Του Γιάννη Σιδέρη

Τα σημαντικά δεν φέρνουν ψήφους. Όπως η νέα αναβάθμιση από τον οίκο Standard and Poors των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας από σταθερές σε θετικές.

Άλλωστε το ΒΒΒ θετικό δεν τρώγεται κατά την ευφυή… επιστημοσύνη του καθηγητή Νίκου Φαραντούρη, υποψηφίου ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, και πρώην μετακλητού επί ΝΔ σε γραφεία υπουργών (Μ. Κεφαλογιάννη, Γ. Βουλγαράκη), αλλά και διορισθέντος από τον Αυγενάκη ως μέλος της επιτροπής επαγγελματικού αθλητισμού! (τουλάχιστον ο Παπανώτας ήταν ατόφιος Συριζαίος).

Έχει βεβαίως δίκιο ο Μητσοτάκης ότι είναι «αναβάθμιση σημαντική διότι επιβεβαιώνει, όπως λέει η ανακοίνωση της S&P, τη δυναμική πορεία της οικονομίας μας και την καλύτερη απόδοσή της από την υπόλοιπη Ευρώπη».

Παράλληλα στον βδομαδιάτικο απολογισμό του αναφέρει ότι «χάρη στο νέο αίτημα εκταμίευσης η Ελλάδα πλέον βρίσκεται κοντά στην απορρόφηση σχεδόν του 50% των πόρων του Ταμείου (17,2 δισ. ευρώ από τα συνολικά 36), και είναι πρώτη σε όλη την ΕΕ! Για να έχετε ένα μέτρο σύγκρισης, ο ρυθμός απορρόφησης στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι κοντά στο 30%».

Ούτε αυτό τρώγεται. Αντιθέτως, «τρώγονται» τα χρήματα στα πασχαλιάτικα «καλάθια» που δημιούργησε η κυβέρνηση, ή η επέκταση του επιδόματος μητρότητας σε μη μισθωτές μητέρες.

Πετυχημένη ή όχι η κυβέρνηση, είναι εκείνη που είναι αναγκασμένη να δρα, και επί της πραγματικής της δράσης θα είχε βάση μια τεκμηριωμένη κριτική από την αντιπολίτευση. Αλλά η ελάσσων αντιπολίτευση καταγγέλλει ακροδεξιές κατευθύνσεις, σε μια κοινωνία που ούτως ή άλλως -έστω κακώς- έχει νομιμοποιήσει τη στροφή στα δεξιά, επειδή έχει απαξιώσει και απομυθοποιήσει την Αριστερά (ούτε αυτό το έχουν καταλάβει).

Η δε μείζων αντιπολίτευση έχει ανεβάσει καλοκαιρινή επιθεώρηση. Τα γράφει καλύτερα ο Καρτερός στην Αυγή:

«Μια χαρά του ήρθαν του Μητσοτάκη τα τελευταία του ΣΥΡΙΖΑ. Εντελώς εκτός οποιασδήποτε προεκλογικής, ευρωπαϊκής, σοβαρής ατζέντας. Ο σταυρός, η κολυμπήθρα, εξηγήσεις για τον άγιο Τσαλίκη, πατρίς – θρησκεία – οικογένεια, ο καβγάς για τον Μπελέρη, ο ανεκδιήγητος Παπανώτας, η ορθή απόφαση να αποβληθεί από το ψηφοδέλτιο για το οποίο προτάθηκε -πώς αλήθεια;- και ψηφίστηκε. Μαλλιά κουβάρια εν ολίγοις και από κοντά ο Ανδρουλάκης να τοκίζει, η Νέα Αριστερά να ψαλιδίζει, το ΚΚΕ να ξυρίζει. Και εντέλει το αναμενόμενο: η Νέα Δημοκρατία να πανηγυρίζει».

Βέβαια, ο Ανδρουλάκης δεν τοκίζει, αλλά όπως έγραψε έτερος αριστερός αναλυτής «Είναι χαρακτηριστικό της διαφοράς στην φύση των πολιτικών κινήσεων ότι ενώ ο Αρχιεπίσκοπος ευλογούσε την υποψηφιότητα Μπελέρη, στην ελαφρά ταξιαρχία του ΣΥΡΙΖΑ ασχολούντο ενδελεχώς με τα Άπαντα Παπανώτα εναλλάξ με θαύματα εξ απαλών ονύχων» (tvxs 20/4).

Πέραν της ελαφρότητας η Αριστερά δεν μπορεί να αποφύγει και την οίηση. Με αυταρέσκεια ο πρόεδρος της Νέας Αριστεράς Αλέξης Χαρίτσης, υποστήριξε σε συνέντευξη στην «Καθημερινή» ότι «Η κοινωνία αναζητεί μια ισχυρή και πειστική αντιπολίτευση στην πολιτική της Δεξιάς του κυρίου Μητσοτάκη. Και ο χώρος της Αριστεράς και της κεντροαριστεράς οφείλει να το ακούσει αυτό».

Αμετροέπεια δηλωθείσα! Είναι διαφορετικό να απευθύνεσαι στην κοινωνία προκειμένου να την πείσεις ότι οι δικές σου προτάσεις είναι καλύτερες και την εξυπηρετούν, και εντελώς διαφορετικό να εμφανίζεσαι ως εκπρόσωπος της, διερμηνεύοντάς την.

Η κοινωνία εάν αναζητεί κάτι, το δείχνει στις δημοσκοπήσεις. Και όταν σου δίνει πέριξ του 3%, αλλά και συνολικά τα κόμματα στα οποία απευθύνεσαι για συνεργασία, δεν αθροίζουν τα δημοσκοπικά ποσοστά της κυβέρνησης, μάλλον δεν ζητάει από σένα.

Και δεν τους δικαιώνει ως επιχείρημα ότι πέφτει η πρωθυπουργική καταλληλότητα Μητσοτάκη (παραμένοντας πενταπλάσια του Στέφανου, εξαπλάσια του Ανδρουλάκη). Θα πρέπει να εξηγήσουν γιατί αυτοί που πάνε τον «Κανένα» δεν πάνε σε αυτούς και την πρωθυπουργική καταλληλότητά τους.

Πέραν των ανωτέρω, είναι και προβολή προς την κοινωνία, να παρουσιάζεσαι ως εκπρόσωπός της όταν αυτή δεν σε έχει εξουσιοδοτήσει για τέτοια εκπροσώπηση. Όταν το καταλάβουν αυτό στην Αριστερά ίσως η μοίρα τους αλλάξει.

Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση (με τη βοήθεια των ΑΝΕΛ για να μην ξεχνιόμαστε), οφείλεται στη «μη κανονικότητα» όπως σωστά είπε η Αχτσιόγλου. Και στο αντιμνημονιακό όραμα που ενέπνευσε ο Τσίπρας, ασχέτως αν αυτό έγινε στάχτη και μπούρμπερη.

Εκείνο που επίσης δεν έχουν καταλάβει στην Αριστερά, είναι ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εκπλήρωσε τα διαχρονικά όνειρά τους να ανέλθει η Αριστερά στην εξουσία. Για την κοινωνία όμως αποτέλεσε τραύμα. Εάν ποτέ το κατανοήσουν ίσως βρουν και τον τρόπο να το επουλώσουν.

Πηγή: liberal.gr