Του Μιχάλη Τσιντσίνη

Αυτό το κόμμα το είχαμε σχεδόν ξεχάσει. Οχι τυχαία. Το είχαμε ξεχάσει χάρη στην «επιτελικότητα» της διακυβέρνησης. Το ύφος της εποχής το διαμόρφωνε ο πρωθυπουργός και τα πρόσωπα του Μαξίμου, τα οποία δεν έφεραν κανέναν ίσκιο του κομματικού παρελθόντος. Ο ένας, που είχε δεσμούς αίματος με αυτό το παρελθόν, ήταν αφανής, ακόμη και πριν από την αποπομπή του.

Αυτό το κόμμα μοιάζει τώρα να αφυπνίζεται από τον κλονισμό των παρακολουθήσεων. Βρίσκουν ξανά τη φωνή τους παράγοντες όπως ο ακριβομίλητος πρώην πρωθυπουργός και άλλοι που πάντα έκαναν χρήση του ονόματός του. Βρίσκει νέο πεδίο και η πρώην υπουργός Εξωτερικών του Καραμανλή.

Η Ντόρα Μπακογιάννη είναι το μοναδικό στέλεχος που έχει την άνεση να εκφράζει δημοσίως αγωνίες κυρίαρχες, αλλά υποβόσκουσες, στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ. Αυτό έκανε διατρανώνοντας την πεποίθησή της υπέρ της αλλαγής του εκλογικού νόμου: εκτός από τον φόβο της ακυβερνησίας, εκδήλωσε και το άγχος που κατατρύχει τους βουλευτές για την έδρα τους.

Η άλλη απόφανση της Μπακογιάννη, για το απόρρητο που επιβάλλεται να κλείσει τα χείλη των μαρτύρων στην Εξεταστική, αντανακλά όχι μια αγωνία, αλλά μια νεοφυή αυτοπεποίθηση στο νεοδημοκρατικό στρατόπεδο: ούτε το σκάνδαλο των υποκλοπών μπορεί να μας σκοτώσει. Και ό,τι δεν μας σκοτώνει, μας κάνει πιο δυνατούς.

Το πρώτο κύμα των δημοσκοπήσεων της εκλογικής σεζόν επιβεβαίωσε την εκτίμηση ότι οι παρακολουθήσεις δεν επισυνδέονται με τις συνειδήσεις -και τις εκλογικές προτιμήσεις- της πλειοψηφίας. Αυτό συνεπάγεται ότι η κυβέρνηση έχει μεγαλύτερη άνεση χειρισμού της υπόθεσης. Μπορεί, λιγότερο ενοχικά και απολογητικά απ’ ό,τι στην αρχή, να μεθοδεύσει τον εξοβελισμό του θέματος από την ατζέντα και έτσι να αναχαιτίσει τη φθορά της.

 

Παίζοντας επιθετική άμυνα διά του απορρήτου

Συνδυαστικά, η αναδίπλωση του Καραμανλή –που διόρθωσε την τροχιά που είχαν πάρει οι μπαλοθιές του από τ’ Ανώγεια– και η επιθετική άμυνα της Ντόρας για τις παρακολουθήσεις θα μπορούσαν να εκληφθούν, με μια μικρή δόση ερμηνευτικής αυθαιρεσίας, ως αντανακλαστικά αυτοσυντήρησης του ξεχασμένου κόμματος.

Τη στάση αυτή υπαγορεύει η αντοχή του κόμματος που, ελλείψει ανταγωνισμού, διατηρεί σταθερά την πρωτοκαθεδρία του, έστω και ψαλιδισμένη.

Το ερώτημα είναι αν οι αριθμοί που δείχνουν τις ψαλιδιές κρύβουν ταυτόχρονα το βάθος τους – αν η μικρή αλλαγή στην πρόθεση της ψήφου μπορεί να υποκρύπτει μια μεγάλη αλλαγή στα ελατήρια της πρόθεσης.

Είναι αυτό που κάποιοι αυτάρεσκα εξακολουθούν να αποκαλούν «πολιτική ηγεμονία» μόνο ποσοτικό μέγεθος;

Είναι το ίδιο να σε προτιμούν επειδή σε εμπιστεύονται· και το ίδιο επειδή σε θεωρούν λιγότερο αναξιόπιστο από τους άλλους;

Πηγή: kathimerini.gr