Του Τ. Αλεξανδρόπουλου

Οκτώβριος του 1922. Η παραπομπή των θεωρούμενων ως ενόχων της μικρασιατικής καταστροφής έχει μπει πλέον στο τελικό στάδιο. Ο μόνος που δεν έχει ανακριθεί και δεν έχει “λογοδοτήσει” ακόμη είναι ο πρώην Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης Αριστείδης Στεργιάδης. Ούτε θα ανακριθεί, ούτε θα “λογοδοτήσει” ποτέ. Τον προστάτευσαν μέχρι τέλους οι Άγγλοι και ο Βενιζέλος.

Μάταια ο Στυλιανός Γονατάς στέλνει και ξαναστέλνει τηλεγραφήματα στο Παρίσι. Ένα ακόμη στέλνει στις 5 Οκτώβρη 1922:

Αθήναι, 5 Οκτωβρίου 1922 (επίσημον τηλεγράφημα)

Προς Ελληνικήν πρεσβείαν Παρισίους

Ειδοποιήσατε αυτόθι ευρισκόμενον πρώην Ύπατον Αρμοστήν Σμύρνης κ. Στεργιάδην όπως κατέλθη εις την Ελλάδα μέχρι της 15ης τρέχοντος μηνός (Οκτωβρίου) προκειμένου να λογοδοτήση επί ζητημάτων αφορώντων την εν Μικρά Ασία διοίκησίν του.

Την επόμενη μέρα, 6 Οκτωβρίου, δημοσιεύεται το «επαναστατικό» διάταγμα για τη συγκρότηση της Ανακριτικής Επιτροπής. Πρόεδρος ορίζεται ο Θεόδωρος Πάγκαλος, ο οποίος έχει απεριόριστη εξουσία να καλεί για «εξέταση» όποιον πολιτικό ή στρατιωτικό επιθυμεί. Η επιτροπή της οποίας ήταν επικεφαλής ο Πάγκαλος θα συγκέντρωνε τα στοιχεία και θα τα υπέβαλε στην Επαναστατική Επιτροπή, η οποία θα αποφάσιζε ποιοι θα παραπεμφθούν και ποιοι όχι.

Την επόμενη, 7 Οκτωβρίου, ο Πάγκαλος διατάσει την απομόνωση όσων πολιτικών και στρατιωτικών κρατούνταν στις φυλακές Αβέρωφ. Οι ανακρίσεις αρχίζουν την ίδια μέρα.

 

Την Κυριακή 9 Οκτωβρίου, η Επανάσταση οργανώνει συλλαλητήριο στην πλατεία Συντάγματος για να επισφραγίσει τις μέχρι τότε αποφάσεις της. Έδινε μεγάλη σημασία στην επιτυχία του, αφού με αυτό θα επισφράγιζε την ειλημμένη απόφαση της παραπομπής των θεωρούμενων ως ενόχων της Μικρασιατικής καταστροφής. Φυσικά η Επανάσταση δεν ασχολήθηκε ούτε κατ’ ελάχιστον με το αν ήταν λανθασμένη η απόφαση του Βενιζέλου να στείλει ελληνικό στρατό στη Σμύρνη. Ούτε, βέβαια, ασχολήθηκε με την επεκτατική πολιτική του Βενιζέλου κατ’ αρχήν και του Κωνσταντίνου μετέπειτα, η οποία κατέληξε στην εξόντωση χιλιάδων Ελλήνων φαντάρων και μικρασιατικών πληθυσμών.  

Στο συλλαλητήριο μίλησε πρώτος ο Στυλιανός Γονατάς και ακολούθησε ο Πλαστήρας, ο οποίος απέδωσε όλα τα δεινά στους πολιτικούς, οι οποίοι «με την ευτέλεια και την ανανδρία η οποία πάντοτε τους εχαρακτήρισεν» προσπάθησαν μα μεταθέσουν τις ευθύνες στους στρατιωτικούς. «Και είπαν: ‘’Η ήττα, η συμφορά είναι του στρατού, επειδή ο στρατός δεν ηθέλησεν να πολεμήσει. Συκοφαντία! Ο αγών είχε προδοθή!».

 

Και καταλήγει στο «δια ταύτα»:

«Αυτοί υπήρξαν οι εχθροί της Πατρίδος. Και ας είναι αυτοί κατηραμένοι εις τους αιώνας! Οι μεγάλοι ένοχοι θα τιμωρηθούν: Η τραγωδία δια να λήξη χρειάζεται κάθαρσιν. Χρειάζεται εξιλασμός και εξαγνισμός. Χρειάζεται και πάλιν υγείαν εις την ατμόσφαιραν. Χρειάζεται το παράδειγμα και η παράδοσις εις τον τόπον αυτόν ότι ‘’οι εχθροί της Πατρίδος’’ δεν ημπορούν να μένουν ασύδοτοι, αλλά κολάζονται!».

Η σφραγίδα στην παραπομπή και τη θανατική καταδίκη έχει ήδη μπει. Ο λαός τον αποθεώνει. Είναι ο ίδιος λαός που πριν από δύο χρόνια αποθέωνε τον Κωνσταντίνο..!

 

Το Στρατοδικείο

Στις 14 Οκτωβρίου 1922 δημοσιεύεται το διάταγμα «Περί συστάσεως και λειτουργίας Εκτάκτου Στρατοδικείου προς εκδίκασιν των κατά των υπαιτίων της εθνικής καταστροφής κατηγοριών». Στα δύο κεφάλαια του διατάγματος περιλαμβάνονται όλες οι διαδικασίες και οι ποινές που θα επιβληθούν. Στο ακροτελεύτιο άρθρο του διατάγματος ορίζεται ότι «κατά των υπό του Εκτάκτου Στρατοδικείου εκδιδομένων αποφάσεων ουδέν χωρεί τακτικόν ή έκτακτον ένδικον μέσον, η εκτέλεσις δε αυτών γίνεται συμφώνως τοις κειμένοις νόμοις, διαταγή της Επαναστατικής Επιτροπής». Υπογράφεται από τους Γονατά, Πλαστήρα, Σακελλαρόπουλο, Γέροντα, Χατζηκυριάκου.

 

Η εκκένωση της Θράκης

Στο μεταξύ, η εκκένωση της Θράκης έχει αρχίσει από την πρώτη μέρα του Οκτώβρη. Οι περιγραφές των εφημερίδων της εποχής περιγράφουν με τα μελανότερα χρώματα την ομαδική έξοδο των Ελλήνων χριστιανών.

«Αδικωτέραν τύχην δεν υπέστη ποτέ λαός. Φεύγουν όλοι. Καραβάνια εις ατελευτήτους σειράς γεμίζουν τους δρόμους και βαδίζουν προς δυσμάς. […] Αλίμονον. Ανάκτορα πλούσια, γεωργικαί οικίαι κατάμεστοι από τον πλούτον της γης, περιουσίαι και θησαυροί αμυθήτου αξίας, οι κόποι αγώνων και μόχθων τιμίων εγκαταλείπονται. Ό,τι χωρέσει μια βοϊδάμαξα. Τίποτε άλλο. Αυτή είναι το παρόν και το μέλλον των. Όλα τα υπάρχοντα και όλα τα είναι εκάστης οικογενείας ευρίσκονται μέσα εις αυτήν. Μερικά δέματα ρούχων, μία σκάφη, ένα τσουκάλι, ολίγα σακιά σιταριού, ένα μπαούλο, ολίγες κότες και εις ινδιάνος και μια ψάθα που τα σκεπάζει , αποτελούν τώρα το άλλοτε μέγαρον και την γεμάτην οικίαν του χωριού»…

 

Οι απολογίες

Αυτές τις μέρες αρχίζουν οι απολογίες των συλληφθέντων ως υπαιτίων της Μικρασιατικής καταστροφής. Πρώτος στη σειρά ο Δημήτριος Γούναρης, ο οποίος ζητά να απολογηθεί δι’ υπομνήματος. Θα ακολουθήσουν οι Π. Πρωτοπαπαδάκης, Ν. Θεοτόκης, Ξ. Στρατηγός, Γ. Μπαλτατζής. Για όλους η κατηγορία είναι κοινή (εκτός του Γεωργ. Χατζηανέστη) και καταλαμβάνει χώρο πολλών σελίδων.

Στις 17 Οκτωβρίου απολογείται στον Πάγκαλο ο Νικόλαος Στράτος, ο οποίος έριξε όλες τις ευθύνες στον Δημήτριο Γούναρη, αφού ο ίδιος, όπως είπε, ήταν λίγες μέρες μόνο υπουργός και δεν μπορούσε να γνωρίζει την κατάσταση επακριβώς.

Την επόμενη μέρα ο Πάγκαλος παίρνει κατάθεση του Χατζηανέστη. Το κύριο θέμα της «ανάκρισης» είναι το κατά πόσον αποδυναμώθηκε η Στρατιά της Μικράς Ασίας όταν ο Χατζηανέστης πήρε ένα τμήμα της για το σχεδιαζόμενο αλλά μη πραγματοποιηθέν εγχείρημα κατά της Κωνσταντινούπολης. Επίσης ένα άλλο ζητούμενο ήταν εάν υπήρξε κυβερνητική διαταγή για σύμπτυξη του μετώπου πριν να ξεσπάσει η τουρκική επίθεση.

Ο Πάγκαλος «ακονίζει τα μαχαίρια του». Με βάση τις απολογίες και τις «ανακρίσεις», αρχίζει η σύνταξη του πορίσματος παραπομπής στο Έκτακτο Στρατοδικείο οκτώ κατηγορουμένων. Είναι οι Δ. Γούναρης, Π. Πρωτοπαπαδάκης, Ν. Στράτος, Ν. Θεοτόκης, Γ. Μπαλτατζής, Ξ. Στρατηγός, Μ. Γούδας και Γ. Χατζηανέστης. Σύμφωνα με το πόρισμα, γι’ αυτούς τους οκτώ προέκυψαν στοιχεία ότι με πράξεις και παραλείψεις τους συνέβαλαν στη Μικρασιατική καταστροφή.

Αιωρείται η μη διατυπωθείσα κατηγορία κατά του Κωνσταντίνου, ο οποίος, σύμφωνα με τις καταθέσεις των κατηγορούμενων και από έγγραφα «προκύπτουν στοιχεία αναμφισβήτητα περί της ενοχής του τέως βασιλέως εις την Μικρασιατικήν συμφοράν», αφού είχε αναλάβει καθήκοντα αρχιστράτηγου και ασκούσε υπεύθυνη διοίκηση.

Στις 21 Οκτωβρίου 1922, η εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» γράφει ότι ο Κωνσταντίνος «παραπέμπεται» να δικαστεί από το Στρατοδικείο γιατί:

«…αναλαβών ΟΙΚΕΙΑ ΒΟΥΛΗΣΕΙ την αρχιστρατηγίαν του ελληνικού στρατού, εκδώσας διαγγέλματα προς αυτόν και παρακολουθήσας τας προελάσεις του εφόσον ενίκα δια να δρέπη τας στρατιωτικάς δάφνας, ΕΓΚΑΤΕΛΕΙΨΕ ΤΗΝ ΘΕΣΙΝ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΤΡΑΤΟΝ από του Εσκή Σεχίρ μόλις η τύχη ήρχισε να γίνεται δυσμενής εις τα ελληνικά όπλα. Από του Εσκή Σεχίρ, ΠΡΟΦΑΣΙΣΘΕΙΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΝ, έφυγεν εις Προύσαν και εκείθεν εις Μουδανιά, επί πολεμικού πλοίου, και έσπευσε να επανέλθη εις Αθήνας, ενώ προηγουμένως διεκηρύσσετο ότι ‘’από της εποχής του Κόδρου ουδείς Έλλην βασιλεύς απέθανεν επί της κλίνης του’’»!

  

Η σύνθεση του Έκτακτου Στρατοδικείου γίνεται γνωστή. Πρόεδρος ο υποστράτηγος Αλέξανδρος Οθωναίος. Στρατοδίκες οι συνταγματάρχες Δημοσθένης Φλωριάς, Θεόδωρος Χαβίνης και Ανδρέας Παναγιωτόπουλος, ο πλοίαρχος Ιωάννης Γιαννικώστας, ο αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Μαμούρης, ο στρατιωτικός δικαστικός σύμβουλος β’ τάξεως Κωνσταντίνος Τσερούλης, ο αντιπλοίαρχος Κωνσταντίνος Φραγκόπουλος, οι ταγματάρχες Ν. Βαμβακόπουλος και Χαράλαμπος Γραβάνης και ο λοχαγός Ανδρέας Κατσαράκης.

Επαναστατικοί Επίτροποι διορίζονται οι Ν. Ζουρίδης, Νεόκοσμος Γρηγοριάδης και Κωνσταντίνος Γεωργιάδης.

Στις 26 Οκτωβρίου δημοσιεύεται υποχρεωτικά στην πρώτη σελίδα όλων των εφημερίδων το πολυσέλιδο «πόρισμα της ανακριτικής επιτροπής Δια τας ευθύνας της Μικρασιατικής καταστροφής».

 

Απαλλάσσεται… κατηγορούμενος..!

Στο πολυσέλιδο πρώτο κεφάλαιο του πορίσματος αναλύεται η «ενοχή Κωνσταντίνου, πολιτική και στρατιωτική», με την «υπόμνηση» ότι:

«Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος ουδέποτε υπήρξε στρατιώτης, πολλώ δε μάλλον Αρχηγός κεκοσμημένος δια των εξαιρετικών προσόντων άτινα ανωτέρω αναφέρονται».

Καταλήγει το απαλλακτικό «κατηγορητήριο» κατά του Κωνσταντίνου:

«Καίτοι εξάγεται κατά ταύτα ότι ο τέως Βασιλεύς Κωνσταντίνος εις εκ των κυρίων ενόχων της επελθούσης εθνικής συμφοράς δια της πολιτικής του δράσεως και ένοχος εγκαταλείψεως θέσεως και φυγής ενώπιον του εχθρού ως Αρχηγός του Στρατού, δεν προτείνω ουχ ήττον την επί τούτοις εις δίκην παραπομπήν αυτού, διότι θεωρείται κατά συνταγματικόν πλάσμα ανεύθυνος, τας δε ευθύνας και τούτου πρέπει να φέρωσιν οι κατηγορούμενοι υπουργοί, οι οποίοι ανέθεσαν εις τοιούτον ανεύθυνον την τύχην του Στρατού και των υψίστων εθνικών δικαίων».

 

Το κατηγορητήριο

Στους κατηγορούμενους αποδόθηκαν οι κατηγορίες ότι:

1. Έκαναν δημοψήφισμα και επανέφεραν τον βασιλιά, παρότι γνώριζαν τις αντίθετες απόψεις των «συμμάχων».

2. Δεν φρόντισαν να προσαρτήσουν τη Β. Ήπειρο στην Ελλάδα, παρότι υπήρχε η συμφωνία Βενιζέλου – Τιττόνι του 1919.

3. Δεν έλαβαν υπόψη τους τη ρητή προειδοποίηση των «μεγάλων δυνάμεων» για οικονομικό αποκλεισμό της Ελλάδας σε περίπτωση επαναφοράς του Βασιλιά.

4. Τοποθέτησαν επικεφαλής στρατιωτικών μονάδων «απειροπόλεμα και άχρηστα» στελέχη και γιατί «ενετάξατε εις το στράτευμα αυτομόλους προς τον εχθρόν εις βάρος του στρατού και της πατρίδος».

5. Δεν υπέδειξαν στον βασιλιά να παραιτηθεί, ακόμη και όταν οι πρωθυπουργοί Αγγλίας και Γαλλίας έκαναν γνωστές τις θέσεις τους ότι «η Ελλάς δεν δύναται να τύχη ουδεμιάς υποστηρίξεως εφόσον ευρίσκεται εις τον θρόνον ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος».

6. Διέταξαν τις πολεμικές επιχειρήσεις προς την Άγκυρα τον Μάρτιο του 1921, πριν αποδώσει αποτελέσματα η κηρυχθείσα επιστράτευση, με συνέπεια την πρώτη ήττα του ελληνικού στρατού.

7. Διέταξαν, μαζί με τον βασιλιά, τη συνέχιση της εκστρατείας προς την Άγκυρα, μετά την κατάληψη του Δορυλαίου, με αποτέλεσμα να μειωθούν οι «βάσιμες ελπίδες» για «επιβολή επί του αντιπάλου».

8. Ανέθεσαν την αρχηγία του Στρατού στον «ανεύθυνο τέως Βασιλέα».

9. Ψήφισαν στην Εθνοσυνέλευση, της οποίας είχαν την πλειοψηφία, νόμους «αμοιβής στασιαστών κατά της πατρίδος, αυτομόλων εις τον εχθρόν, λιποτακτών, διασπαθίσεως του δημοσίου πλούτου δι’ αποζημιώσεις βουλευτών της Βουλής του Δεκεμβρίου 1915 και δήθεν παθόντων προσώπων κλπ.».

10. Ανέθεσαν στους Δ. Γούναρη και Γ. Μπαλτατζή «εν λευκώ μεσολάβησιν» για την επίλυση ζητημάτων τα οποία είχαν ήδη επιλυθεί με τη Συνθήκη των Σεβρών, με αποτέλεσμα την απώλεια της Θράκης και της Μικράς Ασίας.

11. Διόρισαν τον Γ. Χατζηανέστη ως αρχιστράτηγο, δεδομένου του «γνωστού εις πάντας και εις υμάς ως ανισορρόπου και διαλυτικού στοιχείου».

12. Απέσπασαν στη Θράκη από τη Μ. Ασία δυνάμεις «προς παιδαριώδη σκοπόν» (την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης) «συντελέσαντες ούτω εις την μείωσιν της μαχητικότητος του Στρατού».

13. Παραιτήθηκαν από τις πιστώσεις τις οποίες είχαν αναλάβει την υποχρέωση να δώσουν οι σύμμαχοι στην Ελλάδα.

14. Ανέχθηκαν «να σχηματισθή παρακυβέρνησις υπό τον Πρίγκιπα Νικόλαον, Γ. Στρέιτ, Β. Δούσμανη, Κ. Κωνσταντινόπουλον, Γ. Τσόντον κλπ., ήτις δια δολοφονιών, απειλών, επιθέσεων κατά αόπλων πολιτών κλπ. ενέσπειρε την τρομοκρατίαν προς διατήρησιν αυτής, χωρίς να υπάρχη ουδεμία αμφιβολία περί του ολέθρου προς τον οποίον έβαινεν η χώρα».

15. Παρεμπόδισαν να ηγηθεί της διπλωματικής αντιπροσωπείας «ο τότε πρωθυπουργός Δ. Ράλλης και ως αντιπρόσωπος των Αλυτρώτων Ελλήνων ο Ε. Βενιζέλος εις το κατά Φεβρουάριον 1921 συνέδριον του Λονδίνου».

Στη συνέχεια του πορίσματος περιγράφεται λεπτομερώς η «ενοχή» κάθε κατηγορούμενου.

Στο «Συμπέρασμα» του πορίσματος αναφέρεται ότι «ουδεμία υπάρχει αμφιβολία» για την ενοχή των κατηγορουμένων. Στο «δια ταύτα» αναφέρεται:

«Προτείνω την εις το ακροατήριον του Εκτάκτου Στρατοδικείου δια την εκδίκασιν των υπαιτίων της εθνικής καταστροφής παραπομπήν των κατηγορουμένων 1) Δημητρίου Γούναρη, 2) Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, 3) Γεωργίου Μπαλτατζή, 4) Ξενοφώντος Στρατηγού, 5) Μιχαήλ Γούδα, 6) Νικολάου Στράτου, 7) Νικολάου Θεοτόκη και 8) Γεωργίου Χατζηανέστη, επί παραβάσει των άρθρων 124, 123 παράγραφος 4 και 8, και 58 του Κοινού Ποινικού Νόμου, και 194, παράγραφος Δ’ και δ’, της Στρατιωτικής Ποινικής Νομοθεσίας». Υπογραφή: Θ. ΠΑΓΚΑΛΟΣ, υποστράτηγος.

Συνεχίζεται…