Του Θάνου Τζήμερου*

Παραιτήθηκαν οι Παπασταύρου και Μπρατάκος, διότι, όπως μας ενημέρωσαν κυβερνητικές πηγές, “η συμμετοχή τους σε κοινωνική συνάντηση εξέπεμψε το λάθος μήνυμα”. Ποιο ήταν αυτό και γιατί ήταν λάθος; Να σας πω τι κατάλαβα εγώ: ότι κυβέρνηση και μεγαλοπαράγοντες πότε αγαπιούνται και πότε κάνουν κόνξες, ανάλογα με το επιδιωκόμενο. Κι ότι πάντα υπάρχουν κανάλια επικοινωνίας και αγγελιαφόροι που θα παζαρέψουν το deal. Κι αν κάτι πάει στραβά, οι πραιτωριανοί μετατρέπονται σε αποδιοπομπαίους τράγους, για να προστατευθεί το “αφεντικό”. Κατάλαβε κάποιος κάτι άλλο; Αλλά αυτό δεν είναι καινούργιο. Ισχύει από συστάσεως Ελληνικού Κράτους, για όλες τις κυβερνήσεις και για όλους τους μεγαλοπαράγοντες. Τι διαφορετικό συνέβη το βράδυ του Κυριακής, παραμονή της εορτής των Βαγγέληδων;

Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή, για να βοηθήσουμε και τις κυβερνητικές πηγές να καταλάβουν την έννοια του μηνύματος, διότι, απ’ ό,τι φαίνεται, δυσκολεύονται.

Οι Παπασταύρου και Μπρατάκος, εμπειρότατοι και με μακρά θητεία σε κομματικά και πολιτικά πόστα, ήταν υπουργός Επικρατείας και υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, αντιστοίχως. Δηλαδή, άνθρωποι της απολύτου εμπιστοσύνης του Κυριάκου. Εμφανίζονται λοιπόν στο σπίτι του Βαγγέλη, μένουν αρκετές ώρες, πίνουν, καπνίζουν και συζητούν με τον εορτάζοντα και τους άλλους προσκεκλημένους.

Πήγαν χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τον πολιτικό τους προϊστάμενο ή αφού συνεννοήθηκαν; Οι κυβερνητικές πηγές υποστηρίζουν το πρώτο. Εάν όντως έγινε έτσι, με δεδομένη την ένταση ανάμεσα στην κυβέρνηση και στο κάποτε Alter Ego της, πρόκειται για παιδαριώδες λάθος, που δεν το κάναμε ούτε στο Δημοτικό: όταν κάποιος συμμαθητής τσακωνόταν με τον κολλητό μας, τον είχαμε κι εμείς στο “ντου”. Αν λοιπόν οι δύο στενότεροι συνεργάτες του πρωθυπουργού δεν έχουν τη στοιχειώδη ικανότητα να κρίνουν σε ποιανού το σπίτι θα πάνε και σε ποιανού όχι, και τι μηνύματα θα εκπέμψει η παρουσία τους, δεν κάνουν για τη δουλειά. Πολύ πιθανό να έχουν και άλλες παρόμοιες δομικές ελλείψεις. Κι αν ο πρωθυπουργός, που τους ανέθεσε αυτές τις εξαιρετικά νευραλγικές θεσμικές θέσεις, δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί ποιοι κάνουν για τη δουλειά και ποιοι όχι, δεν κάνει ούτε εκείνος για τη δουλειά. Αυτό είναι το μήνυμα από την εκδοχή στην οποία μας καθοδηγούν οι “κυβερνητικές πηγές”. Είναι σωστό ή λάθος;

Όμως, όλοι καταλαβαίνουμε ότι ισχύει το δεύτερο. Είναι προφανές ότι η παρουσία των κομισάριων του Μαξίμου εκεί είχε χαρακτήρα αποστολής: να εκτονωθεί η κρίση και να επαναδιαπραγματευθούν οι όροι του διαχρονικού deal που υπάρχει ανάμεσα στις δύο “οικογένειες”. Όταν τα ΜΜΕ γέμιζαν από φωτογραφίες ένθερμων εναγκαλισμών σε απόσταση αναπνοής του ίδιου του πρωθυπουργού με τον προχθεσινό εορτάζοντα, αλλά και με άλλους μεγαλοπαράγοντες, το μήνυμα ήταν σωστό ή λάθος;

Πάμε όμως στο γεγονός που επιδείνωσε την κλινική εικόνα μιας κάποτε ρωμαλέας σχέσης. Το “Βήμα” ισχυρίστηκε πως, ενώ ακόμα δεν είχε σβήσει η φωτιά στα εκτροχιασμένα βαγόνια (που, έναν χρόνο μετά, δεν έχουμε μάθει, επίσημα, τι την προκάλεσε), κάποιος έσπευσε να πάρει τις ηχογραφημένες συνομιλίες μεταξύ σταθμαρχών και μηχανοδηγών και να τις δώσει στο “Πρώτο Θέμα”, γνωστό για την απροκάλυπτα φιλοκυβερνητική του στάση, το οποίο τις έβγαλε στον αέρα, παραποιημένες: δύο διαφορετικές συνομιλίες συνενώθηκαν και παρουσιάστηκαν ως ενιαία. Ποιος πήρε το υλικό; Ποιος έκανε το μοντάζ; Το “γιατί” είναι προφανές: έπρεπε να φανεί ότι αποκλειστικός υπεύθυνος ήταν ο σταθμάρχης. Βασισμένος σε αυτές τις παραποιημένες συνομιλίες, ο πρωθυπουργός υποστήριξε στη Βουλή την εκδοχή του αποκλειστικώς ανθρώπινου λάθους. Δεν αθωώνει τον σταθμάρχη το δημοσίευμα του Βήματος. Όμως δείχνει μία υπερβολική σπουδή κάποιων να κατευθύνουν την οργή του κοινού μόνο σ’ αυτόν, μακριά από πολιτικά πρόσωπα. Θα μπορούσε, την αποκάλυψη για την υπεξαίρεση του υλικού, να μην την είχε κάνει το “ΒΗΜΑ” αλλά η “Ηχώ της Άνω Ραχούλας”. Θα άλλαζε τίποτε επί της ουσίας;

Η κυβέρνηση λοιπόν έπρεπε να απαντήσει σ’ αυτά τα ερωτήματα, διότι δύο τινά μπορεί να συνέβησαν: το ένα, είναι το υλικό να είχε δοθεί στην εφημερίδα από κάποιον υπάλληλο του ΟΣΕ, με άδεια πρόσβασης στα συγκεκριμένα αρχεία, που ενδεχομένως τον χρημάτισε η εφημερίδα για να έχει αποκλειστικό ρεπορτάζ. Δεν είναι ασύνηθες αυτό στη δημοσιογραφική πιάτσα. Όταν, μάλιστα, σε κάθε δικαστική υπόθεση που ενδιαφέρει το κοινό, οι λεπτομέρειες της δικογραφίας, απόρρητες σύμφωνα με τον νόμο, γίνονται φύλλο και φτερό από τους πανελίστες των τηλεδικαστηρίων, πριν η υπόθεση φτάσει στο ακροατήριο, γιατί να μην συμβεί το ίδιο και με τα Τέμπη; (Και αυτή η ενδημική παρανομία, για την οποία κανενός το αυτί δεν ιδρώνει, εκπέμπει μήνυμα για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης, έτσι δεν είναι;) Και καθώς, όπως ενημέρωσε την εξεταστική επιτροπή της Βουλής ο διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ, το ηχογραφημένο υλικό μπορούν να το πάρουν μόνο οι, μετρημένοι στα δάχτυλα, εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι, τα πράγματα είναι πολύ απλά. Ποιοι είχαν αυτή την εξουσιοδότηση; Τους ανακρίνεις όλους και καταλήγεις στον ένοχο.

Μια πιθανή εκδοχή δίνει δημοσίευμα της “Καθημερινής” της 28/3. Σύμφωνα με αυτό, στις 4 τα ξημερώματα της 1ης Μαρτίου, λίγες ώρες μετά το δυστύχημα, ένας υπάλληλος του ΟΣΕ, με εντολή του προϊσταμένου του, κατέβασε τα αρχεία, τα συμπίεσε και τα έστειλε στον εντολέα του, ο οποίος, μέχρι τις 8 το πρωί, τα προώθησε σε τρία ανώτατα στελέχη του ΟΣΕ. Το βράδυ της ίδιας μέρας, το μονταρισμένο απόσπασμα ανέβηκε στο site του “Πρώτου Θέματος”, δύο μέρες πριν το υλικό παραδοθεί στην ΕΛ.ΑΣ. Τα ονόματα όμως και τα κίνητρα συνεχίζουμε να μην τα ξέρουμε.

Με μια σύντομη έρευνα, η κυβέρνηση θα τα μάθαινε. Θα μας ενημέρωνε, θα ασκούνταν πειθαρχική ή και ποινική δίωξη στους διαπράξαντες τη λαθροχειρία και την αλλοίωση του υλικού και η υπόθεση θα έληγε εκεί. Δεν έκανε, όμως, αυτό. Αντιθέτως, εξαπέλυσε μια λυσσαλέα, τεκτονικού μεγέθους επίθεση στην οποία συμμετέχουν, πανστρατιά, υπουργοί, ελεγχόμενα ΜΜΕ και γαλάζια accounts στα social media κατηγορώντας το ΒΗΜΑ για fake news, τον ιδιοκτήτη του για παράκεντρο εξουσίας και όσους ρωτάν τι συνέβη, για συνωμοσία ανατροπής της κυβέρνησης! Εμφάνισε μάλιστα ως επιχείρημα το ότι το μοντάζ των διαλόγων ήταν γνωστό… στην ΕΡΤ, από πέρυσι! Μα αυτός είναι ένας λόγος παραπάνω για να είχε κάνει η κυβέρνηση αυτή την έρευνα! Από πέρυσι! Ο όλος χειρισμός, πανομοιότυπος με αυτόν των υποκλοπών, εκπέμπει το μήνυμα ότι η δουλειά έγινε με κυβερνητική εντολή. Είναι σωστό ή λάθος, Κυριάκο;

Υπάρχουν και άλλα όμως, που καθιστούν την επικοινωνιακή διαχείριση του θέματος μια ακόμη τραγωδία.

Γιατί είναι κακό σε μια, υποτίθεται, ευνομούμενη δημοκρατία, στην οποία υπάρχει, υποτίθεται, διαχωρισμός των εξουσιών (και της 4ης) δύο υπουργοί να ευχηθούν για την ονομαστική του εορτή σε έναν επιχειρηματία, που στην συγκεκριμένη περίπτωση, εκτός από ιδιοκτήτης ΜΜΕ είναι και εκλεγμένος δημοτικός σύμβουλος Πειραιά; Θα μπορούσε το μήνυμα να διαβαστεί κι αλλιώς: παρά το ότι οι εφημερίδες του φέρνουν σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση, εκείνη φέρεται με αστική ευγένεια, σεβόμενη την ανεξαρτησία του Τύπου!

Δεν μάθαμε εάν η προσέλευση στην “κοινωνική συνάντηση” έγινε με πρωτοβουλία των υπουργών ή του εκδότη–εφοπλιστή. Εάν ισχύει το δεύτερο, προσκάλεσε μόνο τους Παπασταύρου & Μπρατάκο; Μήπως προσκάλεσε κι άλλους κυβερνητικούς και αυτοί αρνήθηκαν; Ήταν πάρτι λόγω ονομαστικής εορτής, έστω σε κλειστό κύκλο, ή ήταν μια πριβέ συνάντηση με λίγους (ποιους;) παριστάμενους και συγκεκριμένο θεματικό περιεχόμενο, που οι υπουργοί πίστευαν ότι δεν θα έβλεπε το φως της δημοσιότητας; Ο ξυλίστατος κυβερνητικός εκπρόσωπος έχει να μας πει τίποτε επ’ αυτού; (Ξυλίστατος: νεολογισμός από το “λαλίστατος” αλλά “ξύλινος”.) Διότι, αν ήταν οι δύο κυβερνητικοί Ηρακλειδείς αυτοί που επεδίωξαν τη συνάντηση, η εκδοχή ότι το έκαναν χωρίς να το ξέρει ο πρωθυπουργός είναι ένα (ακόμα) χοντροκομμένο ψέμα.

Γιατί, όμως, προκάλεσε μείζον πολιτικό θέμα, μια δημοσίευση με ερωτήματα ηθικής μεν τάξεως, αλλά χωρίς κάποια συγκλονιστική αποκάλυψη, που θα άλλαζε τα δεδομένα στον καταμερισμό ευθυνών; Μήπως γιατί η κυβέρνηση έχει συνηθίσει να ελέγχει τα ΜΜΕ και δεν αντέχει ενοχλητικά ρεπορτάζ από όσους θεωρεί αβανταδόρους της; Μήπως για να σταλεί μήνυμα στην “άλλη πλευρά” ότι το μπρα ντε φερ έχει ένα όριο; Μήπως γιατί η “ανεξάρτητη δημοσιογραφία” είναι ένα, ακόμα, σύντομο ελληνικό ανέκδοτο; Από τα συγκοινωνούντα δοχεία δημοσιογραφίας – πολιτικής και από τις μεταπηδήσεις πολλών “αστέρων” των ΜΜΕ στην πολιτική ποιο μήνυμα εκπέμπεται; Ότι η δημοσιογραφία είναι ελεγχόμενη, χρηματοδοτούμενη από τα κόμματα εξουσίας, λειτουργεί ως προθάλαμος της πολιτικής, και ο δημοσιογράφος, αντί να ελέγχει την εξουσία, γίνεται ο πασαδόρος της. Και αντί οι “φιλοξενούμενοι” στις εκπομπές του πολιτικοί να είναι κρινόμενοι για τα πεπραγμένα τους, είναι, στην πραγματικότητα, κριτές της νομιμοφροσύνης του στον ρόλο της κρυφής κομματικής ντουντούκας. Είσαι καλό παιδί; Μας ρωτάς αυτά που θέλουμε; Αποφεύγεις τις κακοτοπιές; Προωθείς, ως γκρίζα διαφήμιση, τις κομματικές θέσεις; Θα προαχθείς στη Βουλή, εδώ ή στις Βρυξέλλες. Ο βουλευτής που τοποθετήθηκε πρόεδρος της εξεταστικής επιτροπής για τα Τέμπη, και κατηγορήθηκε ευρέως για απόπειρα συγκάλυψης, ήταν δημοσιογράφος του Πρώτου Θέματος, με γραφίδα που πολύ απείχε από το να χαρακτηρίζεται ως αντικειμενική. Πώς θα μπορούσε να διερευνήσει τον ρόλο των παλιών του εργοδοτών σε ενδεχόμενη διάπραξη ποινικώς κολάσιμων πράξεων; Δεν βλέπει κανείς κυβερνητικός ηθικό πρόβλημα ασυμβατότητας ρόλων, conflict of interest, που λεν στο χωριό μου; Κι επειδή έρχονται ευρωεκλογές, και ως βέβαιη γαλάζια υποψηφιότητα προβάλλεται ο πλειοδότης του πρωινού συνταξιοδοτικού λαϊκισμού, ποιο είναι το μήνυμα που εκπέμπει ο πρωθυπουργός που έχει την ευθύνη της επιλογής; “Δεν μας ενδιαφέρει το επίπεδο κάποιου, δεν μας ενδιαφέρει αν έχει πάρει συνέντευξη συνομιλώντας με… βίντεο και μάλιστα δύο φορές, δεν μας ενδιαφέρει αν την εποχή της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ σιγοντάριζε την αντιμνημονιακή παράνοια, μας ενδιαφέρει που είχε κρατήσει μόνιμο στασίδι στον Άδωνι και τον άκουγε ενεός”. Είναι σωστό ή λάθος, Κυριάκο;

Δεν περιμένω, βέβαια, από “δημοσιογράφους” αυτού του φυράματος να αντιληφθούν ότι η αλλαγή όχθης ακυρώνει αναδρομικά το όποιο επαγγελματικό κύρος διέθεταν. Περίμενα όμως από κάποιον που εμφανίστηκε στην πολιτική ως εκσυγχρονιστής, να έχει άλλες αρχές. Όταν μάλιστα, τις προέβαλλε ο ίδιος, υποσχόμενος να νομοθετήσει εκλογή ευρωβουλευτών με λίστα, για να μας εκπροσωπούν στην Ε.Ε. σοβαροί επιστήμονες με διεθνές εκτόπισμα και όχι σελεμπριτάδες και σελεμπριτάδισσες. Αλλά τώρα τα πήρε μάινα. Όλες οι πράξεις και οι παραλήψεις των πολιτικών, εκπέμπουν μηνύματα, Κυριάκο, όχι μόνο οι ρεβεράντζες σε σουαρέ. Να σου πω το μήνυμα που εξέπεμψε η “κωλοτούμπα” σου για τις ευρωεκλογές; “Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να πάρω όσο μεγαλύτερο ποσοστό γίνεται. Αν τους βάλω με λίστα, ποιος θα τρέξει για το κόμμα; Μόνο όσοι είναι στις θέσεις 6-8, που η εκλογή τους παίζεται. Άσε που το εσωκομματικό μαλλιοτράβηγμα για το ποιος θα μπει σε εκλόγιμη θέση θα μας διαλύσει. Είμαστε για τέτοια; Πετάω λοιπόν το μπαλάκι στον ψηφοφόρο, βάζω αθλητές, μοντέλα, δημοσιογράφους για κράχτες και πάμε! Κι όπου βγει.”

Αυτή όμως δεν είναι στάση ηγέτη που πιστεύει στην εσωτερική αξιοκρατία των κομμάτων. Είναι στάση διαχειριστή καρεκλών, της δικής του και της παρέας του. Αν εξέπεμψες άλλο μήνυμα, Κυριάκο, και εγώ το κατάλαβα λάθος, ευχαρίστως να ακούσω τον αντίλογο και θα χαρώ να επανορθώσω.

Για το τέλος, αφήνω την μητέρα όλων των μηνυμάτων: ποια πρέπει να είναι η σχέση των πολιτικών με την οικονομική ολιγαρχία, που στη χώρα μας είναι ταυτόχρονα και μηντιακή ολιγαρχία; Να μην μιλιούνται, δεν είναι ούτε δυνατόν, ούτε πρέπον. Αλλά όταν παραέχουν αλισβερίσια, τι θα σκεφθεί ο πολίτης; Για ποιον λόγο ένας κουμπάρος της πρωθυπουργικής οικογένειας, ισχυρότατος, διεθνώς, οικονομικός παράγων, με το σύνολο σχεδόν των εισοδημάτων του εκτός Ελλάδος, ρίχνει εκατομμύρια με το τσουβάλι αγοράζοντας και συντηρώντας ζημιογόνα ΜΜΕ; Το κάνει από ιδεολογική προσήλωση στην ιδέα της ανεπηρέαστης ενημέρωσης; Από παιδικό απωθημένο; Ή μήπως για να στηρίξει τον τότε κολλητό του; Και πότε ο ρόλος του “παράκεντρου εξουσίας” είναι περισσότερο… λειτουργικός: όταν το σύνολο των ΜΜΕ που ελέγχει το “παράκεντρο” κανοναρχούν τις κυβερνητικές θέσεις ή όταν εκθέτουν τη μονταζιέρα των Τεμπών;

Τα σοβαρά κράτη, που αναγνωρίζουν ότι είναι αναπόφευκτο ως έναν βαθμό να υπάρχει ώσμωση οικονομικής ελίτ & πολιτικής εξουσίας, φροντίζουν αυτές οι σχέσεις να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο διαφανείς. Κανένας πολιτικός τους δεν παραιτήθηκε ποτέ επειδή ήπιε ουίσκι και κάπνισε πούρα με επιχειρηματίες. Παραιτήθηκαν πολλοί, και Υπουργοί και Πρωθυπουργοί και Πρόεδροι Κρατών (τον θυμάστε τον Christian Wulff;), όταν ο καπνός από τα πούρα κάλυψε οικονομικές δοσοληψίες ή παράτυπες εξυπηρετήσεις, για θέματα και για ποσά που στην Ελλάδα δεν θα απασχολούσαν ούτε μονόστηλο. Σε μας όλα γίνονται εν κρυπτώ και παραβύστω. Κι όταν τα μαθαίνουμε, όπως το σκάνδαλο των υποκλοπών από το οποίο ξεκίνησε να ραγίζει το γυαλί των δύο κάποτε σφιχταγκαλιασμένων, τότε προκύπτει το πρόβλημα, τότε ανακαλύπτονται τα άνομα συμφέροντα και τότε εκπέμπονται μηνύματα. Αν είχαν μείνει κρυφά, θα ήταν όλα καλά κι άγια, και οι υπουργοί στη θέση τους. Το μόνο που ενδιαφέρει την κυβέρνηση είναι ο επικοινωνιακός χειρισμός, ποτέ η ουσία. Λυπάμαι, αλλά αυτό είναι το χειρότερο μήνυμα που εκπέμπεται.

* Ο Θάνος Τζήμερος είναι επιχειρηματίας, πρώην πρόεδρος της “Δημιουργίας Ξανά”

Πηγή: capital.gr