αν δεν το πράξει, ζητούμε από τον αρμόδιο Εισαγγελέα να επιληφθεί άμεσα για το αδίκημα της διασποράς ψευδών ειδήσεων».

Δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ ζητεί ποινικοποίηση της πολιτικής αντιπαράθεσης. Είναι σίγουρος ότι τον συμφέρει; Έχει επίγνωση των όσων έχει πει;

Πηγή: liberal.gr